
Η Meta και η απάτη: Πώς οι scam διαφημίσεις φέρνουν κέρδη
Η Meta φαίνεται να είναι εν γνώσει της κατάστασης. Σύμφωνα με εσωτερικά έγγραφα που δημοσιεύθηκαν από το Reuters, ο κολοσσός του Μαρκ Ζάκερμπεργκ εκτιμούσε ότι στα τέλη του 2024, περίπου το 10% του ετήσιου τζίρου της – σχεδόν 16 δισεκατομμύρια δολάρια – προερχόταν από διαφημίσεις που σχετίζονται με απάτες ή απαγορευμένα προϊόντα.
Η καθημερινή ροή διαφημίσεων
Τα ίδια έγγραφα αναφέρουν ότι καθημερινά προβάλλονται έως και 15 δισεκατομμύρια «υψηλού κινδύνου» διαφημίσεις στις πλατφόρμες της Meta, όπως το Facebook, το Instagram και το WhatsApp. Αυτές οι διαφημίσεις προωθούν ψευδεπίγραφα επενδυτικά σχήματα, παράνομα διαδικτυακά καζίνο και ακόμη και απαγορευμένα προϊόντα υγείας.
Θεωρητικά, οι διαφημιζόμενοι που χαρακτηρίζονται ως απατεώνες θα έπρεπε να αποκλείονται από την πλατφόρμα. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, οι αλγόριθμοι της Meta αποκλείουν έναν λογαριασμό μόνο όταν υπάρχει τουλάχιστον 95% βεβαιότητα για την απάτη. Αν η εκτίμηση είναι κάτω από αυτό το όριο, οι ύποπτοι διαφημιζόμενοι δεν αποκλείονται, αλλά επιβαρύνονται με υψηλότερες χρεώσεις, με σκοπό να τους αποτρέψουν από τη συνέχιση της διαφήμισης.
Η αντίκρουση της Meta
Απαντώντας στις καταγγελίες, εκπρόσωπος της Meta, ο Άντι Στόουν, δήλωσε στο Reuters ότι οι εκτιμήσεις αυτές είναι «χονδρικές» και «υπερβολικά ευρείες», υποστηρίζοντας ότι το πραγματικό ποσοστό εσόδων από απαγορευμένες διαφημίσεις είναι χαμηλότερο. Παράλληλα, ανέφερε ότι η εταιρεία «πολεμά επιθετικά» τις απάτες, επικαλούμενος μείωση κατά 58% των καταγγελιών για διαφημίσεις απάτης μέσα σε 18 μήνες και την αφαίρεση πάνω από 134 εκατομμυρίων παραπλανητικών διαφημίσεων το 2025.
Ωστόσο, τα εσωτερικά έγγραφα δείχνουν μια λεπτή ισορροπία: η Meta προσπαθεί να περιορίσει τη ροή παράνομων εσόδων χωρίς να θίξει τους οικονομικούς της στόχους, ενσωματώνοντας ήδη στους υπολογισμούς της πιθανές μελλοντικές πρόστιμα που μπορεί να φτάσουν το 1 δισεκατομμύριο δολάρια.
Η εσωτερική κατάσταση και οι ρυθμιστικές πιέσεις
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι η Meta για μεγάλο διάστημα κατέτασσε τις διαφημίσεις απάτης ως «χαμηλής σοβαρότητας», αντιμετωπίζοντάς τες ως κακή «εμπειρία χρήστη» και όχι ως συστημική απειλή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την υποεπένδυση στα συστήματα εντοπισμού, την αποδυνάμωση των ομάδων ασφαλείας και την προτεραιότητα σε άλλα στρατηγικά πρότζεκτ, όπως η εικονική πραγματικότητα.
Σύμφωνα με έγγραφα του Φεβρουαρίου 2025, η ομάδα που ήταν υπεύθυνη για την απομάκρυνση ύποπτων διαφημιζόμενων δεν έπρεπε να προκαλεί απώλεια εσόδων άνω του 0,15% του εξαμηνιαίου τζίρου, δηλαδή περίπου 135 εκατομμύρια δολάρια. Οποιαδήποτε απώλεια πέρα από αυτό το όριο θεωρούνταν υπερβολική.
Προβλέπεται ότι κάθε έξι μήνες, η Meta κερδίζει περίπου 3,5 δισεκατομμύρια δολάρια από διαφημίσεις που σχετίζονται με υψηλό νομικό κίνδυνο, όπως αυτές που σφετερίζονται την ταυτότητα μεγάλων εμπορικών σημάτων. Τα εσωτερικά έγγραφα αναγνωρίζουν ότι αυτά τα ποσά πιθανότατα υπερβαίνουν το κόστος οποιασδήποτε συμβιβαστικής συμφωνίας με τις αρχές.
Με την κατάσταση να επιδεινώνεται, κάποιοι υπάλληλοι χρησιμοποίησαν ειρωνεία για να προειδοποιήσουν εσωτερικά, δημιουργώντας τον τίτλο «Scammiest Scammer» για τον διαφημιζόμενο με τις περισσότερες καταγγελίες. Παρά τις προειδοποιήσεις, ορισμένοι μεγάλοι λογαριασμοί συνέχισαν να διαφημίζουν για μήνες, κυρίως για παράνομα διαδικτυακά καζίνο.
Οι ρυθμιστικές αρχές εντείνουν την πίεση τους. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC) ερευνά τη διανομή διαφημίσεων που σχετίζονται με οικονομικές απάτες, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο οι ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν στενά την κατάσταση.














