Μια θεραπευτική ανατροπή, και μάλιστα ιδιαίτερα θετική, μας επιφύλασσε το περασμένο Σαββατοκύριακο. Αφενός η κολχικίνη αποτελεί εδώ και δύο 24ωρα εγκεκριμένη – υπό προϋποθέσεις – θεραπεία για ασθενείς με λοίμωξη COVID-19 που εμφανίζουν ήπια συμπτώματα και συνεπώς δεν χρήζουν νοσηλείας.
Αφετέρου, το επιστημονικό προσωπικό της χώρας μας συνέβαλε αποφασιστικά στη «μάχη» έναντι του SARS-CoV-2, καθώς από το περασμένο ήδη έτος πρωτοπόρησε μελετώντας τη δράση της κολχικίνης σε ασθενείς που έχουν μολυνθεί από τον πανδημικό ιό, ανοίγοντας τον δρόμο προς τη νέα αυτή φαρμακευτική προσέγγιση.
Τα πολυαναμενόμενα αποτελέσματα της μελέτης «COLCORONA» που ανακοινώθηκαν το περασμένο Σάββατο από το Montreal Heart Institute του Καναδά ήταν τόσο ενθαρρυντικά που κρίθηκε ότι είναι αναγκαίο άμεσα η κολχικίνη να ενταχθεί στη «φαρέτρα» των γιατρών, χωρίς να χαθεί πολύτιμος χρόνος.
«Είναι ενδεικτικό ότι δεν προηγήθηκε καν δημοσίευση σε επιστημονικό περιοδικό. Οι καναδοί επιστήμονες εξέδωσαν σχετικό δελτίο Τύπου, καθώς τα συμπεράσματα είναι πολλά υποσχόμενα» σημειώνει στα «ΝΕΑ» ο Γεράσιμος Σιάσος, καθηγητής Καρδιολογίας, αντιπρόεδρος της Ιατρικής Σχολής Αθηνών και ένας εκ των κύριων ερευνητών της μελέτης «GRECCO-19».
Ο ίδιος, εξηγώντας τα δεδομένα, προσθέτει: «Εάν ένας ασθενής λάβει κολχικίνη, έχει κατά 44% λιγότερες πιθανότητες να καταλήξει, διατρέχει κατά 50% μειωμένο κίνδυνο να διασωληνωθεί ενώ παρατηρήθηκε μείωση κατά 25% της νοσηλείας. Τα αποτελέσματα αυτά υποδεικνύουν μεταξύ άλλων και σημαντικό όφελος για τα συστήματα Υγείας δεδομένου ότι ένας στους τέσσερις ασθενείς δεν θα πάει στο νοσοκομείο».
Δοκιμασμένο φάρμακο
Στα παραπάνω πρέπει να συνυπολογιστεί ότι η κολχικίνη είναι ένα παλιό και δοκιμασμένο φάρμακο (ανήκει στην κατηγορία των φαρμάκων για αρθροπάθειες, μυοσκελετικές παθήσεις, των φαρμάκων κατά της ουρικής αρθρίτιδας, χρησιμοποιείται όμως και για την πρόληψη της μυοκαρδίτιδας) και συνεπακόλουθα ιδιαίτερα φθηνό.
Μοιραία, οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες. Το απόγευμα του Σαββάτου, κατά την έκτακτη συνεδρίαση της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, εντάχθηκε η κολχικίνη στο θεραπευτικό πρωτόκολλο, με τον πρόεδρο της Ελληνικής Εταιρείας Λοιμώξεων και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Παναγιώτη Γαργαλιάνο να σημειώνει στα «ΝΕΑ» ότι «ακόμα κι αν υπάρξει αποδεδειγμένη αύξηση θνητότητας από τα μεταλλαγμένα στελέχη που θα προκύψουν, είναι σημαντικό να έχουμε ένα φάρμακο το οποίο μπορεί να δρα με αντιφλεγμονώδη δράση αποτελεσματικά».
Πιο συγκεκριμένα και εφεξής η κολχικίνη θα χορηγείται υπό τη μορφή χαπιού, ύστερα από ιατρική εκτίμηση και συνταγογράφηση και, φυσικά, έπειτα από θετικό μοριακό τεστ.
Θεραπεία με κολχικίνη θα λαμβάνουν εξωνοσοκομειακοί ασθενείς ηλικίας μεγαλύτερης των 60 ετών, ανεξαρτήτως εάν έχουν υποκείμενα νοσήματα, και ασθενείς ηλικίας 18-60 ετών με τουλάχιστον ένα υποκείμενο νόσημα ή πυρετό μεγαλύτερο από38οC.
Η ακριβή θεραπεία
Εν τω μεταξύ, μία ακόμα μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε φιλοξενουμένους και προσωπικό οίκων ευγηρίας των ΗΠΑ έδειξε για πρώτη φορά ότι το εργαστηριακό μονοκλωνικό αντίσωμα «bamlanivimab» μείωσε σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου COVID-19, ιδίως στους ηλικιωμένους.
Εντούτοις και όπως υπογραμμίζεται σε σχετικό δημοσίευμα του επιστημονικού περιοδικού «Science», το γεγονός ότι η συγκεκριμένη θεραπεία είναι σαφώς πιο ακριβή (η τιμή της ξεπερνά τα 1.000 ευρώ) από τα εμβόλια καθιστά ασαφές πόσο ευρέως θα χρησιμοποιηθεί. Την «απάντηση» όμως έδωσε λίγα 24ωρα αργότερα η Γερμανία, καθώς η κυβέρνηση αγόρασε 200.000 δόσεις αξίας 400 εκατ. ευρώ.
Εν τω μεταξύ εξελίξεις αναμένονται στα τέλη της τρέχουσας εβδομάδας καθώς -εκτός απροόπτου – ο χρόνος μετράει αντίστροφα για την έγκριση του εμβολίου της Οξφόρδης (με βιομηχανικό εταίρο την AstraZeneca) από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι ειδικοί στη χώρα μας επενδύουν και στον καλό καιρό της Ελλάδας, έπειτα από τα συμπεράσματα νέας μελέτης που δείχνει ότι οι υψηλές θερμοκρασίες βάζουν φρένο στις μεταδόσεις. Οπως υπογράμμισε πρόσφατα το μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων και καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας Βάνα Παπαευαγγέλου, «για κάθε έναν βαθμό που ανεβαίνει η θερμοκρασία, τα κρούσματα του κορωνοϊού μειώνονται κατά 3%».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ