Νέες αποκαλύψεις για το πρόγραμμα Task Force Unidentified Aerial Phenomenon του Αμερικανικού Ναυτικού βγαίνουν στην επιφάνεια, με αφορμή έκθεση που έφτασε στη Γερουσία τον περασμένο μήνα.
Το πρόγραμμα, όπως αναφέρουν σε ρεπορτάζ οι New York Times, μετονομάστηκε και εντάχθηκε στο Γραφείο Πληροφοριών του Ναυτικού, οι αξιωματούχοι του οποίου εξακολουθούν να ερευνούν τις επαφές ανάμεσα σε πιλότους μαχητικών και μη ταυτοποιημένων εναέριων οχημάτων.
Παρ’ ότι το πρόγραμμα δεν έχει λάβει επισήμως διαβάθμιση, οι αξιωματούχοι του Πενταγώνου απαγορεύεται να συζητήσουν οποιαδήποτε πτυχή, λεπτομέρεια ή αναφορά. Το πρόγραμμα Task Force Unidentified Aerial Phenomenon, αποσκοπεί στη συλλογή και την αναφορά παρατηρήσεων για άγνωστα εναέρια οχήματα και πρέπει να παρουσιάσει ορισμένα από τα ευρήματά του στο κοινό 180 ημέρες μετά τη δημοσιοποίηση της συγκεκριμένης έκθεσης. Βασικός στόχος του προγράμματος, ωστόσο, είναι να ανακαλύψει αν κάποια άλλη χώρα, δυνητικά εχθρική, χρησιμοποιεί τεχνολογία που θα βλάψει τις ΗΠΑ.
Ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Μάρκο Ρούμπιο, επικεφαλής σχετικής επιτροπής της Γερουσίας, δήλωσε στο CBS ότι ανησυχεί ιδιαίτερα εξαιτίας αναφορών για μη ταυτοποιημένα αεροσκάφη πάνω από βάσεις των ΗΠΑ και ότι είναι προς το συμφέρον της κυβέρνησης να ανακαλύψει ποιος βρίσκεται πίσω από αυτά. Παράλληλα εξέφρασε την άποψη ότι η Κίνα, η Ρωσία, ή κάποιος άλλος αντίπαλος πραγματοποίησε «κάποιο τεχνολογικό άλμα» το οποίο «του επιτρέπει να διεξάγει τέτοιου τύπου δραστηριότητες». Ο ίδιος άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρχει «μια εντελώς βαρετή εξήγηση για αυτά» υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι «πρέπει να μάθουμε».
Το 2017, οι New York Times, είχαν αποκαλύψει την ύπαρξη της προηγούμενης μονάδας που ονομαζόταν Advanced Aerospace Threat Identification Program. Αξιωματούχοι του Υπουργείου Άμυνας είχαν δηλώσει ότι η μονάδα, που είχε χρηματοδοτηθεί με 22 εκατομμύρια δολάρια, είχε παύσει μετά το 2012. Ωστόσο οι εργαζόμενοι στο πρόγραμμα δήλωσαν πως συνέχισε να λειτουργεί και μετά το 2017. Οι δηλώσεις τους επιβεβαιώθηκαν αργότερα από το Υπουργείο Άμυνας.
Το πρόγραμμα εγκαινιάστηκε το 2007 από την Υπηρεσία Πληροφοριών Άμυνας και στη συνέχεια τέθηκε υπό την εποπτεία του γραφείου του υφυπουργού Άμυνας, το οποίο παραμένει υπεύθυνο γι αυτό. Το πρόγραμμα δεν σταμάτησε ποτέ, αλλά λίγα αποκαλύφθηκαν σχετικά με τη δράση του μετά το 2017. Ο προηγούμενος διευθυντής, Λουίς Ελιζόντο, παραιτήθηκε το 2017 εκείνη μετά από μία δεκαετία στο πρόγραμμα.
«Δεν χρειάζεται πλέον να κρύβεται στις σκιές», είπε για το πρόγραμμα ο Ελιζόντο. «Θα υπάρχει μια νέα διαφάνεια». Ο ίδιος συγκαταλέγεται ανάμεσα σε μία μικρή ομάδα πρώην κυβερνητικών αξιωματούχων, επιστημόνων και ειδικών που χωρίς να παρουσιάζουν «φυσικά στοιχεία» υποστηρίζουν ότι αντικείμενα άγνωστης προέλευσης έχουν προσκρούσει στη Γη και τα υλικά από τα οποία ήταν φτιαγμένα έχουν ανακτηθεί για μελέτη.
Όπως μεταδίδουν οι New York Times, για περισσότερο από μια δεκαετία, οι υπεύθυνοι του προγράμματος διεξάγουν διαβαθμισμένες ενημερώσεις για επιτροπές του Κογκρέσου, στελέχη της αεροδιαστημικής βιομηχανίας και άλλους κυβερνητικούς αξιωματούχους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, έχουν βρεθεί «γήινες εξηγήσεις» για συμβάντα έως πρόσφατα ανεξήγητα. Σύμφωνα με τους αστροφυσικούς ωστόσο «η έλλειψη εύλογης επίγειας εξήγησης δεν καθιστά την εξωγήινη περισσότερο πιθανή».