
Κατανόηση του εγκεφαλικού θολώματος που σχετίζεται με το Long COVID
Ακόμα και μετά από αρκετά χρόνια από την έναρξη της πανδημίας COVID-19, οι επιπτώσεις της λοίμωξης από τον SARS-CoV-2 παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αδιευκρίνιστες. Ιδιαίτερα, το Long COVID, μια χρόνια κατάσταση που μπορεί να αναπτυχθεί μετά την COVID-19, προκαλεί ποικιλία διαρκών συμπτωμάτων. Ένα από τα πιο κοινά και εξουθενωτικά από αυτά είναι η γνωστική δυσλειτουργία, συχνά αναφερόμενη ως “εγκεφαλικό θόλωμα”, η οποία επηρεάζει πάνω από το 80% των ατόμων με Long COVID. Δεδομένου ότι υπάρχουν εκατοντάδες εκατομμύρια παγκόσμιες περιπτώσεις, το Long COVID συνιστά μια τεράστια πρόκληση για τη δημόσια υγεία και την κοινωνικοοικονομία, καθώς επηρεάζει σοβαρά την ικανότητα των ανθρώπων να εργάζονται και να εκτελούν καθημερινές δραστηριότητες.
Μοριακές αιτίες και προκλήσεις στην κατανόηση του Long COVID
Δυστυχώς, παρά την εκτενή του παρουσία, οι υποκείμενες αιτίες του Long COVID και του εγκεφαλικού θολώματος παραμένουν κακώς κατανοητές. Προηγούμενες απεικονιστικές μελέτες έχουν δείξει κάποιες δομικές αλλαγές στον εγκέφαλο, αλλά δεν έχουν καταφέρει να προσδιορίσουν τις μοριακές δυσλειτουργίες που ευθύνονται για τα γνωστικά συμπτώματα. Επειδή είναι δύσκολο να παρατηρηθούν απευθείας τα μόρια που διέπουν την επικοινωνία μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων, οι ερευνητές μένουν χωρίς αντικειμενικούς βιοδείκτες για να επιβεβαιώσουν τη διάγνωση Long COVID ή να αναπτύξουν θεραπείες.
Σημαντική πρόοδος στην κατανόηση του εγκεφαλικού θολώματος
Για να αντιμετωπίσουν αυτή την πρόκληση, μια ερευνητική ομάδα υπό την καθοδήγηση του καθηγητή Takuya Takahashi από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Yokohama City, Ιαπωνία, έχει κάνει μια σημαντική ανακάλυψη στην κατανόηση της αιτίας του εγκεφαλικού θολώματος που σχετίζεται με το Long COVID. Όπως εξηγείται στην εργασία τους, που δημοσιεύθηκε στο Brain Communications στις 1 Οκτωβρίου 2025, η ομάδα υπέθεσε ότι οι ασθενείς με εγκεφαλικό θόλωμα μπορεί να εμφανίζουν διαταραγμένη έκφραση των υποδοχέων AMPA (AMPARs) – βασικών μορίων για τη μνήμη και τη μάθηση – με βάση προηγούμενες έρευνες σε ψυχιατρικές και νευρολογικές διαταραχές όπως η κατάθλιψη, η διπολική διαταραχή, η σχιζοφρένεια και η άνοια. Έτσι, χρησιμοποίησαν μια νέα μέθοδο που ονομάζεται [11C]K-2 AMPAR PET απεικόνιση για να οπτικοποιήσουν και να ποσοτικοποιήσουν τη πυκνότητα των AMPARs στον ζωντανό ανθρώπινο εγκέφαλο.
Συγκρίνοντας τα δεδομένα απεικόνισης από 30 ασθενείς με Long COVID με 80 υγιείς ανθρώπους, οι ερευνητές διαπίστωσαν μια αξιοσημείωτη και εκτενή αύξηση στην πυκνότητα των AMPARs στους εγκεφάλους των ασθενών. Αυτή η αυξημένη πυκνότητα υποδοχέων σχετίζεται άμεσα με τη σοβαρότητα της γνωστικής τους δυσλειτουργίας, υποδεικνύοντας μια σαφή σύνδεση μεταξύ αυτών των μοριακών αλλαγών και των συμπτωμάτων. Επιπλέον, οι συγκεντρώσεις διαφόρων φλεγμονωδών δεικτών συσχετίστηκαν επίσης με τα επίπεδα των AMPARs, υποδεικνύοντας μια πιθανή αλληλεπίδραση μεταξύ φλεγμονής και έκφρασης υποδοχέων.
Συνολικά, τα ευρήματα της μελέτης αποτελούν ένα κρίσιμο βήμα προς την κατεύθυνση της επίλυσης πολλών ανεπίλυτων ζητημάτων σχετικά με το Long COVID. Η συστηματική αύξηση των AMPARs παρέχει μια άμεση βιολογική εξήγηση για τα γνωστικά συμπτώματα, αναδεικνύοντας έναν στόχο για πιθανές θεραπείες. Για παράδειγμα, φάρμακα που καταστέλλουν τη δραστηριότητα των AMPARs θα μπορούσαν να είναι μια βιώσιμη προσέγγιση για την ανακούφιση του εγκεφαλικού θολώματος. Ενδιαφέρον είναι ότι η ανάλυση της ομάδας έδειξε επίσης ότι τα δεδομένα απεικόνισης μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να διακρίνουν τους ασθενείς από τους υγιείς ελέγχους με 100% ευαισθησία και 91% ειδικότητα. “Με την εφαρμογή της νέας μας τεχνολογίας απεικόνισης υποδοχέων AMPA, στοχεύουμε να προσφέρουμε μια νέα προοπτική και καινοτόμες λύσεις στην πιεστική ιατρική πρόκληση που είναι το Long COVID,” δηλώνει ο καθηγητής Takahashi.
Αν και απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες για να βρεθεί μια οριστική λύση για το Long COVID, αυτή η εργασία αποτελεί ένα υποσχόμενο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. “Τα ευρήματά μας αποδεικνύουν σαφώς ότι το εγκεφαλικό θόλωμα του Long COVID θα πρέπει να αναγνωρίζεται ως μια νόμιμη κλινική κατάσταση. Αυτό θα μπορούσε να ενθαρρύνει τη βιομηχανία υγειονομικής περίθαλψης να επιταχύνει την ανάπτυξη διαγνωστικών και θεραπευτικών προσεγγίσεων για αυτή τη διαταραχή,” καταλήγει ο καθηγητής Takahashi.
Συνοψίζοντας, τα ευρήματα της ομάδας επιλύουν κεντρικές αβεβαιότητες σχετικά με τη βιολογική βάση του εγκεφαλικού θολώματος Long COVID και μπορεί να ανοίξουν το δρόμο για νέες διαγνωστικές μεθόδους και αποτελεσματικές θεραπείες για τους ασθενείς που υποφέρουν από αυτή την κατάσταση.