Επτά στους δέκα ανθρώπους που ασθένησαν με κοροναϊό και έχουν νοσηλευτεί δεν έχουν αναρρώσει πλήρως πέντε μήνες μετά τη νοσηλεία τους
Σύμφωνα με τα ευρήματα επιστημόνων από το Ηνωμένο Βασίλειο, οι άνθρωποι αυτοί συνέχισαν να ανησυχούν για την ψυχική και σωματική τους υγεία, ενώ 1 στα 5 άτομα είτε δεν εργάζεται είτε έχει αναγκαστεί να αλλάξει αντικείμενο εργασίας εξαιτίας της κατάστασης της υγείας του.
Οι πιο πιθανοί «υποψήφιοι» να έχουν τέτοια συμπτώματα που επιμένουν αρκετούς μήνες μετά το χτύπημα του ιού, είναι κυρίως γυναίκες μέσης ηλικίας, λευκής φυλής, που εμφάνισαν σοβαρή εκδήλωση της νόσου Covid-19 και που είχαν τουλάχιστον δύο υποκείμενα νοσήματα που τις έθεσαν σε μεγαλύτερο κίνδυνο σοβαρής νόσου, όπως ο διαβήτης, το άσθμα ή οι καρδιακές παθήσεις.
«Τα αποτελέσματά μας δείχνουν μεγάλη επιβάρυνση συμπτωμάτων, ψυχικών και σωματικών προβλημάτων υγείας και ενδείξεις βλάβης σωματικών οργάνων πέντε μήνες μετά το εξιτήριο», δήλωσε η Ρέιτσελ Έβανς, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Leicester.
Όπως αναφέρει το in.gr: «Είναι επίσης φανερό ότι αυτοί που χρειάστηκαν μηχανική υποστήριξη και μπήκαν σε ΜΕΘ χρειάστηκαν περισσότερο καιρό για να αναρρώσουν», πρόσθεσε. Υπογράμμισε ακόμη ότι η ποικιλία των προβλημάτων που επιμένουν μετά τη νοσηλεία δεν εξηγείται από το πόσο σοβαρά ασθένησαν, αλλά από άλλους παράγοντες.
H έρευνα
Η εν λόγω μελέτη έγινε στη Βρετανία, με δείγμα 1.077 άτομα που νοσηλεύθηκαν για Covid και πήραν εξιτήριο από νοσοκομεία μεταξύ Μαρτίου και Νοεμβρίου του 2020. Μεταξύ αυτών, το 67% ήταν λευκοί, το 36% ήταν γυναίκες και το 50% είχαν τουλάχιστον δύο υποκείμενα που τους έθεσαν σε κίνδυνο σοβαρής νόσου.
Πέντε μήνες μετά το εξιτήριο, μόνο το 29% των ανθρώπων δήλωσαν ότι έχουν αναρρώσει πλήρως, ενώ πάνω από το 90% είχαν τουλάχιστον ένα επίμονο σύμπτωμα, και οι περισσότεροι εμφάνισαν κατά μέσο όρο 9 συμπτώματα.
Τα πιο κοινά συμπτώματα ήταν ο μυϊκός πόνος, η κόπωση, η κακή ποιότητα ύπνου, ο πόνος στις αρθρώσεις ή το πρήξιμο, η αδυναμία στα άκρα, η δύσπνοια και η βραχυπρόθεσμη απώλεια μνήμης. Επίσης, πάνω από το 25% των ατόμων είχαν κλινικά συμπτώματα άγχους ή κατάθλιψης, ενώ το 12% συμπτώματα διαταραχής μετατραυματικού στρες (PTSD).
Οι ερευνητές εντόπισαν μια πιθανή αιτία για τη συνεχιζόμενη επίδραση του ιού στην υγεία, καθώς οι ασθενείς με τα πιο σοβαρά συμπτώματα είχαν υψηλότερα επίπεδα της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης, η οποία σχετίζεται με αυξημένα επίπεδα φλεγμονής στο σώμα.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με το CNN, οι επιστήμονες τόνισαν την ανάγκη να υπάρξει μεγαλύτερη παρακολούθηση από τους ειδικούς σε όσους νοσηλεύτηκαν με τη νόσο Covid-19.