Σύμφωνα με τον νέο πτωχευτικό Νόμο, ο οποίος αναμένεται να τεθεί σε διαβούλευση εντός της τρέχουσας εβδομάδας, πρόκειται για μία ρύθμιση στα πρότυπα της σχολάζουσας κληρονομιάς, της κινητής και ακίνητης περιουσίας, δηλαδή, ο κληρονόμος της οποίας αγνοείται, με συνέπεια η διαχείρισή της να ασκείται από αντιπροσώπους μέχρις ότου αυτή «περάσει» εντέλει στο Δημόσιο.
«Εφόσον ο πρώτος πλειστηριασμός κηρυχθεί άγονος, αυτός επαναλαμβάνεται το αργότερο εντός 20 ημερών.
Στην επαναληπτική διαδικασία η τιμή πρώτης προσφοράς μειώνεται 3/4 της μέσης τιμής των εκτιμήσεων των πιστοποιημένων εκτιμητών και σε περίπτωση, που απαιτηθεί επανάληψη, τότε διεξάγεται με τιμή πρώτης προσφοράς ίση προς το 1/2 της μέσης τιμής.
Εάν και ο πλειστηριασμός αυτός αποβεί άγονος, ο σύνδικος υποβάλλει αμελλητί στον εισηγητή αίτηση για τη μείωση της τιμής πρώτης προσφοράς ή την έγκριση όρων, που θα διευκολύνουν την εκποίηση του πράγματος, περιλαμβανομένης της ελεύθερης εκποίησης με συγκεκριμένο τίμημα ή της διενέργειας ελέγχου της νομικής ή πραγματικής κατάστασης», επισημαίνεται χαρακτηριστικά στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου.
Ειδικά:
«Σε περίπτωση, που δεν έχει επιτευχθεί η μεταβίβαση του πράγματος εντός 120 ημερών από την έκδοση της διάταξης του εισηγητή, ο σύνδικος επαναλαμβάνει τον πλειστηριασμό χωρίς τιμή πρώτης προσφοράς. Εάν και πάλι δεν επιτευχθεί η εκποίηση του πράγματος, έστω και έναντι συμβολικού ανταλλάγματος, συνάγεται ότι κανείς στον ιδιωτικό τομέα δεν μπορεί να αξιοποιήσει το πράγμα επωφελώς. Στην περίπτωση αυτή η κυριότητα του πράγματος περιέρχεται στο Δημόσιο, ρύθμιση ανάλογη αυτής της σχολάζουσας κληρονομίας».
Αξίζει να αναφερθεί πως με τον τρόπο αυτό απαλλάσσονται οι τράπεζες από τον βραχνά να αγοράζουν οι ίδιες τα εκπλειστηριαζόμενα ακίνητα.
Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ), που συμπεριέλαβε ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) στην ετήσια έκθεσή του για την Ελλάδα, το 2019 ανακοινώθηκαν ή ξεκίνησαν σχεδόν 22.900 ηλεκτρονικές δημοπρασίες έναντι 22.400 το 2018.
Σχεδόν 6.000 μεταφορτώθηκαν το πρώτο τρίμηνο του 2020. Από αυτές, το 62% ολοκληρώθηκε στην πραγματικότητα (δηλ. υπογράφηκαν πράξεις ενώπιον συμβολαιογράφου) έναντι 76% το προηγούμενο έτος, αν και στην πλειονότητα (60%) δεν υπήρχαν πλειοδότες και η τράπεζα αγόρασε το εκπλειστηριαζόμενο ακίνητο.
Το θέμα της αθρόας αγοράς ακινήτων από τα ίδια τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είχε αποτελέσει πολλάκις αντικείμενο σχολιασμού από τις Βρυξέλλες, με τους Ευρωπαίους τεχνοκράτες να απευθύνουν συστάσεις στις ελληνικές τράπεζες ότι θα έπρεπε να κάνουν πιο… φιλική στους επενδυτές την πλατφόρμα των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.
Στο πλαίσιο αυτό, άλλωστε, αποφάσισαν να θέσουν σε λειτουργία στις 10 Απριλίου του 2019 την πλατφόρμα landea.gr, η οποία ανέλαβε να «ντύσει» με φωτογραφίες τα εκπλειστηριαζόμενα ακίνητα των τραπεζών – και όχι μόνο – καθιστώντας τα πιο ελκυστικά στους επενδυτές.
Τι θα γίνεται με τα ακίνητα ευάλωτων προσώπων
Όσον αφορά στην αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος κύριας κατοικίας ή στην πτώχευση προσώπων, που χαρακτηρίζονται ως ευάλωτοι, ο Νόμος δεν θα τους υποχρεώσει να εγκαταλείψουν την κύρια κατοικία τους, στην οποία θα δικαιούνται να παραμείνουν ως μισθωτές, με δικαίωμα επαναγοράς της κατά τη λήξη της μισθωτικής διάρκειας.
«Η ανάκτηση γίνεται σε τιμή, που προσδιορίζεται, μεταξύ άλλων, σε αναφορά προς την τρέχουσα αγοραία αξία του ακινήτου, ενώ το μίσθωμα ορίζεται με βάση απόδοση, που αντιστοιχεί προς το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο του προηγουμένου κατά περίπτωση μήνα», υπογραμμίζεται.
Την ίδια στιγμή, προβλέπεται η επιδότηση ενοικίου των δικαιούχων, σύμφωνα με τις υφιστάμενες διατάξεις περί στεγαστικού επιδόματος, ενώ η εκπλήρωση των υποχρεώσεων αγοράς και επαναμίσθωσης κύριας κατοικίας αναλαμβάνεται από ιδιωτικό φορέα, που επιλέγεται με διαγωνιστική διαδικασία και υποχρεούται να προσχωρήσει σε σύμβαση παραχώρησης.
«Τα βασικά κριτήρια για την επιλογή του παραχωρησιούχου είναι το ύψος της ανάληψης κινδύνου από πλευράς του Δημοσίου, το οποίο θα προβλέπεται από τη σύμβαση παραχώρησης και η αξιοπιστία, η ειδική τεχνογνωσία και η εμπειρία του. Η προτεινόμενη διάταξη, χωρίς να επιβαρύνει τους πιστωτές ή να προκαλεί προσκόμματα στην εξέλιξη των διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης ή πτώχευσης, παρέχει σε οφειλέτες την επιλογή παραμονής στην κύρια κατοικία τους, αλλά και την ανάκτησή της (σημειώνεται ότι το δικαίωμα αυτό κληρονομείται) εφόσον, βεβαίως, ικανοποιούνται οι σχετικές προϋποθέσεις».