Οι ζωές μας βρίσκονται υπό την κατοχή της Covid-19, της πανδημίας που έχει προκαλέσει και των πολύμηνων περιοριστικών μέτρων που έχουν επιβληθεί προκειμένου να μην εξαπλωθεί ανεξέλεγκτα. Πρόκειται, πρακτικά, για πόλεμο απέναντι σε ένα μέχρι πρόσφατα άγνωστο – και γι’ αυτό δύσκολα αντιμετωπίσιμο – εχθρό, όπως έχουν πει επανειλημμένως επιστήμονες, πολιτικοί και κυβερνήσεις.
Όπως αναφέρεται στο in.gr: Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε είναι λογικό να αναμένουμε ό,τι όλοι οι λαοί σε περιόδους πολέμου και κατοχής: Την ημέρα της απελευθέρωσης, την οποία στο μέλλον θα γιορτάζουμε, ώστε κανείς να μην ξεχάσει την περιπέτεια, τους ήρωες και, φυσικά, τα θύματα. Θα έρθει, λοιπόν, αυτή η ώρα και στον δικό μας πόλεμο, η στιγμή που θα φωνάξουμε με όλη μας τη δύναμη «φτου ξελευθερία!» – και αν ναι, πότε;
Δυστυχώς, η απάντηση στην οποία συγκλίνουν οι περισσότεροι είναι ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί. Ότι δεν θα δούμε, με άλλα λόγια, κάποιο ηγέτη να βγαίνει δημοσίως και, με κάθε επισημότητα, να δηλώνει: Συμπολίτες μου, σήμερα τελειώσαμε με τον εφιάλτη! Ξεχάστε τον όσο πιο γρήγορα μπορείτε και επιστρέψτε πλέον σε ό,τι ξέρατε και είχατε συνηθίσει – business and life as usual!
Να μάθουμε να ζούμε μαζί
«Οι εκστρατείες εμβολιασμού συντηρούν την ελπίδα του περιορισμού της Covid-19, όμως κυβερνήσεις και επιχειρήσεις αποδέχονται σε ολοένα μεγαλύτερο βαθμό αυτό για το οποίο οι επιδημιολόγοι έχουν προειδοποιήσει προ πολλού: Η παθογένεια θα συνεχίσει να είναι παρούσα επί χρόνια ή ακόμη και δεκαετίες, αναγκάζοντας τις κοινωνίες να συνυπάρχουν με την Covid-19, κάτι που κάνουν ήδη και με άλλες ενδημικές ασθένειες, όπως γρίπη, ιλαρά και HIV», σημειώνει άρθρο που δημοσιεύτηκε στην Wall Street Journal και υπογράφουν η Ντανιέλα Χερνάντεζ και ο Ντριού Χίνσο.
«Αφού περάσουμε διαμέσου των πέντε φάσεων του πένθους, πρέπει να φτάσουμε στην ανάγκη της αποδοχής του γεγονότος ότι οι ζωές μας δεν θα είναι ποτέ πια οι ίδιες», τονίζει στο πλαίσιο του ίδιου άρθρου ο πρώην επικεφαλής του αμερικανικού CDC (Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων), Τόμας Φρίντεν. Και προσθέτει: «Πιστεύω ότι ο κόσμος δεν έχει ακόμη συνειδητοποιήσει το γεγονός ότι οι αλλαγές που συντελούνται έχουν μακροπρόθεσμο χαρακτήρα».
Προσοχή! Αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι οι συνθήκες θα είναι πάντα όπως αυτές που ζούμε σήμερα. Ήδη, άλλωστε, το παράδειγμα του Ισραήλ – που στον τομέα των εμβολιασμών είναι πολύ πιο μπροστά από κάθε άλλη χώρα, καθώς σχεδόν το ένα τρίτο των πολιτών του έχει κάνει και τις δύο δόσεις – μας ανοίγει ένα παράθυρο στο μέλλον: Ο αριθμός των νέων κρουσμάτων έχει μειωθεί σημαντικά, ενώ οι εισαγωγές στα νοσοκομεία είναι κατά 30% λιγότερες.
Σταδιακά, λοιπόν, αλλού πιο γρήγορα και αλλού πιο αργά (στις πιο φτωχές και υποβαθμισμένες περιοχές του πλανήτη απελπιστικά αργά…), θα δούμε παντού ανάλογη εξέλιξη. Και τότε, αν μη τι άλλο, θα αντιμετωπίσουμε την κατάσταση και τα δεδομένα χωρίς τον σημερινό πανικό.
Τελειώνει η πανδημία, έρχεται η ενδημική μορφή
Το πιθανότερο σενάριο, σύμφωνα με τους επιστήμονες, είναι ότι η Covid-19 θα πάψει κάποια στιγμή να αποτελεί μια πανδημία και θα λάβει ενδημική μορφή. Κάτι, δηλαδή, που έχει συμβεί και με άλλες ασθένειες, όπως και η εποχική γρίπη. «Δεν πιστεύω πως πρέπει να αρχίσουμε να θέτουμε την εξαφάνιση ή τον δραστικό περιορισμό του ιού ως το μέτρο της επιτυχίας μας», υπογραμμίζει και ο Μάικ Ράιαν, εκτελεστικός διευθυντής στον ΠΟΥ.
«Υπάρχουν όλες οι ενδείξεις που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αυτός ο ιός θα μετατραπεί σε ένα ενδημικό κοροναϊό, ο οποίος ενδέχεται να είναι παρών για εκατοντάδες χρόνια. Ολοένα περισσότεροι άνθρωποι θα αποκτούν ανοσία και το πιθανότερο είναι πως θα μετατραπεί σε μια ασθένεια την οποία θα κολλάμε ως παιδιά, ενώ ο υπόλοιπος πληθυσμός θα διαθέτει ήδη κάποια αντισώματα και δεν θα αρρωσταίνει σε τέτοια έκταση και τόσο βαριά. Στα παιδιά δεν προκαλείται τόσο έντονη αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος απέναντι στον ιό, όμως αυτό μπορεί να συμβεί σε ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας. Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο ενδέχεται να παραμείνουν πιο ευάλωτοι», εξηγεί ο σε συνέντευξή του στο horizon-magazine.eu ο Μαρκ βαν Ρανστ, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Λέουβεν στο Βέλγιο.
Υπό αυτό το πρίσμα και αφήνοντας κατά μέρος τις – εκτεταμένες και ριζικές – αλλαγές που θα υπάρξουν στην αγορά εργασίας και συνολικά την παραγωγική διαδικασία, καθώς και στο επίπεδο των ατομικών ελευθεριών και συνολικά της δημοκρατίας, ας δούμε τι μπορεί να σημαίνει αυτή η εξέλιξη κυρίως για την οικονομία.
Η «βιομηχανία της Covid-19»
«Αναπτύσσεται ταχύτατα ένας νέος και δυνάμει κερδοφόρος κλάδος της βιομηχανίας, που έχει σχέση με την Covid-19, καθώς οι επιχειρήσεις επενδύουν σε αγαθά και υπηρεσίες όπως ο έλεγχος της ποιότητας και τα συστήματα αποστείρωσης του αέρα, τα φίλτρα, οι διαγνωστικές μέθοδοι και διαδικασίες και οι νέες θεραπείες», σημειώνει το άρθρο της WSJ.
Παραθέτει δε συγκεκριμένα παραδείγματα: Σχεδόν όλες οι φαρμακοβιομηχανίες, όπως η Novartis και η Elli Lilly, έχουν επενδύσει στην ανάπτυξη θεραπευτικών αγωγών και μοντέλων για την Covid-19, με αποτέλεσμα σήμερα να βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης πάνω από 300 τέτοιου είδους προϊόντα. Παράλληλα, αεροπορικές εταιρείες όπως η Lufthansa, ανασυγκροτούν τη δομή και τα πλάνα τους, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα – ανάμεσα στα άλλα, εξετάζοντας και την υιοθέτηση κάποιας μορφής «διαβατηρίου εμβολιασμού» (Etihad και Emirates το ετοιμάζουν ήδη για την άνοιξη).
Κάτι ανάλογο συμβαίνει στην εστίαση. Εστιατόρια και αλυσίδες επενδύουν σε μορφές «takeaway» και κατ’ οίκον παράδοσης, ολοένα περισσότερο με «ανέπαφη» μορφή, ανασυντάσσοντας και το προσωπικό τους αναλόγως, καθώς συνειδητοποιούν ότι οι μορφές αυτές ήρθαν για να μείνουν. Ο κλάδος των τροφίμων στη μεταποίηση σχεδιάζει την εκτεταμένη ένταξη στην παραγωγή ρομπότ, με στόχο την αυτοματοποίηση, για να περιορίσει τη διάδοση του κοροναϊού και άλλων ασθενειών, καθώς αρκετές μονάδες μετατράπηκαν σε εστίες υπερμετάδοσης τους προηγούμενους μήνες.
Οι δημόσιες υπηρεσίες και οι τράπεζες, επίσης, δεν πρόκειται να είναι ποτέ πια ίδιες. Η ψηφιοποίηση και αυτοματοποίηση των συναλλαγών θα γενικευτεί και η μορφή του «δια ζώσης» θα περιορίζεται διαρκώς σε ολοένα πιο λίγες και ειδικές περιπτώσεις.
Η σκληρή διαπάλη
Εύκολα, βεβαίως, μπορεί κανείς να καταλάβει πως όλα αυτά έχουν άμεση αντανάκλαση στην απασχόληση, τα ωράρια και τις θέσεις εργασίας. Οι τεράστιες δυνατότητες μείωσης του χρόνου εργασίας χωρίς αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγικότητα, που θα οδηγούσε σε ανώτερο επίπεδο την κοινωνική ζωή, έρχονται σε ευθεία αντιπαράθεση με την τάση δραστικού περιορισμού του κόστους της εργασίας για τις επιχειρήσεις.
Η σύγκρουση ανάμεσα σε αυτές τις δύο τάσεις θα είναι αδυσώπητη, ανειρήνευτη και αφορά το μέλλον όλων μας. Σε αυτήν αξίζει να επικεντρώσουμε την προσοχή μας και όχι στην – χωρίς νόημα – αναμονή για το πότε θα φύγει από τις ζωές μας η Covid-19.
Διαφορετικά, κινδυνεύουμε να εγκλωβιστούμε σε αυτό που περιέγραψε το 1967 ο Φρανκ Κέρμοουντ, στο βιβλίο του «Η Αίσθηση ενός Τέλους», όπως το μετέφερε στις σελίδες του Guardian ο συγγραφέας Σάμιουελ Ερλ: «Η πίστη ότι η εποχή του καθενός είναι μεταβατική ανάμεσα σε δύο περιόδους μετατρέπεται σε πίστη ότι η μετάβαση αυτή καθαυτή αποτελεί μια εποχή: Η εποχή της αέναης μετάβασης και της διαρκούς κρίσης».
Γιώργος Παυλόπουλος