
Η ρύπανση του αέρα μειώνει τα οφέλη της άσκησης για τη ζωή
Μια εκτενής διεθνής μελέτη αναδεικνύει τα επίπεδα ρύπανσης του αέρα στα οποία τα οφέλη της τακτικής σωματικής άσκησης αρχίζουν να υποχωρούν. Οι ερευνητές παρέχουν σημαντικές πληροφορίες για το πώς να παραμείνουμε δραστήριοι σε περιοχές με αυξανόμενη έκθεση σε PM2.5.
Η σύνδεση άσκησης και θνησιμότητας
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύθηκε στο BMC Medicine, οι επιστήμονες εξέτασαν αν οι αυξημένες συγκεντρώσεις λεπτών σωματιδίων (PM2.5) επηρεάζουν τα προστατευτικά οφέλη της σωματικής άσκησης στην υγεία και τη θνησιμότητα. Η σωματική άσκηση κατά τη διάρκεια του ελεύθερου χρόνου (LTPA) συνδέεται με μειωμένους κινδύνους για ασθένειες και θάνατο. Ωστόσο, η άσκηση σε εξωτερικούς χώρους αυξάνει την έκθεση σε ρύπους, όπως τα PM2.5, που σχετίζονται με υψηλότερη νοσηρότητα και θνησιμότητα.
Η μεθοδολογία της μελέτης
Η μελέτη αυτή εστίασε στο κατά πόσο η έκθεση σε PM2.5 μειώνει τη θετική συσχέτιση της LTPA με τη θνησιμότητα. Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από βάσεις δεδομένων όπως Medline και Embase, εντοπίζοντας μελέτες που εξέταζαν τη σχέση PM2.5 και LTPA με τη θνησιμότητα σε ενήλικες. Οι επιλέξιμες μελέτες περιλάμβαναν ενήλικες 18 ετών και άνω, παρέχοντας εκτιμήσεις σχετικού κινδύνου ή αναλογίες κινδύνου.
Τα δεδομένα για την LTPA συλλέχθηκαν μέσω αυτοαναφερόμενων ερωτηματολογίων, με την άσκηση να υπολογίζεται σε MET-h ανά εβδομάδα και να κατηγοριοποιείται σε τέσσερις ομάδες: λιγότερο δραστήριοι, ανεπαρκώς δραστήριοι, συνιστώμενοι και πολύ δραστήριοι.
Αποτελέσματα και συμπεράσματα
Από τις 756 αρχικές μελέτες που εντοπίστηκαν, μόλις τέσσερις πληρούσαν τα κριτήρια για ανάλυση, με συνολικό δείγμα 1,51 εκατομμυρίων ατόμων και μέση παρακολούθηση 12,3 ετών. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η αυξημένη συμμετοχή σε LTPA συσχετίζεται με χαμηλότερη συνολική θνησιμότητα, αλλά τα οφέλη αυτά μειώνονται με την αύξηση των επιπέδων PM2.5. Ειδικότερα, η συμμετοχή σε συνιστώμενα επίπεδα LTPA συνδέθηκε με 30% μείωση του κινδύνου θνησιμότητας σε επίπεδα PM2.5 κάτω από 25 μg/m3, ενώ σε επίπεδα άνω των 25 μg/m3, η μείωση κυμαινόταν από 12% έως 15%.
Αυτά τα ευρήματα επισημαίνουν τη σημασία της παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα, ιδίως σε αστικά κέντρα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα οφέλη της άσκησης δεν υπονομεύονται από την ατμοσφαιρική ρύπανση.














