«Εκλογή του πρύτανη των ΑΕΙ από μια ισχυρή και διευρυμένη εκλογική βάση» και Συμβούλια Διοίκησης με «στρατηγικό και συμβουλευτικό χαρακτήρα τα οποία να συμβάλλουν στην αναζήτηση πόρων και στη διεθνοποίηση των πανεπιστημίων» ζητάει η Σύνοδος των πρυτάνεων ΑΕΙ από το υπουργείο Παιδείας. Μετά από συνεδρίαση τεσσάρων ωρών τα μέλη της Συγκλήτου εξέδωσαν κατά πλειοψηφία απόφαση με την οποία εκφράζουν την διαφωνία τους με το νέο μοντέλο διοίκησης ΑΕΙ και σχολιάζουν δηκτικά το περιορισμένο χρονικό διάστημα που είχαν στην διάθεση τους από το υπουργείο Παιδείας για να την μελετήσουν και να τοποθετηθούν.
Το ψήφισμα
Συγκεκριμένα στο ψήφισμα τους αναφέρουν τα παρακάτω:
«Η Σύνοδος των Πρυτάνεων των Ελληνικών Πανεπιστημίων, ύστερα από εκτενείς συζητήσεις επί του κατατεθέντος στη διαβούλευση νομοσχεδίου για την οργάνωση και λειτουργία των πανεπιστημίων, επεσήμανε, κατά πλειοψηφία, τα θετικά σημεία του νομοσχεδίου που αντιμετωπίζουν πάγια προβλήματα των πανεπιστημίων.
Στα θετικά σημεία συμπεριλαμβάνονται η δυνατότητα:
να σχεδιάζουν και να ιδρύουν νέα ή/και ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών χωρίς τον έλεγχο του Υπουργείου,
για εξωστρέφεια και διεθνοποίηση των σπουδών,
για εσωτερική κινητικότητα φοιτητών (ένα είδος εθνικού Erasmus),
ευέλικτων και διεπιστημονικών σπουδές,
σύνδεσης εκπαίδευσης και έρευνας με τον παραγωγικό κόσμο,
βελτίωσης των διαδικασιών, ώστε να καθίσταται πιο γρήγορη και αποτελεσματική
διαχείρισης των ερευνητικών κονδυλίων».
Η Σύνοδος επισημαίνει, κατά πλειοψηφία «το ασφυκτικό χρονικό πλαίσιο διαβούλευσης, τα ζητήματα ουσιαστικών διαφωνιών όπως για παράδειγμα τις διαδικασίες κατάργησης, συγχώνευσης και αλλαγής έδρας εκπαιδευτικών μονάδων, καθώς και τεχνικών ασαφειών σε πολλά σημεία του νομοσχεδίου, για τα οποία, μέσω των επιτροπών επεξεργασίας (με συντονισμό από τους αντιπρυτάνεις του προεδρείου), θα καταθέσει αναλυτικό υπόμνημα με παρατηρήσεις επί των άρθρων του σχεδίου νόμου.
Παράλληλα, η Σύνοδος Πρυτάνεων διατυπώνει «έντονο προβληματισμό για το προτεινόμενο σύστημα διοίκησης των πανεπιστημίων, καθώς ανατρέπεται ο διαχρονικά δημοκρατικός τρόπος διοίκησης με την απ’ ευθείας εκλογή των οργάνων διοίκησης από το σύνολο των μελών ΔΕΠ (και άλλων κατηγοριών προσωπικού παλαιότερα)».
Οι βασικές θέσεις επί του συστήματος διοίκησης των ΑΕΙ όπως περιγράφονται στο κείμενο είναι οι παρακάτω:
1. Ίδρυση και αρμοδιότητες Συμβουλίου Διοίκησης
Η Σύνοδος εκφράζει καταρχήν επιφυλάξεις ως προς την ίδρυση των Συμβουλίων Διοίκησης (ΣΔ), καθώς οι αρμοδιότητές τους δεν συνάδουν με τον μέχρι τώρα τρόπο διοίκησης των πανεπιστημίων, συσσωρεύουν μεγάλη δύναμη στη λήψη αποφάσεων, ενώ δεν διαχέεται η εξουσία σε ευρύτερα συλλογικά όργανα (Πρυτανικό Συμβούλιο, Σύγκλητος), χωρίς να υπάρχει πρόνοια για θεσμικά αντίβαρα.
Τα εξωτερικά μέλη του ΣΔ θα βρεθούν, εκ των πραγμάτων, σε δυσχερέστατη θέση να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της καθημερινής λειτουργίας των ελληνικών πανεπιστημίων και αναπόφευκτα δεν θα αφιερώνουν χρόνο στην κατανόηση των προβλημάτων με αποτέλεσμα να απωλέσουν κάθε ενδιαφέρον στη συμμετοχή τους. Αυτό έχει δείξει σε μεγάλο βαθμό και η εμπειρία με τα Συμβούλια Ιδρύματος παλαιότερα.
Τα ΣΔ θα πρέπει να έχουν στρατηγικό και συμβουλευτικό χαρακτήρα, και να συμβάλλουν στην αναζήτηση πόρων και στη διεθνοποίηση των πανεπιστημίων.
2. Πρύτανης
Το κύρος και η ισχύς του Πρύτανη, απαραίτητη προϋπόθεση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων στα ελληνικά πανεπιστήμια, πρέπει να προέλθει από την εντολή μιας ισχυρής και διευρυμένης εκλογικής βάσης, όπως έχει ήδη αποφασιστεί νομοθετικά με τον σχετικό νόμο 4692/2020 (της ίδιας κυβέρνησης). Αντίθετα, ένας Πρύτανης που θα επιλέγεται από ένα 11μελές σώμα, στο οποίο μάλιστα θα είναι μέλος του, δεν θα διαθέτει τη νομιμοποίηση και κύρος μέσα στην ακαδημαϊκή κοινότητα.
Η δυνατότητα διαπλοκής για τον έλεγχο της εκλογής πρύτανη αυξάνει, καθώς στην πράξη τα τέσσερα (4) εσωτερικά μέλη μπορούν να διαμορφώσουν σχετικά εύκολα τις συνθήκες για την εκλογή στο αξίωμα του Πρύτανη ενός εξ αυτών. Υπάρχει η πιθανότητα να επιλεγεί ως πρύτανης εσωτερικό μέλος του ΣΔ που στη ψηφοφορία για εκλογή μελών του ΣΔ συγκέντρωσε ένα πολύ μικρό αριθμό ψήφων.
Ο Πρύτανης συγκεντρώνει υπερεξουσίες, καθώς εκτός από Πρύτανης με αυξημένες αρμοδιότητες και εξουσία είναι ακόμη προεδρεύων της Συγκλήτου, Πρόεδρος του ΣΔ, Πρόεδρος της Επιτροπής Ερευνών, Πρόεδρος του ΚΕΔΙΒΙΜ και Πρόεδρος της Εταιρείας Αξιοποίησης της Περιουσίας. Η σημαντικότερη, όμως, αντίφαση είναι ότι ο Πρύτανης, ως Πρόεδρος του ΣΔ, καθίσταται ταυτόχρονα ελέγχων και ελεγχόμενος.
3. Σύγκλητος
Απονευρώνεται τελείως ο ρόλος της Συγκλήτου, καθώς θα ασχολείται αποκλειστικά με ακαδημαϊκά ζητήματα, αλλά και ακόμη σε πολλά από αυτά, το Συμβούλιο Διοίκησης θα είναι αυτό που θα έχει τον αποφασιστικό λόγο. Το αμέριστο ενδιαφέρον των μελών της Συγκλήτου για τη λειτουργία των πανεπιστημίων τεκμαίρεται από την καθημερινή παρουσία τους στον ακαδημαϊκό τους χώρο και την αλληλεπίδραση με όλα τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας.
4. Αντιπρυτάνεις
Οι Αντιπρυτάνεις υποβαθμίζονται σε απλά εκτελεστικά όργανα, καθώς ούτε εκλέγονται, ούτε αποτελούν μέλη συλλογικών οργάνων, όπως με το υφιστάμενο καθεστώς (Σύγκλητος, Πρυτανικό Συμβούλιο).
Εγείρονται πολλά ερωτηματικά κατά πόσον θα είναι διατεθειμένοι να χειρίζονται ζητήματα των αρμοδιοτήτων τους, χωρίς να συμμετέχουν στη λήψη των σχετικών αποφάσεων. Αυτό ενδέχεται να οδηγήσει σε αδυναμία εξεύρεσης Αντιπρυτάνεων σε μικρά πανεπιστήμια.
5. Κοσμήτορες
Ο θεσμός του Κοσμήτορα λειτουργεί πολύ καλά κάτω από το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο και δεν υπάρχει λόγος για να διορίζονται/επιλέγονται οι Κοσμήτορες από τα ΣΔ.
Θα πρέπει να παραμείνει η εκλογή των Κοσμητόρων από τη βάση. Σε Πανεπιστήμια που έχουν μονοτμηματικές σχολές, ο ρόλος του Κοσμήτορα και του Προέδρου Τμήματος συμπίπτουν και ως εκ τούτου στα ιδρύματα αυτά δεν θα υφίσταται εκλεγμένο όργανο διοίκησης. Επιπλέον ο διορισμός των Κοσμητόρων σημαίνει ότι το 1/3 περίπου των μελών της Συγκλήτου θα είναι διορισμένα.
Στη βάση των παραπάνω, η Σύνοδος Πρυτάνεων «προτείνει, κατά πλειοψηφία, να δοθεί εύλογος χρόνος για ουσιαστική διαβούλευση με την ακαδημαϊκή κοινότητα ώστε να υπάρξει αναδιαμόρφωση του νομοσχεδίου.
Επιπλέον, η Σύνοδος ζητά την εξασφάλιση των απαραίτητων πόρων για την υλοποίηση των θετικών στοιχείων του νομοσχεδίου».