
Σύνδεση μακροχρόνιας έκθεσης σε ατμοσφαιρική ρύπανση με προχωρημένη στεφανιαία νόσο
Μια νέα εκτενής μελέτη, που παρουσιάστηκε στη διάρκεια της ετήσιας συνάντησης της Radiological Society of North America (RSNA), αποκαλύπτει ότι η μακροχρόνια έκθεση σε κοινές ατμοσφαιρικές ρύπους συνδέεται με πιο προχωρημένη στεφανιαία νόσο. Η έρευνα περιλάμβανε περισσότερους από 11.000 ενήλικες και έδειξε σημαντικές διαφορές μεταξύ γυναικών και ανδρών.
Σημαντικά ευρήματα για την καρδιοαγγειακή υγεία
Τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν ότι ακόμη και επίπεδα ρύπανσης που είναι κάτω ή κοντά στα κανονιστικά όρια σχετίζονται με πρώιμα σημάδια καρδιοπάθειας, πολλές φορές πριν εμφανιστούν συμπτώματα. Αυτό υπογραμμίζει τη σημασία της βελτίωσης της ποιότητας του αέρα για τη μείωση του κινδύνου καρδιοαγγειακών παθήσεων.
Η ατμοσφαιρική ρύπανση αποτελεί ένα επιτακτικό παγκόσμιο ζήτημα υγείας, με εκτιμήσεις που αναφέρουν περίπου 2,46 εκατομμύρια θανάτους από καρδιοαγγειακές παθήσεις το 2021, σύμφωνα με δεδομένα της Global Burden of Disease. Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας αναγνωρίζει την ατμοσφαιρική ρύπανση ως έναν από τους μεγαλύτερους περιβαλλοντικούς κινδύνους για την υγεία, καθώς συμβάλλει σημαντικά στην πρόκληση καρδιακών προσβολών και εγκεφαλικών επεισοδίων.
Μέθοδος και αποτελέσματα της μελέτης
Η μελέτη χρησιμοποίησε καρδιολογική αξονική τομογραφία (CT) για να αξιολογήσει τη σχέση μεταξύ μακροχρόνιας έκθεσης σε δύο κοινούς ρύπους, τα λεπτά σωματίδια (PM2.5) και το διοξείδιο του αζώτου (NO2). Τα PM2.5 προέρχονται από την καύση καυσίμων, βιομηχανικές εκπομπές και καπνό από δασικές πυρκαγιές, ενώ το NO2 παράγεται κυρίως από την καύση ορυκτών καυσίμων. Αυτές οι μικροσκοπικές σωματιδιακές ύλες είναι 30 φορές μικρότερες από μια ανθρώπινη τρίχα και μπορούν να διεισδύσουν βαθιά στους πνεύμονες και στην κυκλοφορία του αίματος.
Η ανάλυση έδειξε ότι ακόμη και σε χαμηλά επίπεδα έκθεσης, η ατμοσφαιρική ρύπανση σχετίζεται με αυξημένη παρουσία πλακών στις στεφανιαίες αρτηρίες. Συγκεκριμένα, η μακροχρόνια έκθεση σε PM2.5 συνδέθηκε με υψηλότερους δείκτες ασβεστίου και σοβαρότερη στένωση των αρτηριών, με τις γυναίκες να παρουσιάζουν πιο έντονα αυτά τα φαινόμενα. Στους άνδρες, παρατηρήθηκε επίσης αυξημένο φορτίο πλάκας και υψηλότεροι δείκτες ασβεστίου.
Συμπεράσματα και προτάσεις για μελλοντική έρευνα
Ο Δρ. Felipe Castillo Aravena, επικεφαλής της μελέτης και ειδικός στην καρδιοθωρακική απεικόνιση, τόνισε την ανάγκη για περαιτέρω έρευνα προκειμένου να κατανοηθούν οι ακριβείς μηχανισμοί που συνδέουν την ατμοσφαιρική ρύπανση με την καρδιοαγγειακή νόσο. Οι βιολογικές, κοινωνικές και συμπεριφορικές διαφορές, καθώς και τα χαρακτηριστικά των πλακών, μπορεί να συμβάλλουν στις παρατηρούμενες διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Η Δρ. Kate Hanneman, ανώτερη συγγραφέας της μελέτης, υπογράμμισε ότι αυτά τα ευρήματα προσθέτουν στην αυξανόμενη βάση αποδεικτικών στοιχείων που δείχνουν ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση είναι ένας τροποποιήσιμος παράγοντας κινδύνου για καρδιοαγγειακές παθήσεις. Η ανάγκη για περαιτέρω έρευνα είναι επιτακτική, ώστε να κατανοηθούν οι αιτίες αυτών των συσχετίσεων και να αναληφθούν δράσεις για τη βελτίωση της δημόσιας υγείας.














