Μελέτη αποκαλύπτει πώς ο αναπνευστικός ρυθμός επηρεάζει τη διαδικασία μνήμης

Μελέτη αποκαλύπτει πώς ο αναπνευστικός ρυθμός επηρεάζει τη διαδικασία μνήμης

Η αναπνοή μας, πέρα από την προφανή ανάγκη για οξυγόνο, φαίνεται να παίζει και άλλους σημαντικούς ρόλους. Πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι ο ρυθμός της αναπνοής επηρεάζει τις νευρικές διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένης της επεξεργασίας ερεθισμάτων και της μνήμης. Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Ludwig Maximilians (LMU) του Μονάχου, υπό την καθοδήγηση του Δρ. Θόμα Σκράινερ, συνεργάστηκαν με επιστήμονες από το Ινστιτούτο Max Planck για την Ανθρώπινη Ανάπτυξη στο Βερολίνο και το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, για να αναλύσουν πώς η αναπνοή επηρεάζει την ανάκληση πληροφοριών.

Η μεθοδολογία της έρευνας

Στην πειραματική διαδικασία συμμετείχαν 18 άτομα, τα οποία κλήθηκαν να συνδυάσουν 120 εικόνες με συγκεκριμένες λέξεις. Αφού ολοκλήρωσαν την εκμάθηση, οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να ανακαλέσουν αυτές τις συσχετίσεις, και στη συνέχεια να το κάνουν ξανά μετά από έναν δίωρο μεσημεριανό ύπνο. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, οι ερευνητές κατέγραψαν την αναπνοή τους καθώς και τη δραστηριότητα του εγκεφάλου μέσω ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος (EEG).

Αποτελέσματα και ευρήματα

Τα αποτελέσματα της μελέτης, που δημοσιεύθηκαν στο Journal of Neuroscience, δείχνουν ότι οι συμμετέχοντες ήταν πιο ικανοί να ανακαλέσουν τις λέξεις και τις αντίστοιχες εικόνες όταν οι υπενθυμιστικές ενδείξεις παρουσιάζονταν κατά τη διάρκεια ή λίγο πριν από την εισπνοή. Όπως σημειώνει ο Σκράινερ, “το EEG αποκαλύπτει ότι η πραγματική ανάκληση της μνήμης συμβαίνει κυρίως κατά την εκπνοή.” Αυτό υποδηλώνει ότι υπάρχει μια λειτουργική διάσπαση: η εισπνοή είναι ευνοϊκή για την λήψη της υπενθύμισης, ενώ η εκπνοή είναι καλύτερη για την ανακατασκευή της μνήμης στον εγκέφαλο.

Στις καταγραφές EEG, οι ερευνητές εντόπισαν δύο χαρακτηριστικές υπογραφές της επιτυχούς ανάκλησης, που προσφέρουν πληροφορίες σχετικά με τις υποκείμενες νευρικές διαδικασίες. Η μία ήταν η εξασθένηση συγκεκριμένων εγκεφαλικών κυμάτων, κυρίως της δραστηριότητας άλφα και βήτα, υποδεικνύοντας ότι ο εγκέφαλος μπορεί να ενεργοποιεί μια μνήμη και να εστιάζει περισσότερο στην ανάκληση. Η δεύτερη υπογραφή περιλάμβανε τις λεγόμενες αναδραστικές μνήμες, όπου οι ίδιες νευρικές διαδικασίες που ήταν ενεργές κατά τη διάρκεια της εκμάθησης επανεμφανίστηκαν.

Συμπεράσματα και μελλοντικές προοπτικές

Κατά τη διάρκεια του πειράματος, οι συμμετέχοντες επικεντρώθηκαν αποκλειστικά στην εργασία μνήμης, διατηρώντας τον φυσικό τους ρυθμό αναπνοής. Ο πρώτος συγγραφέας της μελέτης, Εστεμπάν Μπουγιόν Ταρράσο, επισημαίνει ότι για να εξεταστεί αν μπορούν να προκύψουν χρήσιμες στρατηγικές από τα ευρήματα, απαιτούνται μελέτες με στοχευμένη παρέμβαση στην αναπνοή. Υπογραμμίζει επίσης την ανάγκη για περισσότερη έρευνα σχετικά με παλαιότερες μνήμες, καθώς οι μηχανισμοί που ανακαλύφθηκαν υποδηλώνουν ότι η αναπνοή έχει ρόλο και εκεί.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι υπάρχουν ατομικές διαφορές στην έκταση με την οποία οι διαδικασίες του εγκεφάλου που σχετίζονται με τη μνήμη συγχρονίζονται με την αναπνοή. Οι ερευνητές παρατήρησαν διαφορές μεταξύ των συμμετεχόντων, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η αναπνοή συνδέεται πιο αποτελεσματικά με τις νευρικές διαδικασίες σε ορισμένα άτομα. Όταν η αλληλεπίδραση μεταξύ εγκεφάλου και αναπνοής είναι καλύτερη, τότε η διαδικασία μνήμης φαίνεται να λειτουργεί πιο αποτελεσματικά. “Η αναπνοή είναι ένας φυσικός ρυθμιστής για τις διαδικασίες μνήμης, αναδεικνύοντας τη στενή σύνδεση μεταξύ του σώματος και του εγκεφάλου μας,” καταλήγει ο Σκράινερ.

Η ΨΗΦΙΑΚΗ ΣΑΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Στοιχεία επικοινωνίας

Μέλος του emedia

© 2025 – ONCAMERA.gr