Ήταν ανήμερα των Χριστουγέννων του 1859 όταν ένα καράβι έφτασε στη Μελβούρνη μεταφέροντας 24 ευρωπαϊκά αγριοκούνελα. Κανείς δεν θα περίμενε τότε ότι η άφιξή τους θα σήμαινε την αρχή μιας μεγάλης καταστροφής.
Γενετική ανάλυση διαπιστώνει ότι ο τεράστιος πληθυσμός κουνελιών που ρημάζει τα οικοσυστήματα και την οικονομία της Αυστραλίας κατάγεται σχεδόν αποκλειστικά από τα συγκεκριμένα 24 ζώα.
Σήμερα τα κουνέλια έχουν εξαπλωθεί σχεδόν σε ολόκληρη την ήπειρο, όπου απειλούν περίπου 300 είδη ντόπιων φυτών και ζώων και προκαλούν καταστροφές στις καλλιέργειες που εκτιμώνται στα 300 εκατομμύρια δολάρια τον χρόνο.
«Το αυτό συγκεκριμένο συμβάν πυροδότησε μια τεράστια καταστροφή, οικολογική και οικονομική» σχολιάζει στον δικτυακό τόπο του Nature ο Φράνσις Τζίγκινς του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, μέλος της ομάδας που υπογράφει τη μελέτη στην επιθεώρηση PNAS.
Κουνέλια πίνουν από νερόλακκο στο νησί Ουάρνταγκ της Νότιας Αυστραλίας (Michael Letrie)
Σύμφωνα με ιστορικά αρχεία, τα πρώτα ευρωπαϊκά κουνέλια (Oryctolagus cuniculus) μεταφέρθηκαν στην Αυστραλία το 1788, ωστόσο ο πληθυσμός τους στο περιβάλλον φαίνεται ότι παρέμεινε μικρός μέχρι το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα.
Έκτοτε, το ξενόφερτο είδος άρχισε να επεκτείνει την παρουσία του στη χώρα με ταχύτητα 100 χιλιομέτρων το χρόνο.
Σύμφωνα με τη νέα μελέτη, τα πρώτα αυτά κουνέλια προέρχονταν από οικόσιτες ράτσες με πεσμένα αφτιά και ασυνήθιστα χρώματα, ζώα που πιθανότατα δεν μπορούσαν να επιζήσουν στο σκληρό αυστραλιανό περιβάλλον.
Η μεγάλη αλλαγή ήρθε το 1859 όταν ένας αγρότης ονόματι Τόμας Όστιν παρέλαβε τα 24 άγρια κουνέλια που είχε ζητήσει από τον αδελφό του που ζούσε στο Μπάλτονσμπρο της νοτιοδυτικής Αγγλίας.
Υπαίτιος του εγκλήματος: ο βρετανός άποικος Τόμας Όστιν σε πορτρέτο του 1888 (British Library)
Σε μια προσπάθεια να προσδιορίσουν την καταγωγή των κουνελιών που ζουν σήμερα στην Αυστραλία σε άγρια κατάσταση, οι ερευνητές πραγματοποίησαν γενετικές αναλύσεις σε αγριοκουνέλια από την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, τη Γαλλία και τη Βρετανία, καθώς και σε οικόσιτα κουνέλια από οκτώ ράτσες.
Η ανάλυση έδειξε ότι τα περισσότερα κουνέλια στην ηπειρωτική Αυστραλία παρουσιάζουν στενή συγγένεια και φέρουν μεταλλάξεις που απαντούν συχνότερα στα αγριοκούνελα της νότιας Αγγλίας.
Επιπλέον, η γενετική ποικιλότητα των κουνελιών της Αυστραλίας μειώνεται όσο μεγαλώνει η απόσταση από τη Μελβούρνη, όπου παραδόθηκαν τα 24 ζώα, ένδειξη ότι η Μελβούρνη ήταν το σημείο μηδέν της εισβολής.
Μάλιστα η ανάλυση του λεγόμενου μιτοχονδριακού DNA, το οποίο κληροδοτείται στους απογόνους αποκλειστικά από τη μητέρα, αποκάλυψε ότι τα περισσότερα κουνέλια της σημερινής Αυστραλίας κατάγονται από μόλις πέντε θηλυκά άτομα ευρωπαϊκής καταγωγής.
Γιατί όμως τα κουνέλια της Αγγλίας πολλαπλασιάστηκαν ανεξέλεγκτα, ενώ τα κουνέλια που είχαν μεταφερθεί νωρίτερα στην Αυστραλία απέτυχαν να εξαπλωθούν;
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι τα αγγλικά κουνέλια έφτασαν την κατάλληλη στιγμή, όταν μεγάλες αφιλόξενες εκτάσεις είχαν πια μετατραπεί σε καλλιέργειες, λιγότερο επικίνδυνες για το ξενόφερτο είδος.
«Ήταν σαν την τέλεια καταιγίδα» λέει στο δικτυακό τόπο του Science ο Τζόελ Αλβς του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, μέλος της ερευνητικής ομάδας.
Σημασία πρέπει επίσης να είχε το γεγονός ότι τα κουνέλια από την Αγγλία ήταν άγρια και όχι οικόσιτα, λένε οι ερευνητές: σε αντίθεση με τα εξημερωμένα κουνέλια, τα αγριοκούνελα είναι πιο φοβητσιάρικα και επιπλέον σκάβουν λαγούμια, κάτι που σημαίνει ότι προστατεύονταν καλύτερα από τους θηρευτές και τις σκληρές καιρικές συνθήκες.