Της Εβίτας Χρυσολούρη
Με μια ανάρτηση στους λογαριασμούς του στα κοινωνικά δίκτυα, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε στα πρώτα απτά αποτελέσματα από την εφαρμογή της Ψηφιακής Κάρτας Εργασίας, με έμφαση στον κλάδο του τουρισμού για τον μήνα Μάιο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε, καταγράφηκε αύξηση 1.000% στις δηλωμένες υπερωρίες των εργαζομένων στον τουριστικό τομέα. Ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί σε δεκαπλασιασμό των νομίμως καταχωρημένων υπερωριών σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο χωρίς τη χρήση της κάρτας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης σημείωσε χαρακτηριστικά:
«Τα στοιχεία από την εφαρμογή της κάρτας εργασίας τον μήνα Μάιο είναι πραγματικά εντυπωσιακά. Μόνο στον τομέα του τουρισμού οι δηλωθείσες υπερωρίες αυξήθηκαν κατά 1000%, αυξήθηκαν δηλαδή κατά 10 φορές – επαναλαμβάνω 10 φορές. Νόμιμες υπερωρίες οι οποίες δηλώνονται κανονικά, πληρώνονται κανονικά και προφανώς καταβάλλονται και οι εργοδοτικές εισφορές. Εδώ κάτι αλλάζει.»
Διαφάνεια και δικαιοσύνη στον χώρο εργασίας
Η Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας, που έχει ήδη τεθεί σε εφαρμογή σε κλάδους όπως οι τράπεζες, τα σούπερ μάρκετ και ο τουρισμός, καταγράφει αυτόματα τις ώρες προσέλευσης και αποχώρησης των εργαζομένων, επιτρέποντας την άμεση διασταύρωση των στοιχείων και τον εντοπισμό εργοδοτικών αυθαιρεσιών.
Το σύστημα, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, συμβάλλει στην:
- Καταπολέμηση της «μαύρης» και αδήλωτης εργασίας
- Καταγραφή και πληρωμή των πραγματικών υπερωριών
- Προστασία των ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων
- Διασφάλιση συνθηκών διαφάνειας και ίσων όρων ανταγωνισμού
Πολιτικό και κοινωνικό μήνυμα
Η δήλωση του πρωθυπουργού έρχεται σε μια περίοδο έντονου διαλόγου για τα εργασιακά και αποτελεί μέρος της προσπάθειας της κυβέρνησης να προβάλλει την τεχνολογία ως εργαλείο ενίσχυσης της δικαιοσύνης στην αγορά εργασίας.
Το μήνυμα «Εδώ κάτι αλλάζει», που χρησιμοποίησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην ανάρτησή του, έχει σαφή στόχο να υπογραμμίσει ότι η Ψηφιακή Κάρτα δεν είναι απλώς ένα ακόμα εργαλείο γραφειοκρατίας, αλλά μια βαθιά τομή που αλλάζει την καθημερινότητα των εργαζομένων – και κυρίως εκείνων που μέχρι τώρα έμεναν «αόρατοι» στις στατιστικές και απλήρωτοι στην πράξη.