Ανησυχία για έγκυες γυναίκες που έχουν εμβολιαστεί πλήρως έναντι του κοροναϊού αλλά φαίνεται να παρουσιάζουν διπλάσιο κίνδυνο νόσησης από αυτές που δεν είναι έγκυες.
Σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα διαπιστώθηκε ότι κάποιες ομάδες διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο τέτοιας λοίμωξης. Μία τέτοια ομάδα είναι και αυτή των εγκύων γυναικών.
Η νέα αυτή μελέτη διαθέτει τα περισσότερα στοιχεία μέχρι σήμερα για την πιθανότητα λοίμωξης μεταξύ εμβολιασμένων ασθενών με διάφορες ιατρικές καταστάσεις.
Τα στατιστικά στοιχεία
Η μελέτη ανέλυσε στατιστικά δεδομένα από ιατρικά αρχεία σχεδόν 14 εκατομμυρίων ασθενών στις ΗΠΑ από τη χρονική στιγμή που έγιναν διαθέσιμα τα εμβόλια έναντι του κορονοϊού. Οι ερευνητές προσπάθησαν να ποσοτικοποιήσουν την πιθανότητα που έχουν ορισμένες συννοσηρότητες ή κλινικές καταστάσεις να αυξήσουν τον κίνδυνο για breakthrough COVID-19. Έτσι ονομάζεται διεθνώς η μόλυνση από COVID-19 σε άτομα που είναι πλήρως εμβολιασμένα.
Διαπιστώθηκε ότι κάποιες ομάδες διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο τέτοιας λοίμωξης. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι έγκυες γυναίκες έχουν 1,91 φορές περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν μια breakthrough λοίμωξη, ενώ τα άτομα με μεταμόσχευση συμπαγούς οργάνου 1,83 και τα άτομα με ανεπάρκεια του ανοσοποιητικού συστήματος 1,63 φορές περισσότερες τέτοιες πιθανότητες.
Η νέα αυτή μελέτη καταδεικνύει ότι ακόμη και οι έγκυες που είναι πλήρως εμβολιασμένες (δύο δόσεις) έχουν λιγότερη προστασία από τον ιό συγκριτικά με πολλούς άλλους ασθενείς ακόμη και με σημαντικά ιατρικά προβλήματα. Ενισχύει φυσικά τη σύσταση για πλήρη εμβολιασμό των εγκύων ή των γυναικών που προσπαθούν για εγκυμοσύνη.
Τι πρέπει να προσέχουν οι έγκυες
Επιπρόσθετα όμως αναδεικνύει την ανάγκη οι έγκυες γυναίκες να λαμβάνουν πρόσθετες προφυλάξεις κατά του ιού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, όπως είναι η χρήση μάσκας και η διατήρηση ασφαλών αποστάσεων. Τα αποτελέσματα αυτά εγείρουν επίσης επιστημονικά ερωτήματα για περαιτέρω έρευνα σχετικά με τον καταλληλότερο τρόπο προστασίας των εγκύων και των μωρών τους από τη μόλυνση COVID-19.
Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης συνόψισαν οι καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στο Νοσοκομείο Αλεξάνδρα, Γεώργιος Δασκαλάκης (Καθηγητής Μαιευτικής-Γυναικολογίας-Εμβρυομητρικής Ιατρικής), Λίνα Πάσχου (Επίκουρη Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας), Μαριάννα Θεοδωρά (Επίκουρη Καθηγήτρια Μαιευτικής-Γυναικολογίας-Εμβρυομητρικής και Περιγεννητικής Ιατρικής), Λίνα Μιχαλά (Επίκουρη Καθηγήτρια Παιδικής και Εφηβικής Γυναικολογίας) Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής-Αιματολογίας-Ογκολογίας και Πρύτανης ΕΚΠΑ).