Η ελληνική κυβέρνηση προχωρά σε ένα φιλόδοξο σχέδιο ριζικής αναδιάρθρωσης του τομέα ύδρευσης, με στόχο την αντιμετώπιση της αυξανόμενης λειψυδρίας και των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg, η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρά υδατικά προβλήματα, τα οποία επιδεινώνονται λόγω των υψηλών θερμοκρασιών, της περιορισμένης βροχόπτωσης και της ανεπαρκούς υποδομής διαχείρισης των υδάτινων πόρων.
Ένας από τους βασικούς άξονες του σχεδίου περιλαμβάνει τη συγχώνευση περισσότερων από 700 δημοτικών εταιρειών ύδρευσης σε τρεις βασικούς κρατικούς φορείς. Από αυτούς, οι δύο θα είναι οι υφιστάμενες ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ, οι οποίες σήμερα εξυπηρετούν αντίστοιχα την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Στο πλαίσιο του νέου σχεδιασμού, οι δύο εταιρείες θα επεκτείνουν τη γεωγραφική τους κάλυψη και εκτός των ορίων των μητροπολιτικών περιοχών. Η τρίτη οντότητα που θα συσταθεί θα αναλάβει την ευθύνη για την ύδρευση της υπόλοιπης επικράτειας.
Παράλληλα, η κυβέρνηση εξετάζει τη δημιουργία ειδικού ταμείου για τη χρηματοδότηση σημαντικών έργων υποδομής, όπως η κατασκευή φραγμάτων και μονάδων αφαλάτωσης. Τα έργα αυτά κρίνονται απαραίτητα για την ενίσχυση της υδατικής επάρκειας, ιδίως σε περιοχές που αντιμετωπίζουν έντονα προβλήματα υδροδότησης. Η Αττική και η Κρήτη πρόκειται να χαρακτηριστούν επίσημα ως περιοχές με υδατικό έλλειμμα, ώστε να διευκολυνθεί η ένταξη των έργων σε προγράμματα χρηματοδότησης και να επιταχυνθεί η διαδικασία των επενδύσεων.
Η ανάγκη για αυτόν τον ανασχεδιασμό καθίσταται επιτακτική, καθώς η Ελλάδα βιώνει τη χειρότερη περίοδο υδατικής επάρκειας των τελευταίων δεκαετιών. Τα επίπεδα νερού στα βασικά φράγματα που υδροδοτούν την Αθήνα βρίσκονται στα χαμηλότερα σημεία των τελευταίων 30 ετών, ενώ οι θερμοκρασίες φτάνουν τους 43 βαθμούς Κελσίου σε αρκετές περιοχές. Η μακροχρόνια ξηρασία και η αύξηση της θερμοκρασίας λόγω της κλιματικής κρίσης επηρεάζουν αρνητικά τόσο τον τουριστικό όσο και τον αγροτικό τομέα.
Ο νέος σχεδιασμός προβλέπει επίσης θεσμικές και λειτουργικές αλλαγές στις δύο βασικές εταιρείες ύδρευσης, την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ. Οι εταιρείες θα παραμείνουν υπό κρατικό έλεγχο, ωστόσο σχεδιάζονται παρεμβάσεις για τη βελτίωση της λειτουργικής τους αποτελεσματικότητας. Μεταξύ των αλλαγών που προωθούνται περιλαμβάνεται η απλοποίηση των διαδικασιών προσλήψεων προσωπικού και η δυνατότητα προσέλκυσης εξειδικευμένων στελεχών από τον ιδιωτικό τομέα.
Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάζει η ιστοσελίδα airetos.gr, στην Ελλάδα υπάρχουν συνολικά 1.327 έργα ύδρευσης τα οποία χρήζουν υλοποίησης ή αναβάθμισης, με το συνολικό κόστος να εκτιμάται σε πάνω από 5 δισεκατομμύρια ευρώ. Από το 2019 μέχρι σήμερα έχουν ολοκληρωθεί 278 έργα, συνολικής αξίας 356 εκατομμυρίων ευρώ, αριθμός που δείχνει τόσο το εύρος των αναγκών όσο και τη μέχρι τώρα περιορισμένη πρόοδο.
Η κλιματική αλλαγή έχει ήδη ισχυρό αντίκτυπο στη χώρα και η πίεση προς τα υδατικά αποθέματα είναι εμφανής. Η Ευρώπη είναι η ήπειρος με τη μεγαλύτερη άνοδο της μέσης θερμοκρασίας παγκοσμίως και οι χώρες της Μεσογείου – όπως η Ελλάδα – συγκαταλέγονται στις πλέον ευάλωτες σε φαινόμενα ξηρασίας. Ο αντίκτυπος της κρίσης δεν είναι μόνο περιβαλλοντικός αλλά και οικονομικός, αφού πλήττει την αγροτική παραγωγή, επιβαρύνει την καθημερινότητα των πολιτών και δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στον τουρισμό, βασικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας.
Με αυτό το πλαίσιο, το σχέδιο της κυβέρνησης επιδιώκει να προχωρήσει πέρα από αποσπασματικές λύσεις, διαμορφώνοντας έναν ενιαίο και μακροπρόθεσμο μηχανισμό διαχείρισης των υδάτινων πόρων της χώρας. Η επιτυχία του εγχειρήματος θα εξαρτηθεί τόσο από τη δυνατότητα χρηματοδότησης των απαραίτητων υποδομών όσο και από τη βούληση για διοικητικές και οργανωτικές μεταρρυθμίσεις που θα διασφαλίσουν την αποδοτικότερη αξιοποίηση των διαθέσιμων υδάτων.