Η κακοποίηση που υπέστη ως παιδί στα χέρια ιερέων της Καθολικής Εκκλησίας είναι κάτι που σημάδεψε για πάντα τη ζωή του 70χρονου Γκάμπριελ Μπερν.
Η κακοποίηση που υπέστη ως παιδί στα χέρια ιερέων της Καθολικής Εκκλησίας είναι κάτι που σημάδεψε για πάντα τη ζωή του 70χρονου Γκάμπριελ Μπερν, διάσημου από τη συμμετοχή του σε σημαντικές ταινίες των τελευταίων δεκαετιών, όπως το «Excalibur», το «Συνήθεις Ύποπτοι» και το εξαιρετικό θρίλερ «Hereditary».
Στα απομνημονεύματά του με τίτλο «Walking with Ghosts» ο ταλαντούχος Ιρλανδός ηθοποιός μιλά για τις τραυματικές εμπειρίες που τον στοιχειώνουν από τα οκτώ του χρόνια, όταν έπεσε για πρώτη φορά θύμα κακοποίησης από ιερείς, και αποκαλύπτει τι συνέβη όταν, πολλά χρόνια μετά, πήρε τηλέφωνο έναν από τους εκπροσώπους του κλήρου που τον είχαν εκμεταλλευτεί με τόσο άθλιο τρόπο.
Όπως παραδέχεται ο σταρ μιλώντας στην Guardian με αφορμή την επικείμενη κυκλοφορία του «Walking with Ghosts», ο θεσμός της Εκκλησίας και η κακοποίηση που υπέστη στους κόλπους της έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του, επηρεάζοντας δραματικά τον τρόπο που βλέπει τον κόσμο.
Όπως επισημαίνει η βρετανική εφημερίδα, ο Μπερν έπεσε σεξουαλικής κακοποίησης από ιερείς όταν ήταν μόλις 8 ετών. Τρία χρόνια αργότερα, όταν βρισκόταν στην Αγγλία και φοιτούσε σε ένα θεολογικό σχολείο, ένας από τους ιερείς καθηγητές του εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι αισθανόταν μόνος, απομακρυσμένος από τους δικούς του και τελείως χαμένος. «Αυτό που θυμάμαι περισσότερο ήταν η φωνή του. Ήταν πολύ γοητευτική και καθησυχαστική», λέει σήμερα στην Guardian o Μπερν. Όπως αναφέρει στο βιβλίο του, το καλοσυνάτο προσωπείο του ιερέα, που έδειχνε πως είχε κατανόηση απέναντι στα παιδιά, έκανε τους περισσότερους μαθητές να θέλουν να είναι φίλοι του.
Ο 70χρονος σταρ περιγράφει στο βιβλίο του τη βραδιά που ο άνδρας αυτός τον κάλεσε για πρώτη φορά στο δωμάτιό του. Η περιγραφή της σκηνής είναι ανατριχιαστική στο σχετικό απόσπασμα που δημοσιεύει η Daily Mail.
«Ένα απόγευμα, όταν επέστρεψα στην αίθουσα μελέτης από το δείπνο, μου είπαν να πάω στο δωμάτιο του ιερέα, στο παλιό τμήμα του οικήματος. Σπάνια επιτρεπόταν στους μαθητές να πάνε εκεί. Άφηναν μόνο τις καλόγριες προκειμένου να καθαρίσουν ή να στρώσουν τα κρεβάτια… Στο διάδρομο μύρισα καπνό τσιγάρου και διέκρινα τον ήχο πιάνου μέσα από τ δωμάτιο. Ο ιερέας άνοιξε την πόρτα φορώντας μια κόκκινη ρόμπα. “Τι παράξενο για έναν ιερέα να είναι ντυμένος ετσι”, σκέφτηκα. Μέσα στο δωμάτιο, έκαιγε μια φωτιά. Υπήρχαν δερμάτινες καρέκλες και ράφια γεμάτα βιβλία. Δεν είχα ξαναβρεθεί ποτέ σε ένα τόσο ζεστό και φιλόξενο δωμάτιο, τόσο διαφορετικό από τους άχαρους κοιτώνες που μέναμε. Ο ιερέας με κάλεσε να καθίσω δίπλα του στον καναπέ. Μύριζε άφτερ σέιβ. Ένας δίσκος γύριζε στο πικαπ. “Τι μουσική σου αρέσει;” με ρώτησε… “Εμένα μου αρέσει ο Σοπέν. Ήταν από την Πολωνία, αλλά πέθανε εξόριστος στο Παρίσι. Ήταν ξενιτεμένος, σαν εσένα”… Με ρώτησε αν μου έλειπε το σπίτι μου. “Ναι, η μητέρα και ο πατέρας μου, μερικές φορές οι φίλοι μου”. “Είμαι σίγουρος ότι κι εσύ θα λείπεις σε κάποιο κορίτσι”».
«Έκανε ζέστη στο δωμάτιο και είχα αρχίσει να ιδρώνω. Απέφυγα να κοιτάζω το λευκό και τριχωτό πόδι του ιερέα καθώς σηκωνόταν να αλλάξει δίσκο. “Εσύ σκέφτεσαι τα κορίτσια;”, με ρώτησε. “Δεν είναι αμαρτία, είναι κάτι φυσικό. Τα θηλυκά βρίσκονται στη γη για να είναι οι πνευματικοί και σεξουαλικοί σύντροφοι των ανδρών στον γάμο. Εμείς όμως έχουμε δώσει όρκο αγνότητας, άρα απαρνιόμαστε τις σωματικές απολαύσεις”…».
Στη συνέχεια ο Μπερν περιγράφει στο βιβλίο του πώς ο δάσκαλός του το ρώτησε τι σημαίνει αναπαραγωγή και αν ξέρει πως γίνεται, πριν θελήσει να μάθει εάν έχει φιλήσει ποτέ ο ίδιος κάποιο κορίτσι ή αγόρι. Περιγράφοντάς την ερωτική πράξη στο αποσβολωμένο αγόρι, ο διεστραμμένος ιερέας προχώρησε έπειτα στην κακοποίηση.
«Η ανάσα του ιερέα ήταν ξινισμένη καθώς κινούνταν προς το μέρος μου. Μετά, σκοτάδι», καταλήγει η περιγραφή της σοκαριστικής σκηνής από τον Μπερνς, που στη συνέχει εξηγεί ότι το μυαλό του έχει καλύψει με «τσιμέντο» τη συνέχεια της φρικτής εκείνης νύχτας. «Κατα καιρούς την τρυπάω με μια βελόνα, φοβούμενος να χρησιμοποιήσω σφυρί και να αντικρύσω τι είναι θαμμένο από κάτω». Για πολύ καιρό ο Μπερν κατηγορούσε τον εαυτό του και αισθανόταν πως ο ίδιος είχε κάνει κάτι κακό και πως έπρεπε να ντρέπεται.
Λίγα χρόνια αργότερα, ο ηθοποιός βρήκε online μια φωτογραφία του ιερέα, να ποζάρει αγκαλιασμένος με δύο 14χρονα αγόρια σε μια τροπική ιεραποστολή. Κάμποσο καιρό αργότερα του τηλεφώνησε στον οίκο ευγηρίας όπου κατέληξε να ζει προς το τέλος της ζωής του.
Στο βιβλίο του περιγράφει ως εξής τη συνομιλια: «”Εμπρός;”, είπε σαν να έκανε κάποια ερώτηση. Το στόμα μου ήταν στεγνό. Ξεροκατάπια. “Πιθανόν να μη με θυμάσαι. Ήσουν δάσκαλός μου. “Α” απάντησε με τη βελούδινη φωνή του που αποκάλυπτε περιέργεια. Του είπα τη χρονιά και το τμήμα που φοιτούσα. “Μμ, έχει περάσει πολύς καιρός και η μνήμη μου δεν είναι και τόσο καλή πια, δυστυχώς”. “Καθόμουν στην πρώτη σειρά. Ήμουν από το Δουβλίνο. Ήμουν πολύ καλός στα Λατινικά. Είχες πει ότι ήμουν ο καλύτερος μαθητής που είχες ποτέ”. “Α, και πώς είπαμε πάλι το όνομά σου;”. “Δε με θυμάσαι;”, “Όχι” τον άκουσα να λέει και ακούστηκε σαν να χαμογελούσε ευγενικά “Λυπάμαι”. “Εγώ δεν σε ξέχασα ποτέ. Ποτέ”.».
«Χαίρομαι όταν τηλεφωνούν μαθητές μου για να μου πουν καλά λόγια», είπε ο ιερέας με την ίδια καθησυχαστική φωνή που μιλούσε τότε στα παιδιά, και βιάστηκε να κλείσει το τηλέφωνο λέγοντας ότι έχει κάποια δουλειά.
«Ήθελα τις τελευταίες στιγμές να τον βρίσω, να του πως ότι ακόμα κι αν δεν πιστεύω στην κόλαση, ελπίζω ο ίδιος να πιστεύει για να πεθάνει τρομοκρατημένος και να καεί σε αυτήν. Αλλά τελικά δεν είπα τίποτα. Υπήρχε ένα κομμάτι μου που δεν ήθελε να βλάψει έναν γέρο με ευγενική φωνή που πλέον ζει σε οίκο ευγηρίας και δεν θυμάται πλέον ούτε εμένα ούτε όσα μου έκανε. Ακόμα και σήμερα δεν μπορώ παρά να αναρωτιέμαι πόσο διαφορετική θα μπορούσε να ήταν η ζωή μου αν είχα παραμείνει στο μονοπάτι που είχα επιλέξει και είχα γίνει κληρικός», συμπληρώνει ο ηθοποιός.
Πηγή:protothema.gr