Η σύγχρονη εποχή χαρακτηρίζεται από τη διαρκή εμφάνιση νέων δεδομένων που επιφέρουν προκλήσεις σε διάφορους τομείς, καθώς και από τα ερευνητικά, τεχνολογικά και επιστημονικά άλματα που προτείνουν λύσεις στις προκλήσεις αυτές.
Μία από τις σπουδαιότερες προκλήσεις για τη σύγχρονη επιστήμη είναι και η αντιμετώπιση των προκλήσεων που προκύπτουν από δύο συγκεκριμένα δεδομένα: Από τη μια, η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού (ενδεικτικά, σύμφωνα με το Γραφείο Απογραφής των Ηνωμένων Πολιτειών, κυμαίνεται στα 75 εκατομμύρια περισσότερους ανθρώπους για το 2023) και η σταδιακή γήρανσή του. Όμως, λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, αυξάνεται ο επιπολασμός των νευροεκφυλιστικών ασθενειών – συγκεκριμένα, υπολογίζεται ότι η άνοια διπλασιάζεται σε απόλυτους αριθμούς ασθενών, παγκοσμίως, κάθε 20 χρόνια.
Όσον αφορά στη διάγνωση αυτών των νευροεκφυλιστικών διαταραχών, η μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου έχει καθιερωθεί ευρέως ως το εργαλείο που αξιοποιείται στην απεικόνιση των δομικών αλλαγών του εγκεφάλου. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει πως είναι μια απλή διαδικασία, καθώς η οπτική αξιολόγησή της απαιτεί εμπειρία από το ιατρικό προσωπικό. Δεν παρουσιάζονται όλες οι μορφές άνοιας με σαφές και καθορισμένο μοτίβο απεικόνισης και οπτική αξιολόγηση, ενώ μπορεί να παρατηρηθεί μία μικρή αύξηση στην ευαισθησία και την ειδικότητα της διάγνωσης, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της μετωποκροταφικής άνοιας.
Καθώς η τεχνολογία εξελίσσεται, δημιουργούνται νέες ευκαιρίες για διάφορους κλάδους, συμπεριλαμβανομένης της Υγείας. Υπό αυτό το πρίσμα, η Τεχνητή Νοημοσύνη αποκτά κομβικό ρόλο καθώς, τα τελευταία χρόνια, έχει δημιουργήσει πρωτοποριακές εφαρμογές στην ιατρική απεικόνιση και διάγνωση.
Για την ακρίβεια, κάνει εφικτή την πραγματοποίηση ταχύτερων και ακριβέστερων διαγνώσεων και την παροχή εξατομικευμένων θεραπειών, συμμετέχοντας παράλληλα στην πιο αποτελεσματική ανάπτυξη φαρμάκων μέσω της Ανάλυσης Δεδομένων, της Μηχανικής Μάθησης, της Ανίχνευσης Πρόσφατων Τάσεων και την Υποστήριξη Κλινικής Απόφασης. Ή, πιο απλά, διευκολύνει την καλύτερη κατανόηση του προφίλ των ασθενών, οδηγώντας σε περισσότερο ενημερωμένες αποφάσεις που αφορούν στη φροντίδα τους. Απώτερος στόχος δεν είναι μόνο η βέλτιστη φροντίδα όσων νοσούν, αλλά και -σε ένα ευρύτερο πλαίσιο- η μείωση του κόστους της υγειονομικής περίθαλψης σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η Affidea, ως κορυφαίος ιδιωτικός φορέας παροχής ιατρικών υπηρεσιών πρωτοβάθμιας περίθαλψης στην Ευρώπη, επενδύει σε μεθόδους και διαδικασίες ώστε να διαφυλάξει τόσο την ασφάλεια των εξεταζόμενων όσο και το βέλτιστο ιατρικό αποτέλεσμα. Σε αυτό το πλαίσιο, αξιοποιεί στην καθημερινή κλινική πρακτική και εργαλεία που λειτουργούν με Τεχνητή Νοημοσύνη στον τομέα της απεικόνισης βελτιώνοντας σημαντικά τη φροντίδα των ασθενών και την ακρίβεια της θεραπείας.
Η Affidea Ελλάδος αξιοποιεί την Τεχνητή Νοημοσύνη στη Μαγνητική εγκεφάλου, ώστε οι ιατροί να έχουν στα χέρια τους τα εργαλεία εκείνα που επιτρέπουν την έγκαιρη και έγκυρη διαφοροδιάγνωση της άνοιας και της Νόσου Alzheimer. Εν προκειμένω, στα διαγνωστικά κέντρα της διατίθενται μαγνητικοί τομογράφοι με το λογισμικό icobrain dm – πάντα κατόπιν ιατρικής οδηγίας και παραπομπής-, οι οποίοι λαμβάνουν εξατομικευμένα στοιχεία από κάθε εξεταζόμενο και διασφαλίζουν άριστη απεικόνιση ως προς το αποτέλεσμα σε πιο σύντομο χρονικό διάστημα.
Το icobrain dm παρέχει μια σειρά πλεονεκτήματα, τόσο για το ιατρικό προσωπικό όσο και για τους ασθενείς της Νόσου Alzheimer. Σε ό,τι αφορά στους ιατρούς, η ακτινολογική αναφορά/διάγνωση είναι ακριβέστερη καθώς η χρήση του icobrain dm ως εργαλείο πρώτης ανάγνωσης μειώνει το ποσοστό σφάλματος κατά 80%. Και καθιστά αποτελεσματικότερη τη φροντίδα και επικοινωνία με τους ασθενείς, με τους γιατρούς να κατανοούν καλύτερα την κατάστασή τους. Επιπλέον, συμβάλλει στην έγκαιρη εκτίμηση της εξέλιξης της νόσου, της αναπηρίας και της ανταπόκρισης στη θεραπεία, ενώ εξοικονομεί χρόνο καθώς η ταχύτερη αξιολόγηση της βέλτιστης θεραπείας αποτρέπει από το να χαθεί πολύτιμος χρόνος σε μη βέλτιστες θεραπείες.
Τα οφέλη είναι πολλαπλά και για τους ασθενείς της Νόσου Alzheimer. Tο icobrain dm, μέσω της Τεχνητής Νοημοσύνης, επιτρέπει την έγκαιρη διάγνωση της εξέλιξης της νόσου, των υποτροπών και της ανταπόκρισης στη θεραπεία, μειώνοντας παράλληλα τον χρόνο για την επιλογή βέλτιστης θεραπείας ακόμα και κατά 2,5 χρόνια. Τέλος, οδηγεί σε αποτελεσματικότερη φροντίδα και επικοινωνία με τον ιατρό, με τον τελευταίο να μπορεί να κατανοήσει και επικοινωνήσει καλύτερα την κατάστασή του ασθενούς.