Διαλείπουσα νηστεία: Υπέρτερη επιλογή για την καρδιοαγγειακή υγεία

Διαλείπουσα νηστεία: Υπέρτερη επιλογή για την καρδιοαγγειακή υγεία

Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Scientific Reports αποκαλύπτει ότι η διαλείπουσα νηστεία 5:2 μπορεί να υπερτερεί της καθημερινής περιορισμένης διατροφής όσον αφορά σημαντικούς δείκτες αρτηριακής πίεσης και εκτιμήσεις καρδιοαγγειακού κινδύνου. Τα ευρήματα αυτά υπογραμμίζουν την πιθανότητα της διαλείπουσας νηστείας ως μια πρακτική επιλογή για ενήλικες με υπερβολικό βάρος ή παχυσαρκία.

Σύγκριση διατροφικών στρατηγικών

Η μελέτη εξέτασε τις επιδράσεις δύο διατροφικών στρατηγικών σε μεταβολικούς δείκτες, εκτιμήσεις κινδύνου καρδιοαγγειακής νόσου και αρτηριακή πίεση σε ενήλικες με υπερβολικό βάρος ή παχυσαρκία. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, η διαλείπουσα νηστεία 5:2 οδήγησε σε μεγαλύτερες βελτιώσεις στην συστολική αρτηριακή πίεση και την πίεση σφυγμού, καθώς και σε μεγαλύτερη μείωση των καρδιοαγγειακών κινδύνων που σχετίζονται με τον δείκτη μάζας σώματος (BMI). Αντίθετα, τα επίπεδα τριγλυκεριδίων μειώθηκαν μόνο στην ομάδα της διαλείπουσας νηστείας, χωρίς σημαντική διαφορά σε σχέση με την καθημερινή περιορισμένη διατροφή.

Η σημασία της διατροφής στην καρδιοαγγειακή υγεία

Η καρδιοαγγειακή νόσος (ΚΑΝ) παραμένει μία από τις κύριες αιτίες θανάτου παγκοσμίως, ευθύνεται για σχεδόν 20 εκατομμύρια θανάτους ετησίως. Παράγοντες όπως η γενετική και η γήρανση συμβάλλουν στον κίνδυνο ΚΑΝ, ωστόσο, οι παράγοντες του τρόπου ζωής, συμπεριλαμβανομένου του υπερβολικού βάρους, παίζουν καθοριστικό ρόλο. Οι διατροφικές παρεμβάσεις είναι κρίσιμες για την πρόληψη και τη διαχείριση των καρδιοαγγειακών κινδύνων που σχετίζονται με την παχυσαρκία.

Η διαλείπουσα νηστεία έχει κερδίσει προσοχή ως μια ευέλικτη εναλλακτική λύση σε σχέση με την καθημερινή περιορισμένη διατροφή. Το μοντέλο 5:2, που περιλαμβάνει σημαντική μείωση θερμίδων σε δύο μη συνεχόμενες ημέρες κάθε εβδομάδα, θεωρείται συχνά πιο εύκολο στη διατήρηση από τη συνεχή περιορισμένη διατροφή. Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι μπορεί να βελτιώσει τα επίπεδα λιπιδίων, την αρτηριακή πίεση, το βάρος και τη ρύθμιση της γλυκόζης.

Μέθοδος και ευρήματα της μελέτης

Η μελέτη χρησιμοποίησε δεδομένα από το Ιρανικό Εθνικό Μητρώο Παχυσαρκίας, συγκρίνοντας τις πραγματικές επιδράσεις της διαλείπουσας νηστείας 5:2 και της καθημερινής περιορισμένης διατροφής στους παράγοντες κινδύνου καρδιοαγγειακής νόσου και τις εκτιμήσεις μακροπρόθεσμου κινδύνου ΚΑΝ σε ενήλικες με υπερβολικό βάρος ή παχυσαρκία.

Συμμετείχαν ενήλικες ηλικίας 18 έως 65 ετών με δείκτη μάζας σώματος τουλάχιστον 25 kg/m² και τουλάχιστον τρεις μήνες παρακολούθησης. Οι συμμετέχοντες αποκλείστηκαν αν θηλάζανε, χρησιμοποιούσαν φάρμακα απώλειας βάρους ή είχαν καταστάσεις που επηρεάζουν τον μεταβολισμό.

Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: στην ομάδα της διαλείπουσας νηστείας, οι γυναίκες κατανάλωναν 500 θερμίδες και οι άνδρες 600 θερμίδες για δύο μη συνεχόμενες ημέρες την εβδομάδα, ενώ οι υπόλοιπες ημέρες είχαν κανονική πρόσληψη θερμίδων. Αντίστοιχα, η ομάδα της καθημερινής περιορισμένης διατροφής ακολουθούσε μια διατροφή που παρείχε έλλειμμα 500-1000 θερμίδων καθημερινά. Η σύνθεση των μακροθρεπτικών συστατικών ήταν παρόμοια και για τις δύο ομάδες.

Αξιολογήθηκαν ανθρωπομετρικά μέτρα, δείκτες αρτηριακής πίεσης, εργαστηριακοί δείκτες όπως γλυκόζη και λιπίδια, καθώς και φυσική δραστηριότητα στην αρχή και μετά από τρεις μήνες. Ο μακροχρόνιος καρδιοαγγειακός κίνδυνος εκτιμήθηκε με βάση τους δείκτες BMI και λιπιδίων, καθώς και άλλους αθηρογόνους δείκτες.

Από τους 345 συμμετέχοντες που αρχικά εγγράφηκαν, 82 συμπεριλήφθηκαν στην τελική ανάλυση, με 40 να ανήκουν στην ομάδα της διαλείπουσας νηστείας και 42 στην ομάδα της καθημερινής περιορισμένης διατροφής.

Η ΨΗΦΙΑΚΗ ΣΑΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Στοιχεία επικοινωνίας

Μέλος του emedia

© 2025 – ONCAMERA.gr