Μαζική έξοδος των ξένων επενδυτών και εκροές ρεκόρ από την τουρκική αγορά ομολόγων – Το μερίδιο των ξένων στην τουρκική αγορά ομολόγων κατέρρευσε στο 5% αναφέρει η WSJ – Η τέλεια καταιγίδα ξεκινά.
Διεθνείς επενδυτές και διαχειριστές κεφαλαίων απέσυραν περισσότερα από 7 δισεκατομμύηρια δολάρια από την τουρκική αγορά ομολόγων το πρώτο εξάμηνο του έτους – η πιο βίαιη έξοδος ξένων επενδυτών στην ιστορία της γειτονικής χώρας, αναφέρει η Wall Street Journal.
Το μερίδιο των ξένων στα τουρκικά ομόλογα που είναι σε κυκλοφορία έχει καταρρεύσει από περίπου 33% το 2013, σε μόλις 5% σήμερα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας.
Τα τουρκικά ομόλογα δεν είναι πλέον ελκυστικά καθώς με εντολή Ερντογάν – και κόντρα στην οικονομική λογική της αγοράς – η κεντρική τράπεζα έχει μειώσει τα επιτόκια κάτω από το επίπεδο του πληθωρισμού. Αυτό σημαίνει ότι κάποιος που μετατρέπει συνάλλαγμα σε λίρες για να αγοράσει τουρκικά ομόλογα χάνει αυτόματα χρήματα.
Ο Βίκτορ Σάμπο επικεφαλής επενδύσεων στην Aberdeen Standart Investments αναφέρει στη WSJ ότι οι επενδυτές δεν ασχολούνται καν πλέον με την τουρκική αγορά ομολόγων: «Ο τρόπος με τον οποίο φεύγουν από την Τουρκία δεν έχει προηγούμενο».
Η έξοδος των επενδυτών επιδεινώνει την κατάσταση της υπερχρεωμένης οικονομίας η οποία έχει εξάρτηση από το ξένο συνάλλαγμα. Η κρίση του κορωνοϊού έχει προκαλέσει κατάρρευση στις εξαγωγές της Τουρκίας στην ΕΕ αλλά και τις τουριστικές αφίξεις, εξαφανίζοντας ουσιαστικά τα νέα έσοδα σε συνάλλαγμα.
Επιπλεόν για να σταματήσει την υποτίμηση του νομίσματος η Τουρκία έχει κάψει δισεκατομμύρια από τα περιορισμένα της συναλλαγματικά διαθέσιμα: Αγοράζοντας τουρκικές λίρες με σκληρό νόμισμα το τουρκικό καθεστώς αποπειράθηκε να συγκρατήσει την ισοτιμία.
Όταν τα διαθέσιμα τελείωσαν, το κράτος έβαλε χέρι στα διαθέσιμα των εμπορικών τραπεζών με υποχρεωτικό δανεισμό (με swaps), ζητώντας τους να καταθέσουν το συνάλλαγμά τους στην κεντρική τράπεζα της χώρας.
Επιπλέον εισήγαγε και απαγορεύσεις στην εμπορία συναλλαγματος για τις ξένες τράπεζες αλλά και απαγορεύσεις για συγκεκριμένες αναλήψεις, επῖδεινώνοντας περαιτέρω τη διεθνή εμπορευσιμότητα του νομίσματος.
Παρ’όλα αυτά από την αρχή του χρόνου η τουρκική λίρα έχει χάσει το 13% της αξίας της και χρειάστηκε τη βοήθεια του Κατάρ (με το αζημίωτο) για να τη συγκρατήσει τις τελευταίες εβδομάδες.
Η φούσκα του δανεισμού
Προσπαθώντας να αποφύγει το αναπόφευχτο ο Ερντογάν έχει πυροδοτήσει ένα δίχως προηγούμενο πάρτι δανεισμού, που έχει δημιουργήσει τη μεγαλύτερη φούσκα της ιστορίας.
Αυτό όμως αυξάνει το ρίσκο στην περίπτωση που οι τουρκικές εμπορικές τράπεζες πάψουν να είναι σε θέση να δανείζονται συνάλλαγμα στις διεθνείς αγορές, κάτι που πολλοί αναλυτές λένε πως δε θα αργήσει να συμβεί με δεδομένη την ανορθόδοξη πολιτική του Ερντογάν.
Με τα ελλείμματα να διογκώνονται κάθε μήνα χωρίς τη δυνατότητα να καλυφθούν, το παραμικρό σοκ μπορεί να προκαλέσει κατάρρευση της οικονομίας.
Το ρίσκο αυξάνεται από τις πολεμικές περιπέτειες της Τουρκίας σε περισσότερα μέτωπα από τις ΗΠΑ, πλέον, και οι συνέπειες θα είναι πολύ μεγάλες για να τις απορροφήσουν οι πλούσιοι εναπομείναντες σύμμαχοι του Ερντογάν.
Για το λόγο αυτό η έξοδος των διεθνών επενδυτών δε θα ανασταφεί σύντομα, καθώς προτιμούν να παρατηρούν το επικίνδυνο παιχνίδι του Τούρκου ηγέτη από τις κερκίδες.
Ο κύβος ερρίφθη στις ΗΠΑ για το σκάνδαλο Halkbank από τις 3 Ιουλίου…
Έγραφε ο Ηλίας Σιακαντάρης στο newmoney.gr στις 3 Ιουλίου και το αντιγράφω ως έχει.
Το ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μανχάταν όρισε δικάσιμο για την ποινική υπόθεση της Halkbank για τον Μάρτιο του 2021.
Η κατηγορία, η οποία επισείει σύμφωνα με τους αμερικανικούς νόμους ποινή ικανή να εξαφανίσει την κρατικη τουρκική τράπεζα και να κλονίσει συθέμελα το τουρκικό τραπεζικό σύστημα, είναι ότι Halkbank βοήθησε το Ιράν να αποφύγει δισεκατομμύρια δολάρια από τις οικονομικές κυρώσεις από τις ΗΠΑ.
Όχι άλλη καθυστέρηση!
Το δικαστήριο μάλιστα απέρριψε τους ισχυρισμούς της υπεράσπισης της τουρκικής κρατικής τράπεζας με τους οποίους ζητούσε να καθυστερήσει η διαδικασία μέχρι το 2022.
Η απόφαση, από τον Δικαστή Ρίτσαρντ Μπέρμαν της Νότιας Περιφέρειας της Νέας Υόρκης, έκανε δεκτό το αίτημα των ομοσπονδιακών εισαγγελέων για έναρξη των διαδικασιών στις αρχές του 2021, μετά από μήνες νομικών αντεγκλίσεων (αλλά και άπειρων αποπειρών πολιτικής παρέμβασης, όπως αποκαλύπτει το βιβλίο του Τζον Μπόλτον, πρώην σύμβουλου εθνικής ασφαλείας του Τράμπ) με τους δικηγόρους της τράπεζας.
Ο Μπέρμαν είπε ότι η επιλογή κριτών θα ξεκινήσει στις 23 Φεβρουαρίου, με τα επιχειρήματα έναρξης στη δίκη που εκδόθηκε για την 1η Μαρτίου. Οι προτάσεις κινήσεων για περιορισμούς, κοινές προτεινόμενες κατηγορίες κριτικών επιτροπών και εκκρεμείς προτάσεις έληξαν στις 14 Δεκεμβρίου.
Ζητούσαν αναβολή λόγω… Covid-19
O δικαστής Μπέρμαν είπε ότι έλαβε υπόψιν τις δυσκολίες που θέτει η εξελισσόμενη πανδημία στη διαδικασία του ομοσπονδιακού δικαστηρίου, αλλά και την ανάγκη για απόδοση δικαιοσύνης και στις δύο πλευρές και την «αποφυγή περιττής καθυστέρησης».
Η απόφαση αναφέρει:
«Το δικαστήριο επισημαίνει ότι η δίωξη (της Halkbank) και, κατά συνέπεια, η δίκη έχει καθυστερήσει ήδη για περισσότερο από πέντε μήνες από την ημερομηνία της κατηγορίας” και επισημαίνει την ανάγκη “ να φτάσουμε στην ουσία της υπόθεσης αποτελεσματικά” καθώς το το δημόσιο συμφέρον για τα θέματα που απασχολούν αυτή την αντιδικία», είναι πολύ σημαντικό, έγραψε ο δικαστής στο σκεπτικό των δυο σελίδων..
Η ύστατη απόπειρα αποφυγής
Οι δικηγόροι της Halkbank, το γραφείο Williams & Connolly, υποστήριξαν κατά τη διάρκεια της ακρόασης ότι η παγκόσμια πανδημία έχει καταστήσει σχεδόν αδύνατο να ταξιδέψουν στην Τουρκία για να συναντηθούν με τους πελάτες τους και ισχυρίστηκαν ότι θα χρειαστούν περισσότερο χρόνο για μεταφράσεις των καταθέσεων των πιθανών μαρτύρων. Ζήτησαν η δίκη να αναβληθεί για τον Μάρτιο του 2022
Η υπόθεση που μπορεί να διαλύσει την τουρκική οικονομία
Η Halkbank, η οποία ανήκει κατά πλειοψηφία στην τουρκική κυβέρνηση, κατηγορείται ότι χρησιμοποιούσε μια σειρά επιχειρήσεων-βιτρίνα στο Ιράν, την Τουρκία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για να μεταφέρει έσοδα από πωλήσεις ιρανικού πετρελαίου αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων στην κυβέρνηση της Τεχεράνης, κατά παράβαση του εμπάργκο που απαγορεύει στο Ιράν κάθε πρόσβαση στο χρηματοοικονομικό σύστημα των ΗΠΑ.
Οι εισαγγελείς είπαν ότι “ανώτατοι αξιωματούχοι” στο Ιράν και την Τουρκία φέρεται να συμμετείχαν στο σχέδιο, και ορισμένοι από αυτούς έλαβαν δεκάδες εκατομμύρια δολάρια σε δωροδοκίες για να προφυλάξουν την τράπεζα από τον έλεγχο των αμερικανικών ρυθμιστικών αρχών και τραπεζών.
Η Halkbank, εν τω μεταξύ, αγνούσε για μήνες επιδεικτικά το κατηγορητήριο της 19ης Οκτωβρίου του ομοσπονδιακού δικαστηρίου του Μανχάταν. Η προηγούμενοι δικηγόροι της, της εταιρείας King & Spalding απέτυχαν στις αλλεπάλληλες κινήσεις τους να αμφισβητίσουν τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου.
Όταν οι δικηγόροι της King & Spalding αποσύρθηκαν από την υπόθεση, τότε η Halkbank τελικά απάντησε στο κατηγορητήριο μέσω της νέας δικηγορικής εταιρείας, ότι δεν είναι ένοχη για συνωμοσία, τραπεζικές απάτες και ξέπλυμα χρήματος τον περασμένο Μάρτιο.
Ο Ρόμπερτ Κέρι, νέος δικηγόρος της Halkbank, επιβεβαίωσε ότι σχεδίαζε να ζητήσει μακροχρόνια αναβολή ωστε ο δικαστής Μπέρμαν να παραιτηθεί από την υπόθεση. Τελικά, το αίτημα δεν πέρασε…
Τα επόμενα βήματα
Κατά τη τοποθέτησή του στο ακροατήριο, ο Δικαστής Μπέρμαν ζήτησε από την Halkbank να καταθέσει τις ενστάσεις της έως τις 14 Ιουλίου, λέγοντας ότι προσβλέπει να «προχωρήσει γρήγορα» στο θέμα.
Συνολικά, έχουν απαγγελθεί κατηγορίες σε εννιά άτομα, συμπεριλαμβανομένου του Ρέζα Ζαρράμπ, του τουρκο-Ιρανού εμπόρου χρυσού που ομολόγησε την ενοχή του στις αμερικανικές αρχές και μετά κατέθεσε κατά του Μεχμέτ Χακάν Ατίλα, ο οποίος επέστρεψε στην Τουρκία τον περασμένο Ιούλιο μετά την έκτιση της ποινής του για συνωμοσία, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και σχετικές καταδίκες και διορίστηκε από τον Ερντογάν ως Πρόεδρος του Χρηματιστηρίου της Κωνσταντινούπολης.
Οι κατηγορίες του ομοσπονδιακού δικαστηρίου είναι τόσο βαριές που επισείουν ποινές – χρηματικές αλλά και διακοπή πρόσβασης στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα – που είναι ικανές να σβήσουν από το χάρτη την τουρκική κρατική τράπεζα, η οποία ελέγχεται άμεσα από τον Τούρκο πρόεδρο και αποτελεί τη χρηματοδοτικό του εργαλείο.
Είναι η μόνη υπόθεση που τον αγγίζει προσωπικά και έχει τη δυνατότητα να αποθεμελιώσει το μηχανισμό εξουσίας του αλλά και το διεθνές του γόητρο.
Πηγή:newmoney.gr