«Βράζουν» οι πιάτσες ναρκωτικών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη από τον ιό του AIDS, σύμφωνα με όπως προκύπτει από τα επιστημονικά αποτελέσματα δύο προγραμμάτων που αφορούσαν χρήστες ναρκωτικών.
Στην πρωτεύουσα εκτιμάται ότι υπάρχουν περί τους 8.800 ενδοφλέβιους χρήστες. Αυτός ο πληθυσμός αποτελεί διεθνώς ομάδα υψηλού κινδύνου για μεταδιδόμενα νοσήματα, όπως η HIV λοίμωξη, η ηπατίτιδα Β και η ηπατίτιδα C, λόγω της κοινής χρήσης μολυσμένων συρίγγων και βελονών. Το 2011 σημειώθηκε στην Αθήνα μία επιδημία λοίμωξης HIV στον συγκεκριμένο πληθυσμό, κάτι που ίσως να μην είναι ευρέως γνωστό. Στη χώρα μας δεν είχε συμβεί κάτι ανάλογο στο παρελθόν. Σύμφωνα, δε, με τους επιστήμονες ήταν θέμα τύχης το ότι δεν σημειώθηκε νωρίτερα μία αντίστοιχη επιδημία, δεδομένου ότι στην Ελλάδα εκείνη την περίοδο η κάλυψη σε προγράμματα διανομής συρίγγων και σε προγράμματα υποκατάστασης με οπιοειδή ήταν πολύ χαμηλή. Είναι ενδεικτικό πως κατά την περίοδο 2011-2013, δηλώθηκαν στον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας 1.115 περιστατικά HIV/AIDS, στη συντριπτική πλειονότητά τους από την Αθήνα, καθιστώντας την επιδημία αυτή τη μεγαλύτερη που σημειώθηκε μετά το 2000 σε χώρα της Ευρώπης αλλά και της Βόρειας Αμερικής.
Ελεγχος
Αυτός ήταν και ο λόγος που τα αυξημένα κρούσματα τους πρώτους μήνες του 2011 οδήγησαν στην υλοποίηση του Προγράμματος «Αριστοτέλης», το οποίο χρησιμοποίησε καινοτόμες μεθόδους προσέγγισης του πληθυσμού, με στόχο να προσελκύσει ταχύτατα όσο το δυνατόν περισσότερους Χρήστες Ενδοφλέβιων Ναρκωτικών (ΧΕΝ), να τους προσφέρει έλεγχο για HIV και διασύνδεση σε φροντίδα. Ο «Αριστοτέλης» στους 16 μήνες που ήταν ενεργός κατάφερε να «φρενάρει» την επιδημία, με τη μετάδοση του ιού να μειώνεται κατά 78%. Μάλιστα, το συγκεκριμένο πρόγραμμα διακρίθηκε διεθνώς με βράβευση από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας (EMCDDA) και επιλέχθηκε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας «ως καλή πρακτική» για τη HIV λοίμωξη.
Δυστυχώς, όμως, τα στοιχεία για την κατάσταση σήμερα δεν είναι ενθαρρυντικά, καθώς μετά την επιδημία του 2011-2013 ο αριθμός των νέων διαγνώσεων HIV σε ΧΕΝ που δηλώνονται στον ΕΟΔΥ ποτέ δεν επανήλθε στα προ επιδημίας επίπεδα.
Νέο πρόγραμμα
Ετσι, το 2018 ξεκίνησε εκ νέου το πρόγραμμα «Αριστοτέλης». Μέλη της βασικής ομάδας και πάλι ο καθηγητής Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής του Εργαστηρίου Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Αγγελος Χατζάκης, η αναπληρώτρια καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής στο Εργαστήριο Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Βάνα Σύψα, ο υποψήφιος διδάκτορας του Εργαστηρίου Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, Σωτήρης Ρούσσος καθώς και ο Γιώργος Καλαμίτσης, πρόεδρος του Συλλόγου Ασθενών Ηπατος Ελλάδας «Προμηθέας».
Είναι ενδεικτικό πως από τους σχεδόν 1.800 χρήστες που πέρασαν από το πρόγραμμα, οι περίπου 700 ήταν χρήστες ενέσιμων ναρκωτικών που η ομάδα είχε ξαναδεί στον πρώτο «Αριστοτέλη». «Από αυτούς, σχεδόν όλοι ήταν θετικοί. Αυτό σημαίνει ότι είτε δεν ακολούθησαν κάποια θεραπεία ή την εγκατέλειψαν», εξηγεί ο καθηγητής επιδημιολογίας, Αγγελος Χατζάκης.
Το νέο πρόγραμμα έδωσε την ευκαιρία στα μέλη της ομάδας να προσεγγίσουν ΧΕΝ που είχαν εξετάσει και στο προηγούμενο πρόγραμμα και να διαπιστώσουν ότι το ποσοστό των ατόμων με HIV αυξήθηκε από 14% το 2011-2013 σε 22% το 2018-2020. «Στην ίδια περίοδο καταγράφηκε επιδείνωση κάποιων χαρακτηριστικών που διεθνώς έχουν βρεθεί να συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο HIV λοίμωξης, όπως η αύξηση της αστεγίας, η αύξηση της χρήσης κοκαΐνης και η μειωμένη πρόσβαση σε δωρεάν σύριγγες», λένε στα «ΝΕΑ» τα μέλη της βασικής ομάδας. Αξίζει να σημειωθεί πως τα αποτελέσματα από το πρόγραμμα δημοσιεύθηκαν αυτή την εβδομάδα στο επιστημονικό περιοδικό «Addiction».
Σε αυτό το χρονικό διάστημα, όμως, που η Αθήνα βρισκόταν για μία ακόμη φορά στα πρόθυρα μίας νέας επιδημίας, «χάθηκε» ακόμη μία πόλη, η Θεσσαλονίκη, η οποία τα προηγούμενα χρόνια είχε ένα μικρό αριθμό διαγνώσεων HIV σε ενδοφλέβιους χρήστες. Το 2019-2021 πραγματοποιήθηκε ένα αντίστοιχο με τον «Αριστοτέλη» πρόγραμμα. Τα δεδομένα από τον «Αλέξανδρο» έδειξαν πως ακριβώς μετά το πρώτο lockdown λόγω της Covid-19, αυξήθηκαν οι νέες διαγνώσεις HIV στους συμμετέχοντες του προγράμματος. «Πλέον γνωρίζουμε ότι υπάρχει μία επιδημία HIV στη Θεσσαλονίκη με μετάδοση που κυμαίνεται σε αντίστοιχα επίπεδα με αυτά του 2012 στην Αθήνα», σημειώνει η ομάδα.
Σύμφωνα με τον Γιώργο Καλαμίτση, την περίοδο της πανδημίας του κορωνοϊού υπήρξε σαφέστατη έκρηξη του αριθμού των θετικών στον HIV χρηστών στη Θεσσαλονίκη. Χαρακτηριστικό της κατάστασης είναι ότι από τους 1.100 μοναδικούς συμμετέχοντες που είδε η επιστημονική ομάδα, το 80% δεν ήταν συνδεδεμένο σε κάποιο πρόγραμμα του ΟΚΑΝΑ, ενώ το 54% ήταν άτομα που έκαναν ενέσιμη χρήση τον τελευταίο μήνα. «Από το σύνολο των ατόμων που είδαμε, 78 χρήστες βρέθηκαν θετικοί, εκ των οποίων οι 53 ήταν νέες διαγνώσεις, έμαθαν δηλαδή ότι νοσούν μέσα από το πρόγραμμα».
Αυξημένη θνησιμότητα
Οι επιστημονικά υπεύθυνοι των δύο προγραμμάτων βρέθηκαν μπροστά και σε μία ακόμη δυσάρεστη διαπίστωση: Από το σύνολο των συμμετεχόντων στον «Αριστοτέλη ΙΙ», ένα ποσοστό 10-12% είχε πεθάνει μέσα σε ενάμιση χρόνο. «Εχει φανεί σε πολλές μελέτες διεθνώς ότι τα άτομα που κάνουν ενέσιμη χρήση ναρκωτικών έχουν γενικά αυξημένη θνησιμότητα σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Επίσης, είναι εντυπωσιακό ότι οι XEN με HIV έχουν κατά 50%-60% υψηλότερο κίνδυνο θανάτου από άλλες αιτίες (όχι δηλαδή λόγω AIDS) σε σχέση με τους XEN χωρίς HIV. Μάλιστα, ο επιβαρυντικός ρόλος της HIV λοίμωξης στη θνησιμότητα από άλλα αίτια παραμένει διαχρονικά αμετάβλητος. Ιδιαίτερα η υπερδοσολογία και η HIV λοίμωξη θεωρούνται πλέον μία συνδημία στους χρήστες αυτούς. Τα δικά μας προκαταρκτικά δεδομένα επιβεβαιώνουν τη διεθνή βιβλιογραφία, με τους οροθετικούς ΧΕΝ να έχουν περίπου διπλάσια θνησιμότητα από τους ΧΕΝ χωρίς HIV», αναφέρουν οι επιστήμονες.
Παρεμβάσεις
Διανομή καθαρών συρίγγων (200-300 σύριγγες τον χρόνο ανά άτομο), προγράμματα υποκατάστασης με οπιοειδή, έλεγχος για HIV τουλάχιστον ανά εξάμηνο, ενημέρωση του πληθυσμού, συμβουλευτική και κοινωνική υποστήριξη είναι παρεμβάσεις που συστήνουν οι διεθνείς οργανισμοί σε ένα τόσο σύνθετο πρόβλημα.
«Το κλειδί σε αυτές τις παρεμβάσεις είναι, αφενός, η υψηλή κάλυψη του πληθυσμού – δηλαδή, τα προγράμματα να μπορούν να διεισδύσουν σε μεγάλο μέρος των ΧΕΝ – και, αφετέρου, η συστηματική εφαρμογή τους. Στη Θεσσαλονίκη το 2016 διανεμήθηκε περίπου μία σύριγγα ανά χρήστη, παρά το γεγονός ότι υπήρχε ήδη η προηγούμενη αρνητική εμπειρία της Αθήνας. Ακόμα και στην Αθήνα, όμως, μετά το 2013, η κάλυψη των προγραμμάτων διανομής συρίγγων παρουσίασε διακυμάνσεις και ήταν αρκετά χαμηλότερη από τα συνιστώμενα επίπεδα κάποια έτη. Τέτοια κενά στα μέτρα πρόληψης μπορούν να πυροδοτήσουν μία νέα επιδημία. Δεν είναι πάντα εύκολο να αποφύγει κανείς τη διασπορά του HIV στον πληθυσμό των ΧΕΝ (παράδειγμα οι πρόσφατες επιδημίες σε Σκωτία και Λουξεμβούργο) αλλά υπάρχουν τρόποι να την περιορίσουμε. Το πρόβλημα και οι λύσεις του είναι γνωστά εδώ και πολλά χρόνια και η διεθνής εμπειρία είναι τεράστια. Επομένως, δεν έχουμε δικαιολογία για τις επιδημίες στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, όταν, μάλιστα, λόγω της μακροχρόνιας οικονομικής κρίσης, οι ΧΕΝ είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στη χώρα μας», καταλήγουν τα μέλη της επιστημονικής ομάδας.