Οι αυξήσεις στα δημοτικά τέλη που παρατηρούνται στους περισσότερους δήμους της χώρας έχουν λάβει τη μορφή «τσουνάμι», όπως αναφέρεται σε πρόσφατα δημοσιεύματα. Σε πολλές περιπτώσεις, οι αυξήσεις κυμαίνονται γύρω στο 30%, ενώ σε άλλες φτάνουν μέχρι και το 40%. Οι επιβαρύνσεις αυτές είναι αρκετά αισθητές για τους πολίτες, οι οποίοι καλούνται να πληρώσουν αυξημένα ποσά για τις υπηρεσίες που παρέχουν οι δήμοι. Αυτό συμβαίνει σε μία περίοδο όπου οι περισσότεροι δήμαρχοι συμπληρώνουν έναν χρόνο θητείας και βρίσκονται αντιμέτωποι με τις προεκλογικές τους δεσμεύσεις, οι οποίες, σε πολλές περιπτώσεις, παραβιάζονται λόγω αυτών των αυξήσεων.
Ωστόσο, είναι εύκολο να ρίξουμε την ευθύνη αποκλειστικά στους δήμαρχους, αλλά η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Η αλήθεια είναι ότι, πριν από τις εκλογές, οι δήμαρχοι θα έπρεπε να έχουν πλήρη εικόνα της οικονομικής κατάστασης που επικρατεί στους δήμους τους. Η κυβέρνηση, για την ώρα, παρακολουθεί αδιάφορα τις εξελίξεις και δεν αναλαμβάνει ουσιαστική δράση για να στηρίξει την τοπική αυτοδιοίκηση, ενώ ταυτόχρονα μετακυλύει την ευθύνη στους δήμους για την κάλυψη των αυξημένων εξόδων.
Ας δούμε πιο αναλυτικά τις αιτίες αυτών των αυξήσεων:
- Αύξηση μισθοδοσίας: Από το 2023, οι αυξήσεις στους μισθούς των υπαλλήλων των δήμων έχουν προκαλέσει αύξηση του κόστους μισθοδοσίας, το οποίο μετακυλίεται στους πολίτες μέσω της αύξησης των δημοτικών τελών.
- Αυξημένο Τέλος Ταφής Απορριμμάτων: Το κόστος της ταφής απορριμμάτων έχει αυξηθεί σημαντικά, και αυτό έχει επιβαρύνει τους δήμους, οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις βρίσκονται με χρέη εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, γεγονός που τους αναγκάζει να προσφύγουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣΤΕ).
- Αύξηση ενεργειακού κόστους: Από το 2022, το ενεργειακό κόστος έχει αυξηθεί δραματικά λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, και αυτό το βάρος έχει επιβαρύνει και τους δήμους.
- Μειωμένες κρατικές ενισχύσεις: Παράλληλα, η υποχρηματοδότηση των δήμων από την κεντρική κυβέρνηση έχει δημιουργήσει περαιτέρω δυσκολίες για την κάλυψη των εξόδων τους.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ) κατά τη διάρκεια του πρόσφατου συνεδρίου της στη Ρόδο, παρουσίασε μια σειρά από διεκδικήσεις προς την κυβέρνηση, προκειμένου να ενισχυθεί η τοπική αυτοδιοίκηση και να μειωθούν οι επιβαρύνσεις στους δημότες:
- Αύξηση πόρων για τους δήμους: Ζητείται αύξηση των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ) για το 2025, τουλάχιστον κατά 1 δισεκατομμύριο ευρώ σε σχέση με το 2024, προκειμένου οι δήμοι να μπορέσουν να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες τους.
- Κατάργηση περιορισμών από τα μνημόνια: Η ΚΕΔΕ διεκδικεί την πλήρη εφαρμογή του Ν. 3852/2010 και την κατάργηση των μνημονιακών περιορισμών που περιορίζουν τη λειτουργία των δήμων και δεν είναι πια απαραίτητοι.
- Κάλυψη του ενεργειακού κόστους: Ζητείται η κάλυψη από τον Κρατικό Προϋπολογισμό του υπερβάλλοντος ενεργειακού κόστους για τους δήμους και τα νομικά τους πρόσωπα, ώστε να μην μετακυλιστεί στους δημότες. Επίσης, απαιτείται η ενίσχυση των δήμων για την ενεργειακή τους αυτονομία.
- Αναβάθμιση υποδομών: Η ΚΕΔΕ διεκδικεί τη χρηματοδότηση για την αναβάθμιση των υποδομών των δήμων, προκειμένου να μειωθεί το ενεργειακό κόστος λειτουργίας τους.
- Αποπληρωμή παρακρατηθέντων πόρων: Ζητείται η σταδιακή αποπληρωμή των παρακρατηθέντων πόρων, οι οποίοι δεν έχουν ακόμα αποδοθεί στους δήμους.
- Επαναφορά τελών: Η ΚΕΔΕ ζητά την επαναφορά τελών που είχαν αφαιρεθεί από τους δήμους, προκειμένου να ενισχυθούν οι οικονομικές τους δυνατότητες.
- Υποστήριξη για τα έργα στους δήμους: Επιπλέον, ζητείται η υποστήριξη για την υλοποίηση έργων που χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ, ιδιαίτερα για μικρούς, ορεινούς και νησιωτικούς δήμους.
Η ΚΕΔΕ έχει, λοιπόν, θέσει σε προτεραιότητα την αύξηση των πόρων για τους δήμους, την κάλυψη του ενεργειακού κόστους και την αναβάθμιση των υποδομών τους. Αυτά τα μέτρα θεωρούνται απαραίτητα για να μειωθούν οι επιβαρύνσεις στους πολίτες και να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των δήμων.
Εβίτα Χρυσολούρη