
Η υποσχόμενη δράση του κανναβιδιόλης κατά της παχυσαρκίας
Προκλινικές έρευνες δείχνουν ότι η κανναβιδιόλη (CBD) έχει τη δυνατότητα να μειώνει την υπερκατανάλωση τροφής, να βελτιώνει την μεταβολική υγεία και να περιορίζει τη φλεγμονή. Ωστόσο, οι ερευνητές υπογραμμίζουν την ανάγκη για μεγαλύτερες και καλά ελεγχόμενες μελέτες σε ανθρώπους προτού μπορέσει να θεωρηθεί ως θεραπευτική επιλογή.
Η κανναβιδιόλη και ο ρόλος της στην παχυσαρκία
Μια πρόσφατη ανασκόπηση στο British Journal of Pharmacology εξετάζει την πιθανή συμβολή της κανναβιδιόλης, ενός μη τοξικού συστατικού που προέρχεται από την Cannabis sativa, στη ρύθμιση της παχυσαρκίας, του μεταβολικού συνδρόμου, της μεταβολικής διαδικασίας και της πρόσληψης τροφής. Σύμφωνα με τα τρέχοντα δεδομένα, η CBD μπορεί να βελτιώσει τον μεταβολισμό των λιπιδίων και της γλυκόζης, να μειώσει την υπερκατανάλωση τροφής, να επηρεάσει συμπεριφορές υπερκατανάλωσης και να μειώσει ψυχιατρικά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την παχυσαρκία σε προκλινικά μοντέλα.
Η παχυσαρκία ως χρόνια νόσος
Η παχυσαρκία είναι μια χρόνια και πολυπαραγοντική ασθένεια που επηρεάζει σημαντικά την υγεία και την ποιότητα ζωής, με περισσότερους από 890 εκατομμύρια ενήλικες παγκοσμίως να πλήττονται το 2022. Αυτή η “πανδημία παχυσαρκίας” σχετίζεται στενά με μεταβολικές και καρδιοαγγειακές διαταραχές, μυοσκελετικές και νευρολογικές παθήσεις, διαταραχές διάθεσης και ορισμένους τύπους καρκίνου. Η τυπική διαχείριση της παχυσαρκίας ξεκινά συνήθως με αλλαγές στον τρόπο ζωής, όπως η διατροφή και η άσκηση, αν και οι σοβαρές περιπτώσεις συχνά απαιτούν φαρμακολογικές ή χειρουργικές παρεμβάσεις.
Οι προηγούμενες φαρμακευτικές αγωγές για την παχυσαρκία είχαν περιορισμένη αποτελεσματικότητα ή παρενέργειες, ενώ οι νεότερες θεραπείες που βασίζονται σε ινκρετίνες, όπως η σεμαγλουτίδη και η τυρζεπτίδη, παρουσιάζουν ισχυρά αποτελέσματα αλλά με ζητήματα ανεκτικότητας. Η CBD έχει αναδειχθεί ως πιθανή θεραπεία για την παχυσαρκία λόγω των επιδράσεών της στο σωματικό βάρος, τον μεταβολισμό και τις διατροφικές συμπεριφορές.
Η σχήμα που απεικονίζει τους πιο σημαντικούς στόχους, μηχανισμούς και αποτελέσματα της CBD στο πλαίσιο της ρύθμισης της όρεξης, της παχυσαρκίας και του μεταβολικού συνδρόμου δείχνει ότι η CBD μειώνει την πρόσληψη τροφής μέσω της αλληλεπίδρασης με τους υποδοχείς CB1, CB2 και 5-HT1A, γεγονός που πιθανώς οδηγεί σε μειωμένη δραστηριότητα των ορεξιογόνων νευροπεπτιδίων στον υποθάλαμο. Επίσης, η αλληλεπίδραση με τους υποδοχείς CB οδηγεί σε σημαντική ρύθμιση της σήμανσης ντοπαμίνης στο σύστημα ανταμοιβής του εγκεφάλου, μειώνοντας έτσι την πρόσληψη γευστικών τροφών.
Στους περιφερικούς ιστούς, η CBD μειώνει την αντίσταση στην ινσουλίνη και βελτιώνει τη δυσλιπιδαιμία μέσω μηχανισμών που περιλαμβάνουν τη μείωση του μεταβολισμού σφιγγολιπιδίων και την ενεργοποίηση του PPARγ, οδηγώντας σε βελτίωση της χρησιμοποίησης γλυκόζης και του μεταβολισμού των λιπιδίων. Επιπλέον, η CBD βελτιώνει τη δυσλιπιδαιμία, ρυθμίζοντας την LDL-R και μειώνοντας την PCSK9, μειώνοντας έτσι τα κυκλοφορούντα επίπεδα LDL χοληστερόλης. Τέλος, η CBD ασκεί ισχυρή αντιφλεγμονώδη δράση, στοχεύοντας το PPARγ και μειώνοντας τα επίπεδα LPS και τη μεταβολισμό του αραχιδονικού οξέος. Όλοι αυτοί οι μηχανισμοί φαίνεται να είναι αλληλένδετοι και πολλαπλοί στόχοι συμμετέχουν στα ευεργετικά αποτελέσματα που σχετίζονται με την CBD, υποστηρίζοντας την θεραπευτική της δυνατότητα στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και των μεταβολικών διαταραχών που σχετίζονται με αυτή.