Περισσότερο φως ρίχνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας στα αμφιλεγόμενα πειράματα κέρδους – λειτουργίας, γνωστά στην επιστημονική κοινότητα ως «Gain of Function», με τα οποία παγκοσμίως διαφοροποιούνται ή μετατρέπονται γενετικά μέσω πειραμάτων, σε τουλάχιστον 13 εργαστήρια ανά τον κόσμο επιπέδου BLS 4, επικίνδυνα παθογόνα και μολυσματικοί ιοί, όπως φέρεται να γινόταν και στο εργαστήριο της κινεζικής Γουχάν, με στόχο την εύρεση νέων θεραπειών ή εμβολίων ενάντια σε αναδυόμενους επικίνδυνους ιούς.
Ο ΠΟΥ, σχετικά με τη διεξαγωγή αυτών των πειραμάτων, τονίζει πως «λόγω των προφανών σοβαρών κινδύνων που ενδέχεται να ενέχουν τα πειράματα αυτά, συνιστάται ιδιαίτερα, να μην πραγματοποιούνται, εκτός και εάν υπάρχουν σαφώς επιτακτικοί λόγοι, καθώς και αυστηρή εποπτεία ασφάλειας».
Η δήλωση αυτή του Οργανισμού επιβεβαιώνει κατ’ ουσίαν τη συνεχιζόμενη διεξαγωγή τέτοιων πειραμάτων με επικίνδυνα παθογόνα από επιστήμονες σε πολλές χώρες, σε επίπεδα ασφάλειας που ποικίλουν μεταξύ τους.
Τέτοια πειράματα φέρεται να διεξήγαγαν με κοροναϊούς και οι επιστήμονες στο Ιολογικό εργαστήριο της Γουχάν, στα οποία, σύμφωνα με επίσημα έγγραφα αλλά και πρόσφατα βίντεο από το ίδιο το εργαστήριο, φαίνεται ότι δεν τηρούνταν σε πολλές περιπτώσεις τα προβλεπόμενα επίπεδα βιοασφάλειας.
Αυτό το γεγονός ενισχύει όλο και περισσότερο τα σενάρια ενός πιθανού ατυχήματος, είτε μέσω μόλυνσης των συνεργατών του εργαστηρίου τον Νοέμβριο του 2019 όπως υποστηρίζουν οι ΗΠΑ, είτε μέσω διαφυγής του ιού στο περιβάλλον, προκαλώντας την πανδημία.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, μπροστά στους κινδύνους που ενέχουν τέτοιου είδους πειράματα, υπογράμμισε στην ΕΡΤ, ότι ήδη από το 2010, είχε δημοσιεύσει σχετική οδηγία, με τίτλο «Υπεύθυνη Έρευνα για τις Επιστήμες της Ζωής για την Παγκόσμια Ασφάλεια Υγείας», ως έγγραφο καθοδήγησης στο οποίο εξετάζονταν οι τύποι έρευνας στον τομέα των βιοεπιστημών που μπορούν να προκαλέσουν ανησυχία, αναφέροντας μάλιστα και παραδείγματα.
Το έγγραφο περιγράφει μια σειρά συμπληρωματικών επιλογών πολιτικής καθοδήγησης για τη διαχείριση τέτοιων πιθανών κινδύνων ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν προορίζονται να είναι αμοιβαία αποκλειστικοί, όπως οι μηχανισμοί εποπτείας της έρευνας, οι πολιτικές για την χρηματοδότηση των οργανισμών και ερευνητών, οι νόμοι και κανονισμοί, οι κώδικες δεοντολογίας, καθώς και τα ζητήματα που αφορούν στην ευαισθητοποίηση και τις εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες σε επιστημονικές κοινότητες, τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και το κοινό.
Προτείνει επίσης ένα πλαίσιο διαχείρισης βιολογικών κινδύνων και ένα ερωτηματολόγιο αυτοαξιολόγησης για όσους πραγματοποιούν έρευνα για τις βιοεπιστήμες, που θα μπορούσαν δυνητικά να την καταχραστούν, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης τεχνολογιών συνθετικής βιολογίας.
Το 2021, ο ΠΟΥ, σύμφωνα με όσα ανέφερε στο ertnews.gr, επανήλθε στο θέμα και προχώρησε στην αναθεώρηση της ορολογίας γύρω από τους κανόνες που πρέπει να διέπουν την υπεύθυνη έρευνα στις βιοεπιστήμες και στις έρευνες διπλού σκοπού (έρευνες κέρδους – λειτουργίας), με στόχο την ενημέρωση της καθοδήγησης σε αυτό τον τομέα εργασίας, ιδίως υπό το φως των βιοϊατρικών εξελίξεων από το 2010. Κυκλοφόρησε γι’ αυτό τον λόγο, τον Δεκέμβριο του 2020, την 4η έκδοση του εγχειριδίου βιοασφάλειας εργαστηρίων
Αυτό το εγχειρίδιο χρησιμοποιείται ευρέως σήμερα σε όλα τα επίπεδα εργαστηρίων κλινικής και δημόσιας υγείας, καθώς και άλλων βιοϊατρικών τομέων παγκοσμίως, χρησιμεύοντας ως ένα de facto παγκόσμιο πρότυπο που παρουσιάζει τις βέλτιστες πρακτικές και θέτει κανόνες στη βιοασφάλεια.
Η παρότρυνση ΠΟΥ στα θέματα βιοασφάλειας
Μάλιστα, η επιτροπή Βιοασφάλειας Εργαστηρίων του ΠΟΥ ενθαρρύνει τις χώρες να αποδεχθούν και να εφαρμόσουν βασικούς κανόνες στη βιοασφάλεια και να αναπτύξουν εθνικούς κώδικες πρακτικής για τον ασφαλή χειρισμό βιολογικών παραγόντων και παθογόνων σε εργαστήρια εντός των γεωγραφικών τους συνόρων.
Ο ΠΟΥ υποστηρίζει επιπλέον ότι μια τεκμηριωμένη και διαφανής εκτίμηση των κινδύνων επιτρέπει να εξισορροπούνται τα μέτρα ασφαλείας με τον πραγματικό κίνδυνο ενασχόλησης με βιολογικούς παράγοντες και παθογόνα κατά περίπτωση και ότι αυτή η νέα προσέγγιση, βάσει αποδεικτικών στοιχείων και βάσει κινδύνου, θα επιτρέπει βελτιστοποιημένη χρήση πόρων και βιώσιμα εργαστηριακά επίπεδα βιοασφάλειας και πολιτικές ασφάλειας, αλλά και πρακτικές που σχετίζονται με τις ιδιαίτερες περιστάσεις και προτεραιότητές τους, επιτρέποντας δίκαιη πρόσβαση σε εργαστηριακές δοκιμές κλινικής και δημόσιας υγείας και ευκαιρίες βιοϊατρικής έρευνας, χωρίς να διακυβεύεται η ασφάλεια.
Η συνθετική βιολογία αναγνωρίζεται, μάλιστα, ως μια αναδυόμενη τεχνολογία (παράλληλα με την έρευνα στους γενετικά τροποποιημένους μικροοργανισμούς, τις έρευνες κέρδους-λειτουργίας, την έρευνα βλαστικών κυττάρων και την επεξεργασία γονιδιώματος), η οποία, εάν διεξαχθεί υπεύθυνα, με ασφάλεια, μπορεί να βελτιώσει την παγκόσμια ασφάλεια της υγείας και να συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη και την ενημερωμένη χάραξη πολιτικής, αλλά και την εμπιστοσύνη του κοινού στην επιστήμη.
Ωστόσο, οι χώρες, τα εργαστήρια και οι επιστήμονες πρέπει, όπως υπογραμμίζει ο ΠΟΥ, να λάβουν επίσης υπόψη τους κινδύνους που ενέχουν τα πειράματα αυτά ή και η πιθανή εσκεμμένη κατάχρηση της έρευνας στις βιοεπιστήμες και να επιλέξουν κατάλληλα μέτρα ελέγχου για να ελαχιστοποιήσουν αυτούς τους κινδύνους, προκειμένου να διεξαχθεί απαραίτητη και ωφέλιμη έρευνα.
Επιβεβαίωση από διεθνή έκθεση για τα επίπεδα βιοασφάλειας
Η παραδοχή αυτή του ΠΟΥ, αλλά και οι ενέργειες στις οποίες έχει προβεί, από τις οποίες διαφαίνεται ότι έχουν όντως προκύψει ζητήματα ασφάλειας σε παγκόσμιο επίπεδο, έρχεται σε μια στιγμή κατά την οποία, ανεξάρτητα από την έρευνα για την προέλευση του SARS-CoV-2, συζητείται έντονα η βιοασφάλεια των εργαστηρίων, η οποία αξίζει περισσότερη προσοχή.
Σύμφωνα με άρθρο στο περιοδικό «The Conversation», που βασίζεται σε μια διάλεξη για την επιστήμη και τη διεθνή ασφάλεια από τον Φίλιππα Λέντζος, καθηγητή στο King’s College London και τον Γκρέγκορι Κόμπλεντζ, καθηγητή και διευθυντή του μεταπτυχιακού προγράμματος Βιοάμυνας στο Πανεπιστήμιο Τζόρτζ Μάσον, υπάρχουν 59 εργαστήρια BSL-4 σε 23 χώρες, από τα οποία μόνο το ένα τέταρτο πετυχαίνει υψηλή βαθμολογία στον Παγκόσμιο Δείκτη Ασφάλειας Υγείας.
Ο δείκτης εκτιμάται από την Πρωτοβουλία Πυρηνικής Απειλής και το Κέντρο Johns Hopkins για την Ασφάλεια Υγείας και μετρά την ικανότητα μιας χώρας να προλαμβάνει και να ανταποκρίνεται σε κρούσματα ασθενειών και άλλες απειλές για τη βιοασφάλεια.
«Αυτό υποδηλώνει άφθονο περιθώριο βελτίωσης για τις χώρες, να αναπτύξουν ολοκληρωμένα συστήματα διαχείρισης βιολογικών κινδύνων», τονίζουν οι Λέντζος και Κόμπλεντς.
Η Ευρώπη φιλοξενεί τα περισσότερα εργαστήρια BSL-4 στον κόσμο, με 25, ακολουθούμενη από τη Βόρεια Αμερική με 14 και την Ασία με 13. Η Αυστραλία φιλοξενεί τέσσερα και η Αφρική τρία. Μόνο το 40% των χωρών που φιλοξενούν εργαστήριο BSL-4 είναι μέλη της Διεθνούς Ομάδας Εμπειρογνωμόνων για τη Βιοασφάλεια, η οποία εργάζεται για την ενίσχυση της διεθνούς βιοασφάλειας.
Και παρόλο που ο μη κυβερνητικός Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης έχει αναπτύξει ένα πρότυπο για τη διαχείριση του βιολογικού κινδύνου, κανένα από τα εργαστήρια BSL-4 σε όλο τον κόσμο δεν το έχει υπογράψει. Επιπλέον, μόνο λίγες από τις χώρες που φιλοξενούν εργαστήρια BSL-4 ρυθμίζουν την έρευνα διπλής χρήσης, η οποία διεξάγεται για ευεργετικούς λόγους, που θα μπορούσαν να προκαλέσουν βλάβη ή έρευνα των πειραμάτων Gain of Function, τα οποία περιλαμβάνουν την τροποποίηση μικροοργανισμών για να γίνουν πιο μολυσματικοί ή θανατηφόροι.
«Ενώ η πανδημία COVID-19 έχει χρησιμεύσει ως έντονη υπενθύμιση των κινδύνων που προκαλούν οι μολυσματικές ασθένειες και η σημασία μιας ισχυρής βιοϊατρικής ερευνητικής επιχείρησης για τη διάσωση ζωών, πρέπει επίσης να έχουμε κατά νου ότι μια τέτοια έρευνα μπορεί να φέρει δικούς της κινδύνους», καταλήγουν οι δύο ερευνητές.
Το διαφημιστικό βίντεο αποκάλυψη των ερευνών με κοροναϊούς
Παράλληλα με τη δήλωση του ΠΟΥ στο ertnews.gr, αποκαλύπτεται και ένα δεύτερο σημαντικό στοιχείο, το οποίο έρχεται να ανατρέψει την άρνηση των κινεζικών αρχών ότι στο εργαστήριο της Γουχάν δεν διεξάγονταν πειράματα με νυχτερίδες και κοροναϊούς σε επίπεδα βιοασφάλειας επιπέδου 2 και 3, όταν οι διεθνείς κανονισμοί ορίζουν επίπεδο 4.
Τα στοιχεία αυτά προέρχονται από ένα επίσημο διαφημιστικό βίντεο για το εργαστήριο της Γουχάν στην ιστοσελίδα της Κινεζικής Ακαδημίας Επιστημών (CAS) του 2017, η οποία εποπτεύει και το εργαστήριο της Γουχάν, το οποίο δείχνει ζωντανές νυχτερίδες σε κλουβιά μέσα στο εργαστήριο και ένας ερευνητής, φορώντας απλά μπλε χειρουργικά γάντια, να ταΐζει μια νυχτερίδα με ένα σκουλήκι.
Το βίντεο, που δημιουργήθηκε αφού το ερευνητικό ινστιτούτο έλαβε την υψηλότερη ταξινόμηση βιοασφάλειας BLS4 την άνοιξη του 2017, δείχνει και άλλες νυχτερίδες μέσα στο εργαστήριο, με τους ερευνητές του εργαστηρίου Γουχάν να δηλώνουν ότι έχουν συλλέξει περισσότερα από 15.000 δείγματα νυχτερίδων από διάφορα μέρη της Κίνας και της Αφρικής.
Επιπλέον, στην περιγραφή του Ινστιτούτου της Γουχάν στην ιστοσελίδα του Κινεζικής Ακαδημίας Επιστημών αναφέρεται πως αυτό διαθέτει τρεις «εγκαταστάσεις» φιλοξενίας ζώων εργαστηρίουm συνολικού ύψους εμβαδού 13.100 τετραγωνικών μέτρων, στα οποία υπάρχουν 12 κλουβιά νυχτερίδων.
Μάλιστα, η παραδοχή αυτή έρχεται σε αντίθεση με όσα είχε υποστηρίξει o Aμερικανός ζωολόγος, Πίτερ Ντάσντακ, ο ειδικός του ΠΟΥ που συμμετείχε στην αποστολή του Οργανισμού στην Κίνα, αναφέροντας σε ανύποπτο χρόνο με ένα tweet τον περασμένο Δεκέμβριο, που έκτοτε έχει διαγράψει, πως το άρθρο της εφημερίδας «The Independent» ότι «δείγματα από τις νυχτερίδες στάλθηκαν στο εργαστήριο Γουχάν για γενετικές αναλύσεις των ιών, δεν ήταν αληθή, καθώς καμία νυχτερίδα δεν στάλθηκε στο εργαστήριο της Γουχάν για γενετικές αναλύσεις ιών που συλλέχθηκαν στο πεδίο».
Δήλωσε επίσης ότι το άρθρο της εφημερίδας περιγράφει την εργασία στην οποία είναι επικεφαλής ο ίδιος, καθώς και τα εργαστήρια με τα οποία συνεργάστηκε για 15 χρόνια. «Αυτά δεν έχουν ζωντανές ή νεκρές νυχτερίδες. Δεν υπάρχουν αποδείξεις πουθενά ότι συνέβη αυτό. Είναι ένα λάθος, που ελπίζω να διορθωθεί», σημείωσε.
Ο Πίτερ Ντάσντακ είναι επικεφαλής της ΜΚΟ EcoHealth Alliance, έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό που εδρεύει στη Νέα Υόρκη και διεξάγει παγκόσμια έρευνα η οποία σχετίζεται με την υγεία και βοήθησε να διοχετευθούν περισσότερα από 800.000 δολάρια από ομοσπονδιακές επιχορηγήσεις των ΗΠΑ στο εργαστήριο της Γουχάν, για να μελετηθούν κοροναϊοί νυχτερίδας, σύμφωνα με πρόσφατα εσωτερικά έγγραφα.
Επίπεδα ασφάλειας πειραμάτων κατά το δοκούν
Παράλληλα, μια ακόμη σκηνή από το ίδιο διαφημιστικό βίντεο δείχνει μια νυχτερίδα να κρέμεται από το καπέλο ενός ερευνητή, ο οποίος φορούσε μόνο ένα ζευγάρι γυαλιά και μια χειρουργική μάσκα, ενώ συλλέγει δείγματα νυχτερίδων στην άγρια φύση, και έχει δημιουργήσει περαιτέρω ερωτήματα σχετικά με τα μέτρα ασφαλείας στο εργαστήριο.
Στιγμιότυπα που μεταδόθηκαν επίσης από το κρατικό τηλεοπτικό κανάλι CCTV έδειξαν ότι το χέρι ενός ερευνητή του εργαστηρίου της Γουχάν είναι πρησμένο, εξαιτίας δαγκώματος από νυχτερίδα κατά τη διάρκεια της μελέτης του ιού SARS.
Οι νυχτερίδες «μπορούσαν να δαγκώσουν τα χέρια μέσα από το γάντι», δήλωσε ο ερευνητής, Δρ. Κιου Τζι στο CCTV. Περιέγραψε το αίσθημα δαγκώματος, παρόμοιο με το «τρύπημα από βελόνα». Σε άλλα πλάνα, με ημερομηνία 28 Δεκεμβρίου, χωρίς να αναφέρεται το έτος, φαίνεται ένας άλλος ερευνητής να κρατά μια νυχτερίδα σε εξωτερικούς χώρους με εκτεθειμένα τα δύο χέρια.
Αυτό οδήγησε, το 2018, Αμερικανούς αξιωματούχους, που επισκέφτηκαν την ερευνητική εγκατάσταση, να στείλουν επείγουσες αναφορές στην Ουάσιγκτον, προειδοποιώντας για τα αδύναμα πρότυπα ασφάλειας στο εργαστήριο. Οι δύο αξιωματούχοι της πρεσβείας των ΗΠΑ δήλωσαν ότι το εργαστήριο παρουσίαζε «σοβαρή έλλειψη κατάλληλα εκπαιδευμένων τεχνικών και ερευνητών που χρειάζονται, ώστε να λειτουργήσει με ασφάλεια αυτό το εργαστήριο υψηλής ασφάλειας».
Η χρηματοδότηση κατασκευής του εργαστηρίου της Γουχάν από την Γαλλία
Αξίζει επίσης να αναφερθεί πως το εργαστήριο της Γουχάν ξεκίνησε ως έργο συνεργασίας μεταξύ Κίνας και Γαλλίας το 2004, για τη μελέτη αναδυόμενων μολυσματικών ασθενειών μετά την επιδημία του SARS, η οποία εξαπλώθηκε από την Κίνα σε περισσότερες από 24 χώρες.
Η κατασκευή του εργαστηρίου επιπέδου BLS4 ολοκληρώθηκε το 2015 με χρηματοδότηση της Γαλλίας και, μάλιστα το 2017, ο πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας έκοψε την κορδέλα στην τελετή εγκαινίων. Το σχέδιο συνεργασίας προέβλεπε 50 Γάλλοι ερευνητές να συμμετέχουν στο εργαστήριο για τα επόμενα πέντε χρόνια. Αυτό όμως δεν συνέβη ποτέ.
Η γαλλο-κινεζική επιτροπή για τις αναδυόμενες μολυσματικές ασθένειες, μια ομάδα που δημιουργήθηκε για συνεργασία μεταξύ των δύο πλευρών, σταμάτησε να πραγματοποιεί συναντήσεις από το 2016, σύμφωνα με το γαλλικό κανάλι Bleu.
Ως λόγος αναφέρεται, στο βίντεο του εργαστηρίου της Γουχάν το 2017, στο οποίο γίνεται μια σύντομη αναφορά στη σινο-γαλλική συνεργασία, ότι οι δύο πλευρές είχαν «περισσότερο από μια δεκαετία έντονων συγκρούσεων, λόγω διαφορών στο πολιτιστικό υπόβαθρο και την ιδεολογία». Προσέθετε δε, ότι το εργαστήριο P4 «θα συμβάλει σίγουρα στη σωματική υγεία του κοινού και της παγκόσμιας ειρήνης» και θα χρησιμεύσει ως «μεγάλης κλίμακας κέντρο διανομής τεχνολογίας παγκόσμιας κλάσης».
Τα ερευνητικά δεδομένα του εργαστηρίου, όμως, παραμένουν μη προσβάσιμα στον ΠΟΥ και σε άλλους διεθνείς εμπειρογνώμονες, παρόλο που, το Σεπτέμβριο του 2019, το εργαστήριο ανακοίνωσε ότι διαθέτει βάση δεδομένων δειγμάτων και ιογενών ακολουθιών – τη μεγαλύτερη της Ασίας από το 2018.
Βροχή οι ερωτήσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τα πειράματα στη Γουχάν
Εν τω μεταξύ και σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πληθαίνουν οι ερωτήσεις προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως προς την χρηματοδότηση του εργαστηρίου, αλλά και τη διεξαγωγή των πειραμάτων κέρδους λειτουργίας.
Έτσι, μόλις χθες, Παρασκευή, ο ευρωβουλευτής, Σάρλι Βάιμερς, της πολιτικής ομάδας των συντηρητικών επανέρχεται με νέα ερώτηση για τα τεκταινόμενα του εργαστηρίου, τα πειράματα «Gain-of-function» και τη σχέση της ΕΕ με το Ινστιτούτο ιολογίας Γουχάν.
Συγκεκριμένα, τονίζει πως σε απάντηση στην προηγούμενη γραπτή ερώτησή του, η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι το Ινστιτούτο ιολογίας της Γουχάν – από όπου αναφέρεται ότι προέρχεται ο ιός COVID-19 – ωφελήθηκε από κοινοτική χρηματοδότηση το 2015 και το 2019, ενώ μια αντιπροσωπεία της ΕΕ επισκέφθηκε το εργαστήριο ιολογίας για την έναρξη της «ερευνητικής εγκατάστασης υψηλού κινδύνου για τη βιοασφάλεια» το 2015.
Στη συνέχεια, το Ινστιτούτο ιολογίας Γουχάν έλαβε 73.375 ευρώ το 2015 και 88.436 ευρώ το 2019, ως επιχορηγήσεις από τον προϋπολογισμό της ΕΕ για συμμετοχή σε δύο ερευνητικά προγράμματα «Ορίζοντας 2020» σε σχέση με το Ευρωπαϊκό Αρχείο ιών. Το Ινστιτούτο Ιολογίας ανήκει στην Κινεζική Ακαδημία Επιστημών, η οποία διοικείται από το Κρατικό Συμβούλιο της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.
Ο Σάρλι Βάιμερς ρωτά αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ολοκληρώσει και δημοσιεύσει την ενδιάμεση έκθεση που ζήτησε ο ίδιος σε σχέση με τη δεύτερη επιχορήγηση, μετά από «έλλειψη επικοινωνίας με την Γουχάν, που παρατηρήθηκε κατά την περίοδο από το Φεβρουάριο έως τον Οκτώβριο 2020» και, εάν όχι, πότε θα το πράξει, ενώ λαμβάνοντας υπόψη ότι όλα τα κεφάλαια είναι ευμετάβλητα και υπάρχει αδιαφανής χαρακτήρας των κομμουνιστικών καθεστώτων, ρωτά πόσο βέβαιη είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι καμία χρηματοδότηση από τους φορολογούμενους της ΕΕ δεν συνέβαλε στη χρηματοδότηση της λεγόμενης έρευνας «κέρδους-λειτουργίας» στην Κίνα και κυρίως στο πρώτο εργαστήριο επιπέδου BSL-4.
Σύμφωνα με κύκλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αναμένονται να κατατεθούν το επόμενο διάστημα ακόμη περισσότερες ερωτήσεις, με στόχο να αποκαλυφθούν ενέργειες με τις οποίες εμπλέκονται ευρωπαϊκοί θεσμοί στη χρηματοδότηση και συνεργασία με το Ιολογικό εργαστήριο της Γουχάν.
Οι εκθέσεις για την ασφάλεια των εργαστηρίων της Γουχάν από τους Αμερικανούς
Ένα ενημερωτικό δελτίο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, επί διακυβέρνησης Τραμπ, ανέφερε ότι οι ερευνητές της Γουχάν είχαν αρχίσει να διεξάγουν πειράματα με τον κοροναϊό RaTG13, ο οποίος αναγνωρίστηκε ότι έχει τη στενότερη γενετική ομοιότητα με τον ιό COVID-19, από το 2016.
Το Ινστιτούτο συμμετέχει λοιπόν σε πειράματα «κέρδους-λειτουργίας» για τη δημιουργία χιμαιρικών ιών, ενώ νωρίτερα είχε συμμετάσχει σε πειράματα με ζώα με τον κινεζικό στρατό τουλάχιστον από το 2017, με την τότε έρευνα να περιλαμβάνει πειράματα κέρδους-λειτουργίας με τη δημιουργία τεχνητών ιών, στους οποίους δημιουργούνταν νέες ή βελτιωμένες δυνατότητες για να μελετηθεί ποια νέα παθογόνα θα μπορούσαν να προκύψουν και πώς να προστατευθούν από αυτούς.
Τέλος, στο διάστημα από το 2015 έως και πέρυσι, το Ιολογικό Ινστιτούτο της Γουχάν κατέθεσε τουλάχιστον δύο διπλώματα ευρεσιτεχνίας σχετικά με την αναπαραγωγή νυχτερίδων. Το πρώτο, που υποβλήθηκε τον Ιούνιο του 2018 και εγκρίθηκε περίπου μισό χρόνο αργότερα, περιγράφει κλουβιά εκτροφής νυχτερίδων με γυάλινη μπροστινή πόρτα, κρεμάστρα, άνοιγμα τροφής και σωλήνα πόσιμου νερού, σχεδιασμένο για να επιτρέπει στις νυχτερίδες «υγιή ανάπτυξη και αναπαραγωγή υπό τεχνητή κατάσταση». Το δεύτερο δίπλωμα, που κατατέθηκε τον περασμένο Οκτώβριο, δίνει οδηγίες στους ερευνητές για το πώς να μεγαλώσουν άγριες νυχτερίδες, για να βελτιώσουν το ποσοστό αναπαραγωγής και επιβίωσής τους.
Σύμφωνα με πληροφορίες της ΕΡΤ, οι νέες έρευνες του ΠΟΥ, αφού πρώτα αξιολογηθούν οι μελέτες που απαιτούνται στη νέα αποστολή, θα περιλαμβάνουν ερωτήσεις για όλα τα στοιχεία που έχουν ήδη αποκαλυφθεί είτε από την επιστημονική, είτε από τη δημοσιογραφική έρευνα.
Ανατροπή στο χρόνο εμφάνισης των πρώτων κρουσμάτων
Εν τω μεταξύ, επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο του Κεντ ανέτρεψαν, με νέα μελέτη, την κινεζική εκδοχή της πρώτης χρονικά προσδιορισμένης εμφάνισης κρουσμάτων της πανδημίας, καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως το παθογόνο είναι πιθανό να εμφανίστηκε για πρώτη φορά από τις αρχές Οκτωβρίου έως τα μέσα Νοεμβρίου 2019, αναφέροντας την 17η Νοεμβρίου ως την πιο πιθανή ημερομηνία.
Αυτό υποδηλώνει ότι το παθογόνο μπορεί να βρισκόταν σε κυκλοφορία πριν φτάσει στην αγορά της Γουχάν, μέσω σποραδικών λοιμώξεων, πριν από το μεγάλο ξέσπασμα. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τους υπολογισμούς, οι πρώτες λοιμώξεις εκτός Κίνας θα μπορούσαν να είχαν σημειωθεί στην Ιαπωνία γύρω στις 3 Ιανουαρίου, στην Ισπανία στις 12 Ιανουαρίου και στις ΗΠΑ περίπου στις 16 Ιανουαρίου.
Πηγή: ertnews.gr