Η κα. Βαρβάρα Φύτρου περιέγραψε τις στιγμές που έζησε στην προσπάθειά της να εντοπίσει την οικογένειά της.
«Συνέχισα να πηγαίνω προς το σπίτι όταν λίγο πριν από την Αγία Μαρίνα, συνάντησα δύο αστυνομικούς και δε με άφησαν να περάσω. Κατέβηκα και τους είπα ότι ψάχνω τα παιδιά μου και τον άντρα μου, ότι καίγεται το σπίτι μου να με αφήσουν να περάσω, αλλιώς θα περάσω από πάνω τους. Παντού υπήρχε σκοτάδι και μαυρίλα, όλα καμμένα. Η αποκάλυψη του Ιωάννη. Ήξερα ότι ο Γρηγόρης ήταν μαχητής και θα έκανε τα πάντα για να σώσει τα παιδιά. Πήγα στο Κόκκινο Λιμανάκι. Φώναζα τα ονόματά τους. Πατούσα σε αποκαΐδια γύρω μου. Ήταν καμένα αυτοκίνητα και σε κάποια ήταν μέσα καμένοι άνθρωποι. Το καουτσούκ από τις σαγιονάρες που φορούσα είχε καεί. Δεν ήξερα που πατούσα. Παντού μύριζε καμένη σάρκα.
Πήγα στο Λιμεναρχείο, κοίταξα τις λίστες με τους διασωθέντες, δεν ήταν πουθενά. Μπήκα στο γραφείο του Διευθυντή του Λιμενικού, έδωσα και τα τρία ονόματα. Μετά από λίγο, με δυσκολία μία αξιωματικός του Λιμενικού μου είπε ότι έχουν ενημέρωση για ένα κοριτσάκι. Ζήτησα να μου δείξουν φωτογραφία και πράγματι αναγνώρισα την Εβίτα μου. Πάγωσα. Ήξερα ότι το νήμα της ζωής του παιδιού μου είχε κοπεί. Συνέχισα να ελπίζω για τον Ανδρέα και τον Γρηγόρη μου. Μετά πήγα στο οικόπεδο που βρέθηκαν νεκροί 26 άνθρωποι. Μου είπαν ότι θα τους πάνε στο Σχιστό και στο Γουδί.
Πήγα στο Σχιστό και περίμενα να έρθουν οι σάκοι με τους νεκρούς. Ήθελα να βεβαιωθώ με τα ίδια μου τα μάτια ότι οι άνθρωποί μου είναι ανάμεσά τους.
Για τον λόγο αυτό επέμενα να μπω και να ανοίξω μόνη μου τους σάκους για να δω και να ξέρω τι μου γίνεται. Όταν είδα τον Γρηγόρη ήταν τελείως καμένος. Έδωσα dna και μετά από 2 – 3 ημέρες ταυτοποιήθηκε με την Εβίτα και τον άντρα μου. Δυστυχώς, με το δικό μου dna ταυτοποιήθηκε και το δεύτερο παιδί μου, ο Αντρέας, ο οποίος ήταν πολύ λιγότερο καμένος από τον Γρηγόρη και ήταν με ανοιχτά τα μάτια»
«Η Εβίτα ήταν ζωντανή»
Η κ. Φύτρου ισχυρίζεται ότι η ολιγωρία των αρχών στοίχισε τη ζωή της μικρής της κόρης.Το κορίτσι δεν κάηκε από τις πύρινες φλόγες. Πήδηξε στη θάλασσα για να σωθεί. Τη βρήκαν πολύ αργότερα και ήταν πλέον αργά. Στην κατάθεση, που αποκαλύπτει το star.gr, η μητέρα της κάνει λόγο για εγκληματική αδιαφορία.
«Η Εβίτα στην προσπάθειά της να σωθεί από τη φωτιά που την κυνηγούσε, έτρεξε προς τη θάλασσα και έπεσε στον γκρεμό από ύψος 20- 30 μέτρα. Η Εβίτα δεν κάηκε. Χτύπησε σε διάφορα σημεία του σώματός της, ωστόσο ήταν ακόμα ζωντανή. Έμεινε ζωντανή αρκετή ώρα. Είμαι βέβαιη, αν είχαν κινητοποιηθεί ως όφειλαν άμεσα οι φορείς και κυρίως η πυροσβεστική το παιδάκι μου θα το είχαν εντοπίσει. Ωστόσο η Πυροσβεστική και οι άλλοι φορείς ήταν απόντες» τόνισε η κ.Φύτρου.
Ζω στο Μάτι πάνω από 17 χρόνια και λέω με βεβαιότητα ότι αν είχαν ενημερωθεί οι πολίτες θα είχαν προλάβει να μετακινηθούν σε ασφαλές σημείο και δε θα είχαν χάσει τη ζωή τους
«Είμαι σίγουρη ότι αν η Πυροσβεστική είχε ενημερώσει έγκαιρα το Λιμενικό και το ΓΕΕΘΑ (που κινητοποιήθηκαν τελικά με δική τους πρωτοβουλία) τότε θα είχαν βρει την Εβίτα. Αυτό για μένα δεν είναι αμέλεια είναι εγκληματική αδιαφορία» κατέληξε.
«Οι υπεύθυνοι πρέπει να διωχθούν για κακούργημα»
Υπενθυμίζεται ότι η κατάθεσή της συνέπεσε με το νέο αίτημα του ανακριτή προς την Εισαγγελία να αναβαθμιστεί το κατηγορητήριο σε βαθμό κακουργήματος, από πλημμέλημα που είναι σήμερα. Μάλιστα, για τον λόγο αυτό ζητήθηκε και η παρέμβαση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Ο δικηγόρος της Βαρβάρας Βουκάκη Φύτρου, Βασίλης Καπερνάρος, δήλωσε στο star.gr: «Επιτέλους η Εισαγγελία θα πρέπει να κάνει το καθήκον της. Μακάρι η Εισαγγελία να είχε επιδείξει και να είχε ενδιαφερθεί νομικά για την υπόθεση στο Μάτι, όπως ενδιαφέρθηκε για την υπόθεση της κυρίας Μπεκατώρου. Όταν μιλάμε για το Μάτι μιλάμε για 102 σκοτωμένους συνανθρώπους μας. Οι υπεύθυνοι πρέπει να διωχθούν για κακούργημα και έχει αποδειχθεί από την έρευνα».