Κενά και αναπάντητα ερωτήματα στην υπόθεση με τον πνιγμό του εξάχρονου κοριτσιού στο Καλαμάκι Ισθμίων έρχονται στο προσκήνιο με τις Αρχές να προσπαθούν να ξετυλίξουν το κουβάρι της υπόθεσης, προκειμένου να δουν κάτω από ποιες συνθήκες έχασε τη ζωή του το μικρό αγγελούδι.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από το Λιμενικό έχει ζητηθεί η διενέργεια νεκροψίας – νεκροτομής, ενώ ο πατέρας συνελήφθη με την κατηγορία της «θανατηφόρας έκθεσης ανηλίκου» ενώ σήμερα αναμένεται να απολογηθεί.
Τι ισχυρίστηκε ο πατέρας
Όπως ισχυρίστηκε ο πατέρας της 6χρονης Αμέλιας, είχε βάλει στο παιδί του σωσίβιο και κολυμπούσε μαζί του στο νερό.
Στη συνέχεια, υποστήριξε ότι προσπάθησε να ανεβάσει την κόρη του πάνω σε μια δεμένη βάρκα αλλά του γλίστρησε από τα χέρια, της έφυγε το σωσίβιο από τη μέση και η μικρή βρέθηκε στο βυθό σε βάθος 6 μέτρων.
Μάλιστα ο πατέρας της δήλωσε ότι δεν μπόρεσε να βουτήξει για να σώσει το παιδί καθώς αντιμετωπίζει πρόβλημα με άσθμα.
Στη συνέχεια, σύμφωνα με τον ίδιο, βγήκε στη στεριά να αναζητήσει βοήθεια, ωστόσο υποστήριξε ότι δεν είχε μαζί του και το κινητό του τηλέφωνο και περπάτησε αρκετή ώρα για να βρει κάποιον.
Τελικά, η μικρή Αμέλια εντοπίστηκε από ψαροντουφεκά κάτω από μια βάρκα, ο οποίος την έβγαλε στη στεριά και της παρείχε τις πρώτες βοήθειες και στη συνέχεια, διεκομίσθη με ασθενοφόρο στο Γενικό Νοσοκομείο Κορίνθου, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατός της.
Τα ερωτήματα και τα κενά
Οι αξιωματικοί του Λιμενικού που έχουν αναλάβει την προανάκριση θα κληθούν να διερευνήσουν τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε το συμβάν.
Τα ερωτήματα που έρχονται στην υπόθεση είναι τα εξής:
- Πρώτον, γιατί προτίμησε τόσο ερημική παραλία για να κολυμπήσουν και δεύτερον γιατί δεν είχε μαζί του το κινητό του
- Δεύτερον, γιατί το παιδί φορούσε ρούχα και παπούτσια εφόσον θα έμπαινε στη θάλασσα
- Τρίτον, γιατί το παιδί -σύμφωνα με τη μαρτυρία του ψαροντουφεκά- το παιδί ήταν φαγωμένο και ο πατέρας του το άφησε να κολυμπήσει
Μυστήριο με τα ρούχα και τα παπούτσια του παιδιού
Όσο έρχονται στο φως νέες πληροφορίες για την υπόθεση, τόσο αυξάνονται τα κενά και τα ερωτηματικά για το πως το μικρό κοριτσάκι έχασε τη ζωή του.
Αξιοπερίεργο είναι το γεγονός πως το παιδί μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο φορώντας τα ρούχα του και το ένα του παπούτσι.
Όπως αναφέρουν έμπειρα στελέχη του Λιμενικού, το γεγονός αυτό ίσως παραπέμπει σε ακούσια πτώση του παιδιού στη θάλασσα.
Όπως έγινε γνωστό, ο πατέρας του παιδιού είναι σε διάσταση με τη σύζυγό του και προχθες το μεσημέρι είχε πάρει την κόρη του για να πάνε μαζί για μπάνιο.
Η συγκλονιστική περιγραφή του ψαροντουφεκά που βρήκε το κοριτσάκι
Ο ψαροντουφεκάς Παύλος Μπουνάς, ο οποίος εντόπισε το αδικοχαμένο παιδί, μίλησε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του STAR για τις συγκλονιστικές στιγμές και οι λεπτομέρειες σχετικά με τα ρούχα που φορούσε, αλλά και το φαγητό που έβγαλε από μέσα του το παιδί.
«Τα νερά ήταν θολά λόγω καιρού, είχε κύμα. Η απόσταση που ήμουν κάτω από τη βάρκα ήταν 1-2 μέτρα. Κολυμπούσα από κάτω, έκανα ψαροντούφεκο και ξαφνικά κοιτάω πάνω: Κουνιόντουσαν ανθρώπινα χέρια και πόδια. Μπα, λέω, δεν μπορεί, ιδέα μου είναι. Κάτω ακριβώς από τον πάτο της βάρκας. Αυτή η συγκεκριμένη βάρκα ήταν ίσια από κάτω, δεν ήταν καμπυλωτή» είπε αρχικά ο κ. Μπουνάς.
«Δεν φορούσε μαγιό, αλλά ρούχα και παπούτσια»
«Κοιτάω καλά, βλέπω άνθρωπο και συνειδητοποιώ ότι είναι παιδί. Βγαίνω έξω από το νερό και φωνάζω στη γυναίκα μου: »Φανή, Φανή, πάρε την αστυνομία, το λιμενικό, πέθανε παιδί». Βούτηξα ξανά, πιάνω το παιδί από το χέρι, το βγάζω έξω και με το που το ακουμπάω στα χαλίκια, το παιδί ξεκίνησε να βγάζει νερό και αφρούς από το στόμα. Έκανε εμετό, έβγαζε φαγητά. Το παιδί ήταν φουλ φαγωμένο» σημείωσε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, όταν βρήκε τη μικρή Αμέλια, το παιδί δεν φορούσε μαγιό ή αμφίεση που θα ταίριαζε σε θαλάσσιο μπάνιο. «Φορούσε δύο πέδιλα, όχι παραλίας, πέδιλα που πας βόλτα. Ένα σορτσάκι και μία μπλούζα ραντάκι… αμάνικο. Δεν φόραγε, ούτε κάτω, ούτε πάνω μαγιό».
«Όταν εγώ βρήκα το παιδί, ήτανε γύρω στα 10-15 μέτρα μέσα η βάρκα από την ακτή, από την αμμουδιά. Το βάθος του νερού ήταν γύρω στα 6-7 μέτρα κάτω. Δεν ήταν κανείς στην παραλία, ήμουνα μόνο εγώ, η γυναίκα μου, ένας άλλος γείτονας, που είχε κάτσει για λίγο και έφυγε, ο οποίος είχε δώσει κι αυτός κατάθεση» συμπλήρωσε.