Την Πέμπτη το πρωί το αρμόδιο δικαστήριο απέστειλε τη διαθήκη του Μίκη Θεοδωράκη στους κατά νόμο ενδιαφερομένους, εκείνους δηλαδή που περιλαμβάνονται σε αυτή. Ξεκίνησε έτσι η αντίστροφη μέτρηση για να «λυθούν» οι σχετικές με το θέμα απορίες. Ολα αυτά δεν περιέρχονται αυτόματα σε γνώση της κοινής γνώμης. Για να συμβεί αυτό έπρεπε να υπάρξει γνωστοποίηση ή «διαρροή» των σχετικών πληροφοριών ή ακόμα και του ίδιου του κειμένου από κάποιον ο οποίος αναφέρεται στη διαθήκη, την έλαβε και ήθελε να το πράξει.
Την Πέμπτη το βράδυ υπήρξαν οι πρώτες τέτοιες διαρροές, το περιεχόμενο των οποίων τεκμαίρεται πάντως ότι είναι ακριβές. Σύμφωνα με τα όσα περιλαμβάνουν και φέρονται αληθή, καθοριστικό στοιχείο αποτελεί το ότι ο Μίκης Θεοδωράκης επιφύλαξε στην επί δεκαετίες αφοσιωμένη γραμματέα, τη μόνη πραγματική εξ απορρήτων του, τη Ρένα Παρμενίδου, τον ρόλο της εκτελεστού της διαθήκης του. Αυτό είναι κάτι που δημιουργεί σημαντικά νέα δεδομένα και συνάδει πλήρως τόσο με τη στενή συνεργασία τους όλα αυτά τα χρόνια, όσο και με την κυριότερη από τις επιθυμίες του: να προστατευθεί και να παραμείνει διαθέσιμο το έργο του με τον πιο ανοικτό και αποτελεσματικό δυνατό τρόπο από την ώρα που ο ίδιος δεν είναι πλέον στη ζωή.
Η παρουσία του έργου του
Επαρκείς λεπτομέρειες για τα πνευματικά του δικαιώματα δεν έχουν γίνει ακόμα γνωστές. Τεκμαίρεται πάντως ότι αυτά παραμένουν στους φυσικούς κληρονόμους του. Πέραν όμως της οικονομικής τους διάστασης, τα πνευματικά δικαιώματα έχουν και μία ακόμα, πολύ πιο σημαντική και ευρεία σημασία που ασφαλώς έχει παίξει κύριο ρόλο στις αποφάσεις του: το ζήτημα των δικαιωμάτων άπτεται απόλυτα της διασφάλισης της συνέχισης της παρουσίας του έργου του. Θεωρητικά και γενικά, οι κληρονόμοι των πνευματικών δικαιωμάτων μπορούν ακόμα και να απαγορεύουν τη χρήση πνευματικών έργων ή να θέτουν τέτοιες οικονομικές ή άλλες προϋποθέσεις ώστε αυτή να καθίσταται πρακτικά απαγορευτική.
Επίσης, μπορεί να επιτρέπουν χρήσεις τους που τελικά βλάπτουν την εικόνα ενός δημιουργού. Ομως, υπάρχει ίσως η δυνατότητα να διασφαλιστούν και τα έσοδα προς μία κατεύθυνση, αλλά, ταυτόχρονα, οι σχετικές αποφάσεις να λαμβάνονται με τρόπο που να διασφαλίζει τις επιθυμίες του σε ένα τέτοιο μέγα ζήτημα ουσίας, για ένα έργο που αφορά πλέον συνολικά την ταυτότητα του ελληνικού λαού. Εδώ μπαίνει λοιπόν και η ισορροπία μεταξύ εκτελεστού της διαθήκης και κατόχων των δικαιωμάτων. Τα πνευματικά δικαιώματα έχουν την οικονομική και τη λεγόμενη ηθική τους διάσταση.
Στην ουσία ο Μίκης Θεοδωράκης φέρεται να αφήνει την πρώτη στους φυσικούς του απογόνους και να επιθυμεί η δεύτερη να κρίνεται από την εκτελεστή της διαθήκης του. Είναι μια πολύπλοκη άσκηση. Γίνεται αυτό; Και πώς; Μπορεί να «τεμαχιστούν» έτσι τα πνευματικά δικαιώματα και μάλιστα κληρονομούμενα; Και, αν ναι, είναι αναγκαίο να προβλέπεται ρητά; Και, όσον αφορά τις ηχογραφήσεις, υπάρχουσες αλλά και επόμενες, όπου εμπλέκονται και άλλα δικαιώματα, τι γίνεται; Οποιος βιαστεί να απαντήσει στο ποια θα είναι τελικά αυτή η ισορροπία, μάλλον αφενός δεν θα έχει κατανοήσει επαρκώς το νομικό ζήτημα και αφετέρου δεν γνωρίζει τις πραγματικές δυναμικές.
Ο Μίκης Θεοδωράκης βίωσε, σε όλη του τη ζωή, απαγορεύσεις και προσβολές, αν και για πολιτικούς βέβαια λόγους, στο πετσί του. Συνεπώς, έχοντας πλήρη γνώση των πιο πάνω κινδύνων, έκανε ό,τι έκρινε ορθό και απαραίτητο για να προφυλάξει το έργο του, καθώς θεωρούσε πάντοτε ότι αυτό αποτελεί κτήμα του ελληνικού λαού και της ιστορίας του και έτσι ήθελε αυτό να αντιμετωπίζεται. Τέτοιου βεληνεκούς ζητήματα λύνονται, διεθνώς, μόνο με θεσμικούς τρόπους και πολύ αναλυτική νομική προετοιμασία και δομή, όχι σε προσωπικό επίπεδο. Εδώ, δεν υφίσταται κάτι τέτοιο. Μακάρι να μη συμβεί, αλλά ο κίνδυνος να εξελιχθούν όλα αυτά σε διαρκές πρόβλημα, αντί για μόνιμη λύση, προβάλλει περισσότερο από υπαρκτός.
Ο Νίκος Κουρής – Θεοδωράκης
Οσον αφορά το ζήτημα που έχει απασχολήσει έντονα τη δημοσιότητα μετά τον θάνατό του, δηλαδή το αν ο Νίκος Κουρής – Θεοδωράκης είναι ή δεν είναι παιδί του, στη διαθήκη δεν φέρεται να υπάρχει κανενός είδους τέτοια αναγνώριση. Υπάρχουν όμως τρία πολύ εκκωφαντικά στοιχεία: η ιδιαίτερα τιμητική αναφορά στον Νίκο Κουρή – Θεοδωράκη, η έντονη προτροπή να διευκολυνθεί από τους κληρονόμους του να συνεχίσει το έργο του μέσω του πολύ επιτυχούς Mikis Radio και η άδειά του να απαλλάσσεται των δικαιωμάτων για όσα έργα εκπέμπει από το διαδικτυακό ραδιόφωνο. Υπάρχει και η προσωπική «εξομολογητική» θετική επίδραση της παρουσίας και της δουλειάς του Νίκου Κουρή – Θεοδωράκη στη ζωή του σπουδαίου Ελληνα.
Ολα τα παραπάνω δεν συνιστούν φυσικά κάποιο είδος νομικά έγκυρης απάντησης του Μίκη Θεοδωράκη στο επίμαχο θέμα της πατρότητας, δεν αφήνουν όμως πλέον απολύτως καμία αμφιβολία για την προσωπική θέση του σε αυτό το ζήτημα, που θα ήταν ευχής έργον να το είχε ο ίδιος ξεκαθαρίσει εν ζωή, κάτι που όμως δεν συνέβη. Πάντως, άλλο η αναγνώριση και άλλο η αναφορά σε μια δουλειά με τέτοια έστω σημασία και στον άνθρωπο που εργάζεται άοκνα γι’ αυτό και που ο ίδιος ο Μίκης Θεοδωράκης ένθερμα τον ευχαριστεί στη διαθήκη του. Υστερα από όλα αυτά, όμως, παραμένει και ενισχύεται το ανοιχτό ερώτημα του πώς θα εξελιχθεί πλέον η σχετική δικαστική διαμάχη. Ο Νίκος Κουρής – Θεοδωράκης δεν αναγνωρίστηκε μεν, αλλά, προδήλως, αναγνωρίστηκε απολύτως ηθικά. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Τι θα γίνει μετά; Το ζήτημα κάθε άλλο παρά έχει λυθεί.
Μουσείο το σπίτι
Τέλος, εκφράζεται η επιθυμία του Μίκη Θεοδωράκη να μετατραπεί το σπίτι στο οποίο έμενε από τη Μεταπολίτευση μέχρι τον θάνατό του σε μουσείο, μόνον όμως με την ευθύνη του κράτους, αν μπορεί κάτι τέτοιο να συμβεί. Και όχι με την ευθύνη των σημερινών κυρίων του, δηλαδή της κόρης του Μαργαρίτας. Πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι τα εμπράγματα στοιχεία κληρονομιάς του Μίκη Θεοδωράκη είχαν ήδη ρυθμιστεί στην οικογένεια όσο ο ίδιος ήταν στη ζωή. Οταν έφυγε, ο ίδιος δεν είχε στο όνομά του τίποτα: τα ακίνητα της οικογένειας είχαν ήδη μοιραστεί, με την κόρη του Μαργαρίτα να έχει ήδη στην κατοχή της το ακίνητο της οδού Επιφάνους, στο οποίο ο ίδιος ο Μίκης Θεοδωράκης κατοικούσε, όπως και το σπίτι στο Βραχάτι. Ο γιος του Γιώργος Θεοδωράκης είναι κάτοχος του σπιτιού στο οποίο στεγάστηκε και το στούντιό του κοντά στους Στύλους του Ολυμπίου Διός. Εκτός Ελλάδας, το σπίτι του Μίκη Θεοδωράκη στο Παρίσι έχει πουληθεί εδώ και πολύ καιρό. Ολες αυτές οι μεταβολές, για ορισμένες πτυχές των οποίων ο ίδιος φέρεται να είχε κάποιες δεύτερες σκέψεις, όπως λ.χ. το αν έπρεπε ή όχι το πατρικό σπίτι των παιδιών του να περιέλθει από κοινού και στα δύο παιδιά, είχαν ήδη κανονιστεί όσο εκείνος βρισκόταν στη ζωή σύμφωνα με τις αποφάσεις της οικογένειας.
Από όλες τις παραπάνω πληροφορίες, που πάντως παραμένουν αποσπασματικές, ξεκαθαρίζει το τοπίο των προθέσεων του Μίκη Θεοδωράκη. Μένει όμως προς απόδειξη ο τρόπος με τον οποίο όλα αυτά θα λειτουργήσουν τελικά και στην πράξη. Λ.χ., το πιο απλό, το θέμα του ενδεχόμενου μουσείου: πώς θα μπορούσε να προχωρήσει αν υποτεθεί ότι η Μαργαρίτα Θεοδωράκη δεν συμφωνήσει να παραχωρήσει το σπίτι στο κράτος, αν βέβαια αυτό θα ενδιαφερθεί για τη δημιουργία μουσείου;
Πνευματικά δικαιώματα
Πολύ πιο σύνθετο μπορεί να αποδειχθεί όμως στην πράξη το ζήτημα των πνευματικών δικαιωμάτων. Πρόκειται για έναν εξαιρετικά πολύπλοκο και συνεχώς εξελισσόμενο κλάδο του Δικαίου, ειδικά στην ψηφιακή εποχή, που εγείρει ζητήματα ακόμα και εκεί που έχουν υπάρξει και οι πιο καλά οργανωμένες εξασφαλίσεις. Αλλωστε, εκτός των πνευματικών δικαιωμάτων, υπάρχουν και εκείνα των εταιρειών παραγωγής, τα μηχανικά και άλλα δικαιώματα, τα εκτελεστικά δικαιώματα των συνεργαζόμενων καλλιτεχνών, τα ζητήματα αναμετάδοσης κ.ο.κ.
Σε όλα αυτά, όσο ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν στη ζωή, πρακτικά περίπου ουδείς τολμούσε να εγείρει ζητήματα ενάντια στη βούλησή του, η οποία γινόταν σεβαστή από τους πάντες. Θα εξακολουθήσει να συμβαίνει κάτι τέτοιο και στο μέλλον; Τα ζητήματα των πνευματικών και άλλων συναφών δικαιωμάτων έχουν και μία ακόμα κρισιμότερη εν προκειμένω διάσταση: ποια μπορεί να είναι τελικά η πραγματική ισορροπία μεταξύ των προθέσεων της εκτελεστού της διαθήκης, που είναι βέβαιο ότι εκφράζει πλήρως τη βούληση του ίδιου του Μίκη Θεοδωράκη, και των κατόχων των δικαιωμάτων αυτών; Ποια είναι τα όρια που προβλέπονται – αν προβλέπονται με επάρκεια – από τους σχετικούς νόμους σχετικά με μια τέτοια, τόσο σύνθετη υπόθεση, που, εφόσον επιβεβαιωθούν οι σχετικές διαρροές, θα αφορά πλέον όχι μόνο το δίκαιο των πνευματικών δικαιωμάτων, αλλά και άλλους κλάδους του δικαίου;
Ποιος θα αποφασίζει όταν θα εγείρονται ζητήματα; Και πώς; Ακόμα, τι άλλο υπάρχει στην κύρια ή στις συμπληρωματικές διαθήκες που ενδεχομένως να βοηθά στο να ξεκαθαρίσει περισσότερο αυτό το τοπίο; Σε όλα αυτά τα ερωτήματα, απάντηση θα δοθεί μόνον όταν γνωστοποιηθεί το σύνολο της διαθήκης και, επιπλέον, όταν πάρουν θέση, χωρίς εύλογες αμφισβητήσεις, επαρκείς νομικοί που μπορούν να εκφέρουν ολοκληρωμένη επιστημονική άποψη – πιθανώς δε και χωρίς διαφωνίες. Συνεπώς, όσο κι αν επιθυμεί κανείς να πιστεύει ότι το άνοιγμα της διαθήκης ολοκληρώνει τον κύκλο αυτών των θεμάτων, ίσως, στην πράξη, να αποδειχθεί ότι κάτι τέτοιο δεν έχει ακόμα συμβεί. Το βέβαιο είναι ότι ο Μίκης Θεοδωράκης κάθε άλλο παρά δίνει, σύμφωνα με τις παραπάνω πληροφορίες, το «ελεύθερο» στους φυσικούς του κληρονόμους – ανεξάρτητα από την οικονομική διάσταση των δικαιωμάτων.
Πέντε διαθήκες
Τέλος, ως προς το ερώτημα που απασχόλησε πολλούς σε σχέση με τη γνωστοποίηση και δημοσιοποίηση των τελευταίων του βουλήσεων, είναι γιατί αυτό περιλαμβάνεται σε πέντε διαθήκες και όχι σε μία. Ο Μίκης Θεοδωράκης έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 96 ετών. Ομως, το ζήτημα του θανάτου τον απασχολούσε πολύ καιρό πριν από τη στιγμή που τελικά αυτός επήλθε. Και σε ήδη προχωρημένη ηλικία, μακριά όμως από τα 96 έτη, από το 2011, είχε συντάξει την πρώτη διαθήκη του. Η πάροδος των ετών τον έκανε προδήλως να αναθεωρήσει διάφορες σκέψεις σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό.
Είναι προφανές ότι υπήρξαν σοβαρές αιτίες γι’ αυτό. Και οι αιτίες φαίνονται καθαρά, αν και δεν αναφέρονται ρητά, στις λύσεις που θέλησε να δώσει. Αυτός είναι και ο λόγος για τις πέντε διαθήκες, το έως τώρα γνωστό από τις διαρροές περιεχόμενο των οποίων κάθε άλλο παρά βέβαιο είναι ότι θα ευχαριστεί πλήρως τους φυσικούς του κληρονόμους. Παραμένει όμως ένα καίριο ερώτημα: Οι λύσεις αυτές θα αποδειχθούν οριστικά λειτουργικές; Ή μπορεί, αντιθέτως, να αποδειχθεί ότι υπάρχουν εκεί θρυαλλίδες σημαντικών προβλημάτων για το μέλλον;
Την απάντηση θα δώσουν συνθετικά η γνωστοποίηση του συνόλου του υλικού της διαθήκης, η έγκυρη επιστημονική ανάλυσή του και τελικά, κυρίως, η ίδια η ζωή, στην πράξη. Η ουσία είναι ότι από τον Μίκη Θεοδωράκη, για την Ελλάδα και τους Ελληνες, για το σήμερα και, κυρίως, για το αύριο, μένει η στάση, η δράση και πάνω απ’ όλα το έργο του. Και τα ιδιωτικού χαρακτήρα ζητήματα, παρά τη φασαρία των ημερών, ελπίζει κανείς ότι γρήγορα θα περάσουν στην πραγματική σφαίρα τους, της ιδιωτικής μοίρας, χωρίς να επηρεάζουν τα σπουδαία και τα μεγάλα…