Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει πια μπει στον πέμπτο μήνα και στον ορίζοντα δεν είναι ορατός ο τερματισμός της.
Η φρίκη του πολέμου δείχνει να έχει πια παγιωθεί. Καθημερινά ακούμε και διαβάζουμε για θάνατο και τον ανυπολόγιστο ανθρώπινο πόνο.
Οι επιπτώσεις γίνονται εν τω μεταξύ όλο και ευρύτερες, πέραν των συνόρων της Ουκρανίας. Γεωπολιτικές, οικονομικές, ενεργειακές, πλέον και επισιτιστικές.
Υπάρχει όμως ακόμη μια για την οποία λίγα γράφονται και, σε αντίθεση με αυτό που όλοι εύχονται για τον πόλεμο, μπορεί να διαρκέσει για δεκαετίες.
Οι πύραυλοι μολύνουν το έδαφος και τα υπόγεια ύδατα. Εκρήξεις από επιθέσεις σε χημικά εργοστάσια πνίγουν την ατμόσφαιρα με τοξικά νέφη και δηλητηριάζουν τον υδροφόρο ορίζοντα.
Σε μια χώρα με 15 πυρηνικούς αντιδραστήρες σε τέσσερις σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και τη χειρότερη πυρηνική καταστροφή στο ιστορικό της, οι πυρκαγιές ενέχουν τον κίνδυνο εκπομπών ραδιενεργών σωματιδίων.
Απρόσβλητα δεν έχουν μείνει ούτε τα θαλάσσια οικοσυστήματα στη Μαύρη Θάλασσα, όπου ουκρανικές θαλάσσιες νάρκες, τα σόναρ ρωσικών πολεμικών πλοίων και η στρατιωτική δραστηριότητα εκτιμάται ότι ευθύνονται σε σημαντικό βαθμό για τα χιλιάδες νεκρά δελφίνια που αναφέρεται ότι ξεβράζονται στις γύρω ακτές.
Κίνδυνοι διαρκείας
«Έχουμε έναν πόλεμο υψηλής έντασης σε μία χώρα με πολλούς βιομηχανικούς κινδύνους», τονίζει ο Νταγκ Ουέιρ, επικεφαλής του Παρατηρητηρίου Συγκρούσεων και Περιβάλλοντος, μιας βρετανικής ΜΚΟ.
Η Ουκρανία είναι πράγματι μια εξαιρετικά βιομηχανοποιημένη χώρα. Έχει εκατοντάδες χημικά εργοστάσια, σχεδόν 150 ανθρακωρυχεία, πυρηνικούς αντιδραστήρες, αποθήκες χημικών και πετρελαίου, αγωγούς φυσικού αερίου και άλλες βιομηχανικές εγκαταστάσεις, που μπορούν να προκαλέσουν μεγάλης κλίμακας ρύπανση σε περίπτωση καταστροφής τους.
Παράλληλα η εμπόλεμη χώρα -παρότι αποτελεί μόλις το 6% της χερσαίας έκτασης της Ευρώπης- φιλοξενεί στα εδάφη της περισσότερο από το ένα τρίτο της βιοποικιλότητας ολόκληρης της Γηραιάς Ηπείρου.
Έχει υγροτόπους, δάση και μία μεγάλη έκταση παρθένας στέπας με σημαίνουσα πανίδα και χλωρίδα.
Όμως σε πάνω από το ένα τρίτο των προστατευόμενων φυσικών περιοχών της Ουκρανίας τα ρωσικά στρατεύματα διεξάγουν ή έχουν ήδη ολοκληρώσει καταστροφικές στρατιωτικές επιχειρήσεις.
Το 80% των μεγαλύτερων εξ αυτών έχουν γίνει, λένε ειδικοί, σε περιοχές πλούσιες σε βιοποικιλότητα.
Τεράστια καταστροφή
Εξαιτίας των βομβαρδισμών κοντά σε λιμνοθάλασσες, λένε Ουκρανοί ειδικοί, έχει καταγραφεί αξιοσημείωτη μείωση του αριθμού αποδημητικών και παρυδάτιων πτηνών, όπως είναι οι πελεκάνοι και οι αβοήτες.
Οι βόμβες, οι πυρκαγιές και η ρύπανση από εκρηκτικά έχουν υποβαθμίσει ανεπανόρθωτα υγρότοπους, συμπεριλαμβανομένων 14 τοποθεσιών που έχουν χαρακτηριστεί διεθνούς σημασίας, βάσει της Σύμβασης Ραμσάρ, από την Unesco.
Ο πιο άμεσος αντίκτυπος -γράφει η ουκρανική εφημερίδα Kyiv Post- είναι στα οικοσυστήματα της Μαύρης Θάλασσας, που φιλοξενεί χιλιάδες φώκιες, ρινοδέλφινα και άλλα θαλάσσια είδη.
Μόλις πρόσφατα επιστήμονες στο καταφύγιο άγριας ζωής Tuzlovsky Lymans έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου, κάνοντας λόγο για 3.000 χιλιάδες νεκρά δελφίνια που ξεβράστηκαν σε παραλίες στην Ουκρανία, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και την Τουρκία.
Αρκετά είχαν εγκαύματα από εκρηκτικά, ανέφεραν. Άλλα εικάζεται ότι λιμοκτόνησαν, λόγω της διατάραξης του οικοσυστήματος από τις δυσμενείς οικολογικές επιπτώσεις του συνεχιζόμενου πολέμου.
Πολλά δελφίνια ωθούνται από τη ηχορύπανση των πολεμικών πλοίων και οι συνεχών στρατιωτικών επιθέσεων προς νότο, όπου μπλέκονται στα δίχτυα ψαράδων.
Το Τουρκικό Ίδρυμα Θαλάσσιων Ερευνών κάνει παράλληλα λόγο για «κρίση βιοποικιλότητας», καταγράφοντας σημαντική καταστροφή κόκκινων φυκιών που απειλούνται με εξαφάνιση.
Μια ασύλληπτη «παράπλευρη απώλεια»
Παλαιότερες μελέτες έχουν καταδείξει πώς οι πόλεμοι καταστρέφουν το φυσικό περιβάλλον, σκοτώνουν την άγρια ζωή, προκαλούν μόλυνση και βλάπτουν οικοσυστήματα για δεκαετίες.
Από το 1950 έως το 2000, πάνω από το 80% των μεγαλύτερων ένοπλων συγκρούσεων έγιναν σε περιοχές με πλούσια βιοποικιλότητα και απειλούμενα είδη.
«Σε ορισμένες περιπτώσεις, η καταστροφή του περιβάλλοντος είναι ρητή στρατιωτική τακτική», γράφουν οι New York Times. Όπως «στη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ», επισημαίνουν, όταν «ο αμερικανικός στρατός ψέκασε με αποφυλλωτικές ουσίες μεγάλες εκτάσεις ζούγκλας για να αραιώσει τα δάση και να στερήσει κάλυψης τις εχθρικές δυνάμεις».
Ακόμα όμως και αν η περιβαλλοντική καταστροφή δεν είναι εσκεμμένη, οι συνέπειες είναι τεράστιες.
Οι στρατιώτες σκάβουν αναχώματα. Τα τεθωρακισμένα ισοπεδώνουν τη βλάστηση. Οι βόμβες και οι πύραυλοι αφήνουν το σημάδι τους στο φυσικό τοπίο, μολύνοντας το έδαφος με βαρέα μέταλλα και την ατμόσφαιρα με τοξικά αέρια.
Αρκεί ίσως να επισημάνει κανείς ότι το 2011 οι επιστήμονες εντόπισαν υψηλά επίπεδα μολύβδου και χαλκού στο έδαφος γύρω από το Ιπρ στο βορειοδυτικό Βέλγιο, που θεωρείται «κληρονομιά» του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου…
Τα κενά του Διεθνούς Δικαίου
Tο Κίεβο θα προσφύγει στα διεθνή δικαστήρια κατά της Ρωσίας για να λάβει αποζημιώσεις και για την τεράστια οικολογική καταστροφή που έχει προκαλέσει, δήλωσε πρόσφατα ο Ουκρανός υπουργός Περιβαλλοντικής Προστασίας και Φυσικών Πόρων, Ράσλαν Στίρλετς.
Ο πόλεμος «κατέστρεψε οικοσυστήματα, στέρησε από την άγρια ζωή το φυσικό της περιβάλλον και μόλυνε καλλιεργήσιμες εκτάσεις σε έναν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς σιτηρών», κατήγγειλε.
Στις Συμβάσεις της Γενεύης για το δίκαιο που πολέμου δεν γίνεται ωστόσο κάποια αναφορά στο περιβάλλον. Το δε Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ) -από το οποίο έχει αποχωρήσει η Ρωσία και οι ΗΠΑ δεν υπήρξαν καν μέλος- προϋποθέτει η εκάστοτε περιβαλλοντική ζημία να αποδειχθεί «ευρεία, μακροχρόνια και σοβαρή» για να χαρακτηριστεί έγκλημα πολέμου.
Μόνο μια φορά στο παρελθόν έχει κληθεί χώρα να αποζημιώσει άλλη για αυτόν τον λόγο.
Ήταν το πολύπαθο Ιράκ, που με απόφαση του ΟΗΕ διατάχθηκε να καταβάλει στο Κουβέιτ 3 δισεκατομμύρια δολάρια για τις εκατοντάδες πετρελαιοπηγές που πυρπολήθηκαν στη διάρκεια του πρώτου πολέμου του Κόλπου.
Αναλυτές θεωρούν εξ ορισμού απίθανο να αποφασιστεί κάτι ανάλογο σε βάρος της Ρωσία, η οποία είναι μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και ως εκ τούτου έχει δικαίωμα βέτο.
Παρ’ όλα αυτά, Ουκρανοί και άλλοι περιβαλλοντικοί ακτιβιστές συγκεντρώνουν ακατάπαυστα στοιχεία για τις καταστροφικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις του εξελισσόμενου πολέμου.
Ακόμη κι εάν δεν καταφέρουν να κάνουν τη Μόσχα να λογοδοτήσει, ευελπιστούν ότι θα μπορέσουν τουλάχιστον να ασκήσουν πιέσεις για να γίνουν σε νομικό επίπεδο οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις