Ο Θεόδωρος Ράλλης συνήθιζε να συστήνεται και να υπογράφει ως Theodore Jacques Ralli, καθώς είχε ως βάση του την Γαλλία. Εκεί σπούδασε, μεγαλούργησε και αναγνωρίστηκε. Ποτέ δεν ξέχασε όμως την ελληνική του καταγωγή, γι’ αυτό και θεωρείται ως ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες ζωγράφους όλων των εποχών.
Σε ηλικία 23 ετών, ταξίδεψε στο Παρίσι. Ξεκίνησε να φοιτά στη Σχολή Καλὠν Τεχνών και να μαθητεύει στο πλάι του φημισμένου ζωγράφου και γλύπτη Ζαν-Λεόν Ζερόμ. Την ίδια χρονιά, τα έργα του εκτέθηκαν για πρώτη φορά στο Σαλόνι του Παρισιού -τεράστιο επίτευγμα για έναν νέο καλλιτέχνη. Σύντομα έγινε μέλος της Εταιρείας Γάλλων Ζωγράφων (Société des artistes français) και τιμήθηκε με εύφημο μνεία και αργυρό μετάλλιο.
Του δόθηκε η γαλλική υπηκοότητα, ενώ έγινε επίσης μέλος της γαλλικής Λεγεώνας της Τιμής -ύψιστη τιμητική διάκριση στην Γαλλία.
Το στυλ και η τεχνική του
Τα περισσότερα έργα του απεικόνιζαν ελληνικές φιγούρες τοποθετημένες σε ανατολίτικα σκηνικά. Ο οριενταλισμός διέπεται από ρεαλισμό και συγκαταλέγεται στους κλάδους της ακαδημαϊκής τέχνης του 19ου αιώνα. Πιθανότατα λόγω αυτής της φαινομενικής καλλιτεχνικής αυστηρότητας, το όνομα του Θεόδωρου Ράλλη δεν έγινε ποτέ πολύ γνωστό στο ευρύ ελληνικό κοινό. Το έργο του όμως ανέκαθεν αναγνωριζόταν και δεχόταν μνείες από τους εγχώριους καλλιτεχνικούς κύκλους, τους κριτικούς τέχνης και τους ακαδημαϊκούς.
Αντίθετα, στο εξωτερικό τα οριενταλιστικά έργα του Ράλλη φάνταζαν εξωτικά. Ο συνδυασμός των ανατολίτικων θεμάτων με τα ελληνορθόδοξα στοιχεία δεν ήταν εικόνες οικείες στα μάτια των Ευρωπαίων. Η ευλάβεια και η αθωότητα των προσώπων, ο ρομαντισμός των σκηνών, τα χρώματα και ο στυγνός ρεαλισμός συνέθεταν μοναδικούς πίνακες. Η μοναδικότητα αυτή έμελλε να αναδειχθεί σε παγκόσμιο επίπεδο έναν αιώνα μετά τον θάνατο του καλλιτέχνη.
Το 2007, ο οίκος Sotheby’s στο Λονδίνο πραγματοποίησε μία μεγάλη δημοπρασία ελληνικών πινάκων. Ανάμεσα στα έργα που εκτίθεντο, βρισκόταν και η «Αιχμάλωτη» του Θεόδωρου Ράλλη. Πρόκειται για μία ελαιογραφία που ο ζωγράφος φιλοτέχνησε το 1885. Απεικονίζει μία Ελληνίδα που, όπως μαρτυρά ο τίτλος, έχει πέσει στην αιχμαλωσία των Τούρκων. Με τα χέρια δεμένα, στέκεται όρθια μπροστά στους δύο δυνάστες της μέσα σε έναν λεηλατημένο χριστιανικό ναό. Από πίσω φαίνεται μία μισοσβησμένη αγιογραφία, πάνω αριστερά διακρίνεται ένας σταυρός, ενώ γύρω της επικρατεί χάος.
Η αρχική εκτίμηση των διοργανωτών ήταν ότι ο πίνακας θα «έπιανε» 300-500 χιλιάδες στερλίνες. Εν τέλει, ξεπέρασε κάθε προσδοκία, αφού πουλήθηκε έναντι 1.046.232 ευρώ (737.300 στερλίνες) σε έναν βρετανό συλλέκτη. Μετατράπηκε στο κορυφαίο «lot» του πλειστηριασμού, ξεπερνώντας μεταξύ άλλων έργα του Κωνσταντίνου Βολανάκη και του Νικολάου Γύζη.
Στην ίδια δημοπρασία, η «Παναγία με τον Χριστό», του Κωνσταντίνου Παρθένη πουλήθηκε έναντι 950.875 ευρώ, αφού πρώτα επτά πλειοδότες έδωσαν «μάχη» για το ποιος θα την αποκτήσει.
Το έργο «Παππούς και Εγγονός» του Γύζη πουλήθηκε στα 823.732 ευρώ και η «Πρόνοια» του Παρθένη στα 664.803. Το «Καλοκαίρι» του Γ. Μόραλη έφτασε τα 569.446 ευρώ και ο πίνακας «Μπαίνοντας στο Λιμάνι» του Κ. Βολανάκη τα 392.355 ευρώ. «Ο Καλλιτέχνης και το Μοντέλο του» του Τσαρούχη πουλήθηκε έναντι 341.271 ευρώ. Η «Αυτοπροσωπογραφία» του Γ. Μπουζιάνη 324.242 ευρώ, το έργο του Βολανάκη «Φρεγάτα δίπλα στην Ακτή» 290.186 ευρώ και η «Φιγούρα Β», ακρυλικό σε καμβά, υπογεγραμμένο και με χρονολογία 1978 από τον Γιάννη Μόραλη, 222.074 ευρώ.
Συνολικά, ο «τζίρος» του παγκοσμίου φήμης οίκου τέχνης εκείνη την ημέρα ανήλθε στα 11,5 εκατομμύρια ευρώ, πολύ παραπάνω από τα αναμενόμενα κέρδη. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 65,8% των έργων πωλήθηκαν πάνω από τις αρχικές εκτιμήσεις.
Για περίπου ένα χρόνο, η «Αιχμάλωτη» του Ράλλη διατήρησε τον τίτλο του ακριβότερου δημοπρατημένου ελληνικού πίνακα στην ιστορία του οίκου. Τον Νοέμβριο του 2008 καθαιρέθηκε από την «Άφιξη του Γ. Καραϊσκάκη στο Φάληρο» του Κωνσταντίνου Βολανάκη που πωλήθηκε έναντι 1.970.000 και διατηρεί το ρεκόρ μέχρι σήμερα.
Πηγή: Μηχανή του Χρόνου