Η κατανάλωση αναψυκτικών μπορεί να επιδεινώσει την κατάθλιψη μέσω αλλαγών στη μικροχλωρίδα του εντέρου

Σχέση αναψυκτικών και κατάθλιψης

Μια νέα μελέτη αποκαλύπτει μια απροσδόκητη σύνδεση μεταξύ της κατανάλωσης αναψυκτικών και της ψυχικής υγείας, υποδεικνύοντας ότι ακόμη και η μέτρια κατανάλωση αναψυκτικών μπορεί να επηρεάσει τη μικροχλωρίδα του εντέρου με τρόπους που αυξάνουν τον κίνδυνο κατάθλιψης, ιδιαίτερα στις γυναίκες. Η κατανάλωση αναψυκτικών έχει συνδεθεί με παθήσεις όπως η παχυσαρκία, ο διαβήτης, οι καρδιοπάθειες, τα εγκεφαλικά επεισόδια και ο καρκίνος, ενώ έχει παρατηρηθεί ότι σχετίζεται και με αυξημένα ποσοστά κατάθλιψης.

Η επίδραση της ζάχαρης στη μικροχλωρίδα

Τα αναψυκτικά είναι εξαιρετικά δημοφιλή παγκοσμίως, ειδικά μεταξύ παιδιών και εφήβων, και περιέχουν πολλές κενές θερμίδες, κυρίως από απλά σάκχαρα όπως η γλυκόζη και η φρουκτόζη. Αυτά τα σάκχαρα προκαλούν αύξηση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα και η υπερβολική ποσότητα ζάχαρης που περιέχουν τα αναψυκτικά μπορεί να μην απορροφηθεί πλήρως από το έντερο. Η μη απορροφημένη ζάχαρη προάγει την ανάπτυξη συγκεκριμένων βακτηρίων που προκαλούν φλεγμονές και μειώνουν την ακεραιότητα της βλεννογόνου του εντέρου, γεγονός που εξασθενεί το ανοσοποιητικό σύστημα του εντέρου.

Η αυξημένη παρουσία προφλεγμονωδών βακτηρίων ενδέχεται να προάγει τη συστηματική φλεγμονή και τη νευροφλεγμονή, οι οποίες σχετίζονται με άγχος και μαθησιακές δυσκολίες, κυρίως στους εφήβους. Αντίθετα, μια διατροφή που ενισχύει την παραγωγή αντιφλεγμονωδών λιπαρών οξέων βραχείας αλυσίδας (SCFAs) από «καλά» βακτήρια του εντέρου προστατεύει την εντερική βλεννογόνο και καταπολεμά τη φλεγμονή.

Συμπεράσματα της μελέτης

Η μελέτη που δημοσιεύθηκε στο JAMA Psychiatry εξέτασε τη σύνδεση μεταξύ της κατανάλωσης αναψυκτικών και της κατάθλιψης, αναλύοντας δεδομένα από 405 ασθενείς με διάγνωση μεγάλης καταθλιπτικής διαταραχής και 527 υγιών ατόμων. Η ανάλυση έδειξε ότι η κατανάλωση αναψυκτικών προέβλεπε υψηλότερα ποσοστά διάγνωσης μεγάλης κατάθλιψης, με τις γυναίκες συμμετέχουσες να έχουν περίπου 16% υψηλότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με κατάθλιψη σε σχέση με τους άνδρες. Οι ασθενείς με κατάθλιψη παρουσίασαν υψηλότερο μέσο δείκτη μάζας σώματος (BMI) σε σύγκριση με τους υγιείς ελέγχους, αν και το παρατηρούμενο μοτίβο παρέμεινε σταθερό ακόμη και μετά την προσαρμογή για τον BMI και τη χρήση αντικαταθλιπτικών.

Η ΨΗΦΙΑΚΗ ΣΑΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Στοιχεία επικοινωνίας

Μέλος του emedia

© 2025 – ONCAMERA.gr